GRID_STYLE
FALSE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

Breaking News:

latest

Η Ελληνίδα στην Τουρκοκρατία και στο «21» (μέρος 2ο) – ένα εξαιρετικό κείμενο, για τις γνωστές και άγνωστες ηρωίδες

Από το βιβλίο του Ιωάννου Ν. Παπαιωάννου, φιλολόγου-ιστορικού, Εκπαιδευτικού Μ.Ε., «Ιστορικές γραμμές»  Τόμος Γ” (Λάρισα 1983. Σελίδες 2...


Από το βιβλίο του Ιωάννου Ν. Παπαιωάννου, φιλολόγου-ιστορικού, Εκπαιδευτικού Μ.Ε., «Ιστορικές γραμμές» Τόμος Γ” (Λάρισα 1983. Σελίδες 27 – 43.)

Διαβάστε το 1ο Μέρος εδώ 
 
Επανέλαβαν τις θυσίες-αυτοθυσίες του Ζαλόγγου στη βραχώδη κοίτη του ποταμού Μαυρονέρι (Αραπίτσα) οι Ελληνίδες της Νάουσας το 1822, για να μην πέσουν ζωντανές στα χέρια των Τούρκων και για να αποφύγουν ατιμώσεις, μαρτύρια και εξισλαμισμό των παιδιών τους.

Οι γυναίκες και θυγατέρες – νύφες των προεστών και οπλαρχηγών της Νάουσας δέχθηκαν το 1822 συσσωρευμένα πρωτοφανή μαρτύρια:

Μισοθαμένες στο χώμα ως πάσσαλοι, δέχονταν βρισιές από τις Μουσουλμάνες και κτυπήματα από τα μικρά παιδιά των Τούρκων, με αναμμένα δαυλιά!

Ο ίδιος ο Αλμπούλ – Αμπούδ τους πρότεινε να εξισλαμισθούν.

Και όταν δέχθηκε την άρνησή τους, άλλες έκλεισε σε σάκκους με γάτες και ποντίκια , άλλες σε σάκκους γεμάτους φίδια και άλλες γυναίκες έκλεισε σε οχετούς, των οποίων απέφραξε την έξοδο!

Η Ελληνίδα στο «21» δέχθηκε κάθε είδους οργή, αγριότητα, βάσανο, θάνατο, ατίμωση και σκλαβιά από τους Τούρκους, Αρβανίτες και Αιγυπτίους. Χιλιάδες Ελληνίδες, ίσως και εκατοντάδες χιλιάδες, πωλήθηκαν στα ανθρωποπάζαρα της Κων/πόλεως, της Σμύρνης, της Αλεξάνδρειας, της Τύνιδας, του Μοναστηρίου και της Θεσσαλονίκης. Βασανισμένες υπάρξεις οι Ελληνίδες των ανθρωποπαζαριών περιπλανήθηκαν για δεκάδες χρόνια, καθώς περνούσαν από πολλά χέρια αγοραστών, μα παρέμεναν Ελληνίδες.

Το παρακάτω παράδειγμα είναι εντυπωσιακό:
Η Μαρία Δασκαλογιάννη, η μεγαλύτερη κόρη του επαναστάτη των Σφακίων, αιχμαλωτίσθηκε και οδηγήθηκε στην Κων/πολη σκλάβα.

Έγινε σύζυγος Τούρκου αξιωματούχου και απέκτησε και δυο παιδιά.

Όταν πέθανε ο άνδρας της, πήρε την κόρη της και ξέφυγε, έφθασε στην Τήνο, για να προσκυνήσει την Παναγιά της Τήνου και να πεθάνει μοναχή πλέον.

Οι Ελληνίδες μητέρες στις καταστροφές – ολοκαυτώματα της Χίου, της Κάσου, των Ψαρών και αλλαχού, έζησαν το μαρτυρικό πόνο του σπαρακτικού θανάτου των σπλάχνων τους, των παιδιών τους, βλέποντας να γίνονται παιγνίδισμα – λιάνισμα Τούρκικων σπαθιών, ή ρίχτηκαν μαζί τους στον όλεθρο μ’ όποιον τρόπο μπορούσαν.

πίνακας: Sir Charles L. Eastlake: Φυγάδες, μετά την καταστροφή στην Χίο

Πολλές δεκάδες χιλιάδες γνώρισαν τους αλάλητους καημούς και τις πίκρες της προσφυγιάς, χωρίς να γίνονται ουδαμώς εμπόδιο, ούτε έγνοια στους άνδρες τους, αγωνιστές -μαχητές του Ιερού Αγώνα! ο Καραϊσκάκης ήταν αρχιστράτηγος, αλλά η γυναίκα του πέθανε πρόσφυγας στο νησί Κάλαμος της Επτανήσου.
Ποιος μπορεί να υπολογίσει τί είδους και πόσες δοκιμασίες περνούσε, όμως δεν ειδοποίησε τον άνδρα της, να σπεύσει κοντά της.
Στις 19 Αυγούστου 1825 έλαβε την πληροφορία ότι πέθανε η γυναίκα του και οι θυγατέρες του έμεναν πλέον απροστάτευτες.
Εκείνος δεν έφυγε, μόνον έγραψε στην κυβέρνηση: «απέθανεν η σύζυγος μου και ήθελον να υπάγω να οικονομήσω τα παιδιά μου, αλλά δεν αφήνω την πατρίδα».
Αυτή η βαθειά ζωντανή συνείδηση της ιερής ανάγκης του Αγώνα , που κατέπνιγε κάθε άλλη υποχρέωση, κάθε άλλον πόνο, ήταν κοινή πίστη των Ελληνίδων στο «21»!. Η βιοτική ανάγκη δεν θόλωνε τις συνειδήσεις των Ελληνίδων.

Και όταν ήρθαν οι μαύρες ώρες των εμφυλίων πολέμων στον Αγώνα του «21», όταν οι ήρωες έχαναν τους εαυτούς των, οι Ελληνίδες κράτησαν τους αγνούς πόθους τους, την πίστη τους και τη δύναμή τους και δεν βαρύνονταν με πάθη, με φιλοδοξίες ούτε με λεηλασίες, αρπαγές και εγκλήματα.

Οι Ελληνίδες δεν έχασαν τους «καλούς εαυτούς των». 
Είναι χαρακτηριστική η επιστολή της γυναίκας του Νικηταρά στον Πρόεδρο Κουντουριώτη, με την οποία παρακαλεί και παρακινεί να σταματήσουν οι εμφύλιες διαμάχες:

«Εκλαμπρότατε Πρόεδρε κύριε Γεώργιε Κουντουριώτη, είναι δύσκολον να σας παραστήσω την λύπην της ψυχής, οπού εδοκιμάσαμεν όλοι οι ευαίσθητοι πατριώται, όταν οφθαλμοφανώς είδομεν αναμμένον τον εμφύλιον πόλεμον εις τους κόλπους της πατρίδος μας και Χριστιανούς Έλληνας να σκοτώνουν ασπλάγχνως τους αδερφούς των Χριστιανούς. Και αν αφήσω εις αλησμονησίαν την τιμήν του αίματος και τους οικείους αγώνας, μεθ’ ων εξηγοράσθη η ελευθέρα αυτή γη, την οποίαν τολμά να ξαναβάφη σήμερον με αίμα αθώων ομογενών ή ραδιουργία τινών, δεν ημπορώ κατ’ ουδένα τρόπον ούτε εγώ, ούτε άλλος καλός πατριώτης να παραβλέψωμεν τα πικρά δάκρυα τοσούτων πτωχών φαμελιών ταλανιζομένων από τόσας δυστυχίας, πενίαν πείναν, εξωτερικούς και εσωτερικούς φόβους και περιπλέον από την απελπισίαν οπού τους εμπνέει ο εμφύλιος πόλεμος.
Δια τούτο παρακαλούμεν την υμετέραν εκλαμπρότητα, ίνα λάβη οίκτον φιλανθρωπίας και να απαντηθή αυτή η κακή αρχή του εμφυλίου πολέμου.
Όσον δε δια την κατάχρησιν των αιτίων της δικαίας σας οργής, μείνετε βέβαιοι ότι θέλετε εύρει συμμάχους όλους τους καλούς πατριώτας, δια να παύσουν αύται αι καταχρήσεις με ειρηνικώτερον τρόπον και ούτω, να έχετε και την ευλογίαν όλου του Εθνους».
Εν Ναυπλίω τη 1η Μαρτίου 1824. η ευσεβεστάτη πατριώτισσα ΝΙΚΗΤΑΙΝΑ ΑΓΓΕΛΙΝΑ

Ο ψυχικός κόσμος της Ελληνίδας:
Την εποχή που μαίνονταν οι εμφύλιες διαμάχες και εσφάδαζε αιμόφυρτος και σκελετώδης ο αγωνιζόμενος λαός, οι Ελληνίδες συνέχιζαν να προσφέρουν τη μεγάλη γενναία απόφαση, τους αγώνες και τις θυσίες τους για ελευθερία, έναντι οιασδήποτε θυσίας.

Έλαμψε στα χρόνια εκείνα το άστρο του Μεσολογγίου.

Οι γυναίκες ήταν στο πλάι των ελεύθερων πολιορκημένων πολεμιστών, καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα και μαζί τους στην έξοδο μ’ αντρίκια ρούχα, με τα παιδιά και τ’ άρματα στα χέρια.

Όλες οι Ελληνίδες του Μεσολογγίου, εκτός από δεκατρείς (13) που σώθηκαν με την έξοδο, προσφέρθηκαν ολοκαύτωμα στον αγώνα του «21», ή αιχμαλωτίσθηκαν.

Αλλά και στο Μωριά η Ελληνίδα άνθεξε στην οργή του Ιμπραήμ. Συγκλονίζει κάθε ψυχή το απόσπασμα του Μακρυγιάννη: «Ανάμεσα Πάτρα και Γαστούνη, είναι ένα χωριό, το Μέγα Σπήλαιο. Έκανα κονάκι σ’ ενού παπά το σπίτι. Μου λέγει η παπαδιά:

«Όταν ήρθαν οι Τούρκοι του Μπραήμη, εμείς ήμαστε μέσα στο βάλτο, στο νερό, τόσες ψυχές, να γλυτώσουμε.

Και ήρθαν οι Τούρκοι και μας πιάσανε. Και ήταν το σώμα μας καταματωμένο απ’ τις αβδέλλες, μας φάγαν… Και τα παιδιά πεταμένα μέσα – γιομάτο το νερό, σαν μπακακάκια πλέγαν κι άλλα ζωντανά κι άλλα τελείωναν.

Και μ’ έπιασαν οι Τούρκοι και με κοιμήθηκαν τριάντα οχτώ και μ’ αφάνισαν κι εμένα και τις άλλες. Διατί τα τραβήσαμεν αυτά; Δι’ αυτείνη την πατρίδα. Κι έκλαιγε με πικρά δάκρυα… Με πήρε το παράπονο κι έκλαψα κι εγώ». Τέτοια ήταν η ψυχή της Ελληνίδας του «21»! 

Ελεύθερη, αδέσμευτη, πεντακάθαρη η ψυχή της.

Ό,τι κι αν υπέστη η σάρκα της, εξαγνίσθηκε η σάρκα και δέχθηκε η ψυχή της περίσσια τη Χάρη του Θεού.

Ο Ιμπραήμ έκαιγε, έσφαζε, ζωγρούσε κι ατίμαζε, μα ο Μωριάς δεν έπεσε.

Και οι Μανιάτισσες, όπως η Γερακάκη, η Σάββαινα, η Πανώρια Βοζίκη, η Κων/να Ζαχαριά, η Ροζάκαινα, η Ραλλού Μαυρομιχάλη, η Ελένη Λαμπροπούλου και η Ελένη Αναίπη με όπλα τα δρεπάνια του θερισμού, ξύλα και πέτρες τον Ιούνιο του 1826, κράτησαν αναμμένη τη φλόγα της ελευθερίας-όταν είχε πέσει και το Μεσολόγγι και η επανάσταση βρισκόταν στο πιο κρίσιμο σημείο – και ο Ιμπραήμ δεν πέρασε. Η Μάνη έμεινε απάτητη, ο Μωριάς και η Ελλάδα έμεινε ελεύθερη.

Και όταν ο αγώνας τελείωσε, παρά τη δραματική εξάντληση, η Ελληνίδα, η χαροκαμένη γυναίκα του απόμαχου αγωνιστή , η μαυροφορεμένη χήρα του πεσόντος μαχητή, η αλύγιστη μάνα των πεινασμένων ή, καθώς λέγονταν στη Μάνη, των μαύρων ορφανών, ξεπέρασαν τον πόνο τους και ξαναβρήκαν τη ζωτικότητα και την Πίστη στο Θεό και στο Γένος, την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και νοικοκύρεψαν την νεοελληνική οικογένεια και τον τόπο ετούτο τον Ελληνικό.

Η σκέψη τους, η καρδιά τους, οι παραγωγικές ικανότητες δεν έγιναν υπόθεση φιλοπρωτίας ή πολιτικού ανταγωνισμού, αλλά έδωσαν ηθική και πνευματική θέρμη στο λαό μας.

Και αυτή την παράδοση της Ελληνίδας της Τουρκοκρατίας και του εικοσιένα, ακολούθησε και η Ελληνίδα του Σαράντα.


πίνακας:”αποχαιρετισμός”


Στα χρόνια μας γίνεται πολύς λόγος για ισότητα των δύο φύλων, του άνδρα και της γυναίκας, πολύς και ποικίλος λόγος για τα δικαιώματα της γυναίκας, περισσότερος ακόμα λόγος για την εθελοντική και για την υποχρεωτική στράτευση της γυναίκας.

Ωστόσο, περισσότερο τιμούμε την Ελληνίδα γυναίκα όταν της αναγνωρίζουμε, ομολογούμε και συνειδητοποιούμε την προσφορά της.

Και η Ελληνική Ιστορία τονίζει ότι, η προσφορά και η θυσία δικαίωσε την Ελληνίδα γυναίκα.

Η Ελληνίδα γυναίκα στην Τουρκοκρατία και στο εικοσιένα, ούτε διακηρύξεις, ούτε επίσημες κατοχυρώσεις είχε για την ισότητα των δύο φύλων και για δικαιώματα!

Είχε όμως αφάνταστα εκπληκτική ευαισθησία για τις υποχρεώσεις της στην Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη και στην Ελλάδα.

Έτσι μεγαλούργησε, δικαιώθηκε ενώπιον Θεού και των γενεών των επομένων ανθρώπων και άνοιξε δρόμο για τις επερχόμενες γενεές και για την δική μας: Το δρόμο της προσφοράς, του χρέους, της θυσίας.


Οπωσδήποτε από κάπου άντλησε δύναμη η Ελληνίδα της Τουρκοκρατίας και του Εικοσιένα. Δεν άντλησε δύναμη από την… απελπισία, όπως γράφει κάποιος σύγχρονος ιστορικός.

Ούτε από ανθρώπινες διακηρύξεις δικαιωμάτων, από Καταστατικά και νόμους ανθρώπων.

Ούτε μόνον από τον πόθο της ελευθερίας πορίσθηκε τόση καρτερία και τόση δύναμη. Άντλησε η Ελληνίδα δύναμη από ψηλότερα, από την Κυρά του Γένους, την Παναγία!

Ένας Γάλλος περιηγητής, ο Francois Richard, σε χρονικό του που κυκλοφόρησε το 1657 στο Παρίσι, έγραψε ότι η εγκαρτέρηση, η αισιοδοξία, η ευτυχία των Ελλήνων, οφείλονταν στη λατρεία που τρέφουν στην Παναγία: «Σ’ όλα τα σπίτια, βλέπεις εικόνες της Παναγίας. Είναι ο φρουρός, ή καλύτερα η νοικοκυρά του σπιτιού. Σ’ αυτή την εικόνα στρέφουν το βλέμμα, όταν τους συμβή κάτι κακό, ικετεύοντας τη βοήθεια της»Δημιούργησε και αυτή την παράδοση η Ελληνίδα της Τουρκοκρατίας και του Εικοσιένα: την παράδοση της κυράς του Γένους, που συνδέει τον εθνικό βίο των Ελλήνων στενά, με την Παναγία Θεοτόκο.

Γι’ αυτό και είναι απίστευτος ο αριθμός των ναών της Παναγίας στην Ελλάδα. Γι’ αυτό και ονόμασε την Παναγία Θρηνωδούσα, Ξεσκλαβώτρα, Φιλέρημη, Χιλιαρμενίτισα, Ελευθερώτρια, Οδηγήτρια, Παναγιά Χιλιάρμενη, Παναγιά Αρβανίτισσα και Παναγιά Αρμάδα. 

Από την Παναγία αντλούσε παρηγοριά και δύναμη η Ελληνίδα της πολυστένακτης δουλείας και του πολυαίμακτου αγώνα της Ελευθερίας.

Και εκεί κατηύθυνε το Γένος να προσβλέπει, να ελπίζει και να σώζεται.

Η Ελληνίδα έκανε την Παναγία φιλέλληνα!

Γι’ αυτή την προσφορά και την παράδοση της Ελληνίδας στην Τουρκοκρατία και στο «21» ο καθένας αξίζει να επαναλαμβάνει συνειδητά τους στίχους του εθνικού μας ποιητή:

«Ψυχή μεγάλη και γλυκειά, μετά χαράς σ’ το λέω: Θαυμάζω τες γυναίκες μας και στ” όνομά τους μνέω».



ΑΝΤΕΧΟΥΜΕ