GRID_STYLE
FALSE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

Breaking News:

latest

Το απόρρητο «σχέδιο 180»: Από το ελληνοτουρκικό «Σύμφωνο Φιλίας» του 1930, στη «Διακήρυξη των Αθηνών»!

Τα σημαντικότερα συμπεράσματα από το συνέδριο « Μεταπολίτευση: 50 χρόνια μετά » -που κάποιοι το αποκάλεσαν και « πρόβα συγκυβέρνησης »-, κατ...

Τα σημαντικότερα συμπεράσματα από το συνέδριο «Μεταπολίτευση: 50 χρόνια μετά» -που κάποιοι το αποκάλεσαν και «πρόβα συγκυβέρνησης»-, κατά την ταπεινή μας άποψη, αφορούσαν κυρίως στα εθνικά ζητήματα και δη τα ελληνοτουρκικά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχαν οι τοποθετήσεις Σαμαρά – Μπακογιάννη.
Η Ντ. Μπακογιάννη αφού επανέλαβε τη γνωστή της θέση σύμφωνα με την οποία «πρέπει όλοι να καταλάβουμε ότι το Αιγαίο δεν είναι μόνο ελληνική θάλασσα» -σαφής αναφορά στη Μαδρίτη και τις θέσεις Σημίτη-ΡοζάκηΕΛΙΑΜΕΠ-, διερωτήθηκε εάν «υπάρχει σήμερα ένα παράθυρο ευκαιρίας για την Ελλάδα, με αυτά τα δεδομένα; Κατά τη γνώμη μου υπάρχει, όμως “το τανγκό θέλει δύο”. Αν όμως δοθεί πραγματική ευκαιρία, θα πρέπει η Ελλάδα να προχωρήσει; Εδώ υπάρχει η προϋπόθεση της εθνικής συναίνεσης».

Μετά ταύτα ο τέως πρωθυπουργός Αντ. Σαμαράς έλαβε τον λόγο και είπε: «Γιατί ζητάς τη συναίνεση των άλλων εφόσον είσαι κυβέρνηση;» ενώ διευκρίνισε, «όταν… ακούω τη λέξη συναίνεση και με τα τρία κόμματα και μέσα στην κυβέρνηση, αυτό μυρίζει διάθεση συνθηκολόγησης και όχι συναίνεσης και εννοώ για τα εθνικά ζητήματα».

Εύλογο λοιπόν το ερώτημα που θέτουν πολλοί (1 και 2): Ποιος είναι άραγε ο σκοπός της κυβέρνησης Μητσοτάκη η οποία ζητά μετ’ επιτάσεως συναίνεση από τα τρία -τουλάχιστον- μεγάλα κόμματα στα ελληνοτουρκικά; Δεδομένου μάλιστα ο πρωθυπουργός ηγείται μιας σταθερής κυβέρνησης, δίχως ισχυρή αντιπολίτευση;
Το απόρρητο «σχέδιο 180»
Την απάντηση δίνει ένα παλαιότερο αποκαλυπτικό δημοσίευμα της «Εστίας της Κυριακής» (28/05/23) του Μανώλη Κοττάκη:
 
«Το απόρρητο σχέδιο «180» προβλέπει:
1. Συνάντηση κορυφής μεταξύ των δύο ηγετών Ελλάδος και Τουρκίας στον οποίο θα συμφωνηθεί η εγκατάλειψη των διερευνητικών επαφών και αντί αυτών οι απευθείας διαπραγματεύσεις, φαινομενικά χωρίς την μεσολάβηση τρίτου (κατά το πρότυπο των Πρεσπών) σε επίπεδο Υπουργών Εξωτερικών.
2. Στόχος των διαπραγματεύσεων εξπρές θα είναι σε πρώτη φάση η υπογραφή συμφώνου μη επίθεσης μεταξύ των δύο χωρών για να βελτιωθεί η ατμόσφαιρα και η επίλυση του ζητήματος των χωρικών υδάτων. Η Ελλάς επειδή πρόκειται για μονομερές δικαίωμα δεν πρόκειται να ζητήσει την συναίνεση της Άγκυρας αλλά την κατανόηση της. Σύμφωνα με το σχέδιο θα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια στις ακτές της Ηπειρωτικής Ελλάδας, στις ακτές της Εύβοιας και στις ακτές νοτίως της Κρήτης. Ενώ θα αυξήσει τα χωρικά της ύδατα κατά τρόπο διαφοροποιημένο ανά περιοχή στα 7 ή τα 9 μίλια ώστε να διευκολύνει την Τουρκία να αποκτήσει διαδρόμους ιδιοκτησίας της για την ναυσιπλοία της και το πολεμικό ναυτικό της σε όλο το Αιγαίο. Ακόμη και στο μέσον του, δυτικά του 25ου μεσημβρινού στις πλάτες της άμυνας των νησιών του Αιγαίου. Με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει στο βαθύ μέλλον αν δεν μας καλύπτει το Σύμφωνο Μη Επίθεσης. Το θέμα των χωρικών υδάτων έχει επίσης τεράστια σημασία για το ζήτημα της ναυσιπλοΐας στα Στενά του Βοσπόρου που επηρεάζει άμεσα τις ρωσοτουρκικές και τις αμερικανορωσικές σχέσεις.
3. Ψήφιση συνυποσχετικού Ελλάδος-Τουρκίας για την παραπομπή των δύσκολων προς επίλυση διαφορών στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης προκειμένου να αποφύγουν την πολιτική ευθύνη για την τελική λύση οι δύο κυβερνήσεις. Σε αυτό προτείνεται να ενταχθούν οι διαφορές για την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και την Υφαλοκρηπίδα καθώς και το αίτημα της Τουρκίας για την αποστρατιωτικοποίηση των νήσων. Σε ό,τι αφορά το συνυποσχετικό η Ελλάδα θέλει προηγουμένως να καταλήξει σε υπογραφή συνυποσχετικού με την Αλβανία για τις θαλάσσιες ζώνες και γι’ αυτό είναι δυστυχώς υποτονική στο ζήτημα της φυλάκισης του μειονοτικού Δημάρχου Χιμάρας Φρέντι Μπελέρη».
Το νομικό υπόβαθρο
 
Το κατά πόσο το απόρρητο «σχέδιο 180» βρίσκεται ήδη σε προχωρημένο στάδιο εφαρμογής το αφήνουμε στην κρίση του καθενός. Όσον αφορά στον «μαγικό αριθμό 180», διευκρινίζεται ότι σύμφωνα με το «Άρθρο 28» του Συντάγματος:
«1. Oι γενικά παραδεγμένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου, καθώς και οι διεθνείς συμβάσεις, από την επικύρωσή τους με νόμο και τη θέση τους σε ισχύ σύμφωνα με τους όρους καθεμιάς, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. H εφαρμογή των κανόνων του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συμβάσεων στους αλλοδαπούς τελεί πάντοτε υπό τον όρο της αμοιβαιότητας.
2. Για να εξυπηρετηθεί σπουδαίο εθνικό συμφέρον και να προαχθεί η συνεργασία με άλλα κράτη, μπορεί να αναγνωρισθούν, με συνθήκη ή συμφωνία, σε όργανα διεθνών οργανισμών αρμοδιότητες που προβλέπονται από το Σύνταγμα. Για την ψήφιση νόμου που κυρώνει αυτή τη συνθήκη ή συμφωνία απαιτείται πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών [ήτοι 180…].
3. H Ελλάδα προβαίνει ελεύθερα, με νόμο που ψηφίζεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, σε περιορισμούς ως προς την άσκηση της εθνικής κυριαρχίας της, εφόσον αυτό υπαγορεύεται από σπουδαίο εθνικό συμφέρον, δεν θίγει τα δικαιώματα του ανθρώπου και τις βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος και γίνεται με βάση τις αρχές της ισότητας και με τον όρο της αμοιβαιότητας».
Δηλαδή μια ενισχυμένη πλειοψηφία στη Βουλή είναι αρκετή για την εκχώρηση ακόμη και εθνικής κυριαρχίας(;). Υπό αυτό το πρίσμα γίνεται κατανοητό γιατί η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιζητά εναγωνίως τη «συναίνεση». Γι’ αυτόν τον λόγο και ο Αντ. Σαμαράς -ο οποίος γνωρίζει προφανώς το παρασκήνιο-, ξεκαθαρίζει ότι «όταν… ακούω τη λέξη συναίνεση… αυτό μυρίζει διάθεση συνθηκολόγησης».
Αν θέλετε μάλιστα να το πάμε και ένα βήμα παρά πέρα, ένας από τους λόγους που παραιτήθηκε ο Κώστας Καραμανλής, ήταν -εκτός το θέμα του «γάμου» που γνώριζε ότι θα τεθεί επί τάπητος- και η κυοφορούμενη μειοδοσία στα ελληνοτουρκικά -αφορά το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο (1 και 2)- η οποία προλειαίνεται από συγκεκριμένους κύκλους εδώ και χρόνια ενώ πλέον βρίσκεται στην τελική ευθεία  (123 και 4).
Από το «Σύμφωνο Φιλίας» στη «Διακήρυξη των Αθηνών»
Το iEpikaira (19/12/23) έχει ήδη εξηγήσει ότι η «Διακήρυξη των Αθηνών» αποτελεί προσπάθεια αναβίωσης του ελληνοτουρκικού «Συμφώνου Φιλίας» που σύναψε ο Ελευθέριος Βενιζέλος με τον Κεμάλ Ατατούρκ το 1930. Ακόμη και η ακύρωση του προγράμματος των Κορβετών αλλά και του «option» αγοράς μιας επιπλέον Φρεγάτας Belh@rra, εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο. Ποτέ δεν έκρυψε άλλωστε τον θαυμασμό του ο Κ. Μητσοτάκης για τον Ελ. Βενιζέλο, ενώ βλέπει τον εαυτό του ως συνεχιστή του έργου του. «Το βάρος της ευθύνης που φέρω ως πρωθυπουργός δοκιμάζεται στο δέος που μοιράζεται ο κάθε Έλληνας για τον Ελευθέριο Βενιζέλο» έχει γράψει στην «Καθημερινή» την χρονιά των γεγονότων του Oruc Reis.
Με τις δηλώσεις της Ντ. Μπακογιάννη λοιπόν, συμπληρώνεται ένα ακόμα κομμάτι του παζλ και αφορά στην κομματική «συναίνεση» που προσπάθησε να εξασφαλίσει ο Ελ. Βενιζέλος για την υπογραφή του ελληνοτουρκικού «Συμφώνου Φιλίας», την οποία ομοίως επιδιώκει και ο Κ. Μητσοτάκης. Ο Βενιζέλος δήλωνε μετά την υπογραφή του συμφώνου σχετικά με το «κοινό πρόγραμμα όλων των κομμάτων»:
«Εάν ομίλησα περί του πολιτικού προγράμματος της κυβερνήσεώς μου επί της ελληνοτουρκικής προσεγγίσεως, εάν έχω ανάγκη να προσθέσω ότι το πρόγραμμα τούτο είναι κοινόν δι’ όλους τους αρχηγούς κομμάτων εν Ελλάδι, και ότι ανταποκρίνεται σήμερον [κατά δήλωση του ιδίου] εις την θέλησιν του ελληνικού λαού».
Ο αρχηγός της τότε αντιπολίτευσης Παναγής Τσαλδάρης, βέβαια εναντιώθηκε στην υπογραφή του συμφώνου και επέκρινε τον Βενιζέλο, για έλλειψη πρόνοιας προς τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης. Οπόταν ο Βενιζέλος επανήλθε δηλώνοντας:
«Πιστεύω ως προς το μέλλον των ομογενών εν Τουρκία ότι προς αυτούς η συμπεριφορά της τουρκικής κυβερνήσεως θα είναι αναλόγως προς την ανάπτυξιν των φιλικών σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών. Οι Έλληνες εν Τουρκία, είτε ραγιάδες είτε πολίται της Ελλάδος, θα τύχουν υποστηρίξεως εκ μέρους της τουρκικής κυβερνήσεως αναλόγως προς την ανάπτυξιν των φιλικών και στενών σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών».
Οι υπέρμαχοι της «ελληνοτουρκικής φιλίας» 
Ο Τσαλδάρης όμως επιβεβαιώθηκε με τα Σεπτεμβριανά του 1955. Παρά ταύτα, αρκετά χρόνια αργότερα, οι υπέρμαχοι της «ελληνοτουρκικής φιλίας», συνεχίζουν ακάθεκτοι την προπαγάνδα τους. Αντιγράφουμε παρακάτω τον πρόλογο άρθρου με πολλά υπονοούμενα του γνωστού καθηγητή Θάνου Βερεμή στα «Νέα» (30/10/20) -δημοσιευμένο την ώρα που το Oruc Reis όργωνε τις ελληνικές θαλάσσιες ζώνες– υπό τον τίτλο «Ο Κεμάλ, ο Βενιζέλος και το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας 1930»:
«Η σημερινή υποχώρηση του κεμαλισμού στην Τουρκία ύστερα από ογδόντα περίπου χρόνια αδιατάρακτης κυριαρχίας, μας θυμίζει ότι την εποχή που ο Ατατούρκ επιθυμούσε να φέρει το κοσμικό καθεστώς της χώρας του πλησιέστερα προς την Ευρώπη και ο Ελευθέριος Βενιζέλος να λύσει τις αμοιβαίες εκκρεμότητες με τη γειτονική χώρα, έγινε δυνατό το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας του 1930».
Όπως προείπαμε, η προετοιμασία της κοινής γνώμης συνεχίζεται συστηματικά από συγκεκριμένους κύκλους με κοινό παρονομαστή το ΕΛΙΑΜΕΠ. Το σίγουρο πάντως είναι ότι με ή χωρίς «συναίνεση», η εμπειρία μας με τους γείτονες δεν φαίνεται να μας έχει διδάξει αρκετά. Έτσι, για άλλη μια φορά, ο κυρίαρχος λαός παραμένει στο σκοτάδι. Ως απλός θεατής θα κληθεί να αποδεχτεί το όποιο αποτέλεσμα από τα μειοδοτικά μαγειρέματα που γίνονται ερήμην του (123 και 4), υποθηκεύοντας το μέλλον του αλλά και το μέλλον των επόμενων γενεών. Ή τουλάχιστον… Έτσι φαίνεται να υπολογίζουν, όσοι ραδιουργούν εις βάρος του.
Το «χρέος» για την Ελλάδα
Ο Κ. Μητσοτάκης δανειζόμενος τα λόγια του Βενιζέλου: «θα σπρώξωμεν την Ελλάδα εις τον δρόμον της προόδου. Και θα την καταστήσωμεν αγνώριστον», έχει υποστηρίξει ότι έχει «χρέος» να κάνει «τη “χώρα αγνώριστη” σε σχέση με το αρνητικό παρελθόν».
Σήμερα, διανύοντας τη δεύτερη τετραετία του ως πρωθυπουργός, με τις «αντινατιβιστικές» του πολιτικές, την αθρόα εισβολή μεταναστών και την «εξπρές» απονομή ιθαγένειας, την νομοθέτηση της «woke» κουλτούρας, τον διεθνή διασυρμό των υποκλοπών και την απογύμνωση της ΕΥΠ, την τραγική ανικανότητα του «επιτελικού κράτους» στα Τέμπη, την άκρως ανησυχητική μυστική διπλωματία, το γκριζάρισμα της Αν. Μεσογείου, την υπονόμευση του «χάρτη της Σεβίλλης», το εξοπλιστικό ξελάφρωμα των νησιών του Αν. Αιγαίου, την εγκατάλειψη της Κύπρουστην τύχη της,  έχει όντως κάνει την Ελλάδα αγνώριστη. Αυτό που απομένει να φανεί είναι μέχρι πού σκοπεύει να φτάσει την ελληνοτουρκική «προσέγγιση» που εργωδώς προωθεί… Παρά ταύτα, δύσκολα μπορεί κανείς να του αρνηθεί ότι έχει ήδη επιτύχει τον στόχο του.