GRID_STYLE
FALSE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

Breaking News:

latest

ΑΘΑΝΑΤΟΙ - H θρυλική μάχη του αχυρώνα Λιοπετρίου - Η πορεία των «4» προς την Αθανασία

Είχαν και οι 4, ανδροκαλέσει πολλές φορές το θάνατο.  Και το ραντεβού ορίστηκε από το πεπρωμένο για εκείνη την μέρα, 2 Σεπ...



Είχαν και οι 4, ανδροκαλέσει πολλές φορές το θάνατο. 
Και το ραντεβού ορίστηκε από το πεπρωμένο για εκείνη την μέρα, 2 Σεπτεμβρίου 1958

2 Σεπτεμβρίου 1958, σε έναν Αχυρώνα στο χωριό Λιοπέτρι, μάχονται ηρωικά κατά των Άγγλων και περνούν στο Πάνθεον των Ηρώων τέσσερις γενναίοι αγωνιστές της ΕΟΚΑ, ο Ανδρέας Κάρυος, ο Φώτης Πίττας, ο Ηλίας Παπακυριακού και ο Χρίστος Σαμάρας.


Οι τέσσερις αγωνιστές: Σαμαράς Χρίστος, Παπακυριακού Ηλίας, Πίττας Φώτης και Κάρυος Ανδρέας.
Για τη γενναιότητά τους και τη δράση τους στον αγώνα, ο αρχηγός της οργάνωσης Γεώργιος Γριβας έγραψε: «Είναι πολύ δύσκολον εις εμέ να ξεχωρίσω μεταξύ των τεσσάρων αυτών παλληκαριών ποιος ήταν ο γενναίος των γενναίων, διότι και οι τέσσαρες συνηγωνίσθησαν την στιγμήν εκείνην ποιος θα πέθαινε γενναιότερα».

«Είναι πολύ δύσκολο εις εμέ να ξεχωρίσω μεταξύ των τεσσάρων αυτών παλικαριών ποίος ήταν ο γενναίος των γενναίων, διότι και οι τέσσαρες συνηγωνίσθησαν την στιγμήν εκείνη ποίος θα πέθαινε γενναιότερος.
Ο ηρωικός θάνατος των με συνεκίνησε βαθύτατα υφ΄ ας συνθήκας συνετελέσθη, αλλά και με υπερηφάνειαν, ως αρχηγός, τον κατεχώρησα εις τας σελίδας της ιστορίας της ηρωικής ΕΟΚΑ, διότι έδειξε ποία στοιχεία περικλείει η Οργάνωσις… «των τρομοκρατών»!! και από ποιά υψηλά ιδεώδη ενεφορούντο οι αγωνιστές της.
Και ενταύθα όπως και εις την μάχη του Μαχαιρά κατά Αυξεντίου, οι Άγγλοι στρατιώται μολονότι πολυάριθμοι και διαθέτοντες όλα τα σύγχρονα μέσα δεν κατόρθωσαν να καταβάλουν τους ελαχίστους υπερασπιστάς του αχυρώνος και εχρησιμοποίησαν βενζίνην δια να πυρπολήσουν τον αχυρώνα και εξοντώσουν απάνθρωπως τους εντος αυτού αγωνιζομένους […]
Ο Κυπριακός και ο ξένος τύπος εξήρε την γενναιότητα των τεσσάρων αγωνιστών, βρεττανός δε λοχαγός εδήλωσεν ότι «κατεπλάγησαν όλοι από την μάχη που έδωσε η ΕΟΚΑ στο Λιοπέτρι».



Απομνημονεύματα Γεωργίου Γρίβα Διγενή

Τη νύχτα της 30ης Αυγούστου, οι τέσσερις ήρωες πήγαν στο χωριό Λιοπέτρι με σκοπό να εκπαιδεύσουν τα μέλη της ΕΟΚΑ που βρίσκονταν εκεί, σε θέματα που αφορούσαν τις ενέδρες.

Μετά από προδοσία, οι Άγγλοι κατέφθασαν στο χωριό τα ξημερώματα της 1ης Σεπτεμβρίου προκειμένου να βρουν τους τέσσερις καταζητούμενους.
Οι Άγγλοι θα απέκλειαν το χωριό, οπότε έπρεπε άμεσα να διαφύγουν.

Επιβιβάστηκαν σε αυτοκίνητο ντόπιου συναγωνιστή και προχώρησαν προς την έξοδο του χωριού. Συνάντησαν Άγγλους στρατιώτες και αντάλλαξαν πυροβολισμούς.
Αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στο Λιοπέτρι και κατέληξαν στο σπίτι του Παναγιώτη Καλλή, ιδιοκτήτη του μοιραίου αχυρώνα που αργότερα έμελλε να γίνει βωμός θυσίας και δόξας.

Το Λιοπέτρι, κηρυσσόταν σε κατάσταση αποκλεισμού και κατ’ οίκον περιορισμού.
Κανείς δε μπορούσε να κινηθεί στους δρόμους εκτός των Άγγλων στρατιωτών.

Οι Άγγλοι, θα έφταναν και στον αχυρώνα για έρευνα. 
Τότε, οι αγωνιστές χωρίς να χάσουν το θάρρος και τη ψυχραιμία τους, κρύφτηκαν και έριξαν στα ρούχα τους αρτύματα, προκειμένου να παραπλανήσουν τα ανιχνευτικά σκυλιά.
Οι Άγγλοι, έκαναν έρευνες στο σπίτι και στον αχυρώνα και τελικά δε βρήκαν τίποτα.

Συγκέντρωσαν τους κατοίκους και τους ανέκριναν, ζήτησαν πληροφορίες αλλά μέχρι και εκείνη τη στιγμή οι προσπάθειές τους ήταν άκαρπες.



Στις 1:00 μετά τα μεσάνυχτα της 2ας Σεπτεμβρίου, οι Άγγλοι ύστερα από πληροφορίες επανήλθαν και περικύκλωσαν τον Αχυρώνα.
Ο ιδιοκτήτης και η οικογένειά του, παρά τη πίεση και τα βασανιστήρια που δέχτηκαν από τους στρατιώτες , δε πρόδωσαν τους 4 αγωνιστές.
Οι Άγγλοι τους καλούσαν να παραδοθούν αλλά δεν έπαιρναν καμιά απάντηση, πυροβόλησαν εντός του Αχυρώνα και ομοίως πάλι, καμία απάντηση.




Το πρωί της 2ας Σεπτεμβρίου, έγινε νέος κατ’ οίκον περιορισμός και ο ιδιοκτήτης του Αχυρώνα υποβλήθηκε σε νέα βασανιστήρια.
Όταν ο Παναγιώτης Καλλής επέστρεψε, μπήκε προσεκτικά στον Αχυρώνα και ενημέρωσε σχετικά τα παλικάρια με το τι συνέβαινε.

– Αν μας ανακαλύψουν εμείς θα σκοτωθούμε, είπε ο Ανδρέας Κάρυος.
Οι τέσσερις ήρωες ήταν αγνοί ιδεολόγοι .
Αγκάλιασαν τον Καλλή και τον αποχαιρέτησαν.
Είχαν αποφασίσει να δώσουν τη μάχη.

Ομάδα στρατιωτών, που έφτασε κοντά στον Αχυρώνα δέχτηκε πυροβολισμούς από τους τέσσερις αγωνιστές. 
Οι Άγγλοι τότε ζήτησαν ενισχύσεις, όπου και ήρθαν αμέσως.

Ένας ελληνομαθής δεκανέας, φώναξε στα ελληνικά κατά διαταγή του Άγγλου ταγματάρχη:
- Παραδοθείτε κι βγείτε έξω, αλλιώς οι στρατιώτες θα ανοίξουν πυρ εναντίον σας.
Ο δεκανέας επανέλαβε τρεις φορές τα ίδια λόγια και κάθε φορά η απάντηση ήταν μια ριπή.
Υπάρχει όμως και η πληροφορία ότι ο δεκανέας φώναξε:»
Αν θέλετε τη ζωή σας, παραδοθείτε» αλλά και πάλι δεν δόθηκε απάντηση.
Σιγή απόλυτη επικράτησε στον Αχυρώνα.
Ο προμαχώνας ήταν ήδη περικυκλωμένος κι ο κλοιός του θανάτου αδιαπέραστος.
Το ένδοξο τέλος των 4 αγωνιστών προδιαγραφόταν..
Γύρω από τον Αχυρώνα επικράτησε νεκρική σιγή εκείνες τις στιγμές.
Οι Εγγλέζοι ταμπουρώθηκαν πίσω από τοίχους.
Πήραν θέσεις σε μπαλκόνια, βεράντες, στέγες. 
Ξάπλωσαν στα χαντάκια.
Την απόλυτη σιωπή, έσπασε μια φωνή :

– Παραδοθείτε.

– Μολών Λαβέ, απάντησαν τα κλείστρα των πολυβόλων των αγωνιστών και η μάχη ξεκίνησε.

Ριπές αυτομάτων, εκρήξεις από χειροβομβίδες, πολυβολισμοί, κραυγές πόνου, διαταγές Άγγλων, η εικόνα που επικρατούσε.
Τα 4 παλικάρια έτρεχαν, εναλλάσσονταν, έριχναν με τα όπλα, έριχναν χειροβομβίδες, σκορπούσαν το θάνατο.
Αρκετοί στρατιώτες τραυματίστηκαν και κάποιοι σκοτώθηκαν.

Ένας από τους αγωνιστές βγήκε από τον αχυρώνα πυροβολώντας, αλλά φονεύθηκε από Άγγλο στρατιώτη.
Οι άλλοι αγωνιστές συνέχισαν να πυροβολούν και τραυμάτισαν ένα στρατιώτη και ένα λοχαγό.
Στην ανταλλαγή νέων πυροβολισμών φονεύτηκε νέος αγωνιστής

Οι στρατιώτες, άνοιξαν τρύπα στον Αχυρώνα και πέταξαν ρούχα λουσμένα με βενζίνη, έβαλαν φωτιά, μα έσβησε.
Έφεραν ελικόπτερο, πέταξε πάνω απ’ τον Αχυρώνα, έριξε εμπρηστικά, φούντωσαν φλόγες, ‘‘το Χάνι της Γραβιάς’’ καιγόταν.
Οι αγωνιστές όμως συνέχιζαν τη μάχη.
Ώσπου το ελικόπτερο έβρεξε με βενζίνη τον Αχυρώνα. 
Τα φλογοβόλα μετέτρεψαν τον προμαχώνα σε πυρακτωμένη κόλαση και οι αντάρτες άρχισαν ο καθένας με τη σειρά του την έξοδο πυροβολώντας, μέχρι που διάτρητοι έπεφταν στην αυλή του θυσιαστηρίου νεκροί.
Ποιος έπεσε πρώτος, ποιος τελευταίος, κανείς δεν έμαθε ποτέ.
Μόνο ισχυρισμοί των Εγγλέζων υπάρχουν για τη σειρά των σκυταλοδρόμων του Θανάτου.
Στην ανάκριση λέχθηκε ότι πρώτος έπεσε ο Ανδρέας Κάρυος και σε λίγο ο Χρίστος Σαμάρας.
Ακολούθησε ο Φώτης Πίττας και τελευταίος ο Ηλίας Παπακυριακού.
Οταν οι καπνοί διαλύθηκαν, οι πυροβολισμοί σταμάτησαν, οι Εγγλέζοι προχώρησαν δειλά και λόγχισαν τους ήρωες.
Λόγχισαν τα νεκρά κορμιά με λύσσα και πυροβόλησαν τους ήρωες με περίστροφα. Δεν κινδύνευαν πια!
Ο Ανδρέας Κάρυος κι ο Χρίστος Σαμάρας έπεσαν ο ένας κοντά στον άλλο κατά το νότο.
O Φώτης Πίττας προς την ανατολή.
Κι ο Ηλίας Παπακυριακού βρέθηκε προς το βορρά.

Οι τέσσερις αγωνιστές της ΕΟΚΑ με τον ηρωικό τους θάνατο συγκίνησαν και προκάλεσαν παγκόσμιο θαυμασμό.
Ο τόπος της θυσίας τους, στον οποίο στήθηκαν οι ανδριάντες τους, έγινε εθνικό προσκύνημα.
Σήμερα ο αχυρώνας και η πέριξ αυλή διαμορφώθηκαν σ’ ένα ενιαίο Μνημειακό Χώρο για να διαιωνίζει το μεγαλείο του ηρωισμού και της αυτοθυσίας τους. 



ΟΙ ΗΡΩΕΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΥΟΣ

Γεννήθηκε στο χωριό Αυγόρου της επαρχίας Αμμοχώστου στις 16 Ιουλίου 1926.
Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο του χωριού του και αργότερα καταρτίστηκε μελετώντας θέματα θεολογίας, λογιστικής, αγγλικών και ελληνικής λογοτεχνίας. 
Ήταν στέλεχος της ΠΕΚ και πρωτοστάτησε στην ίδρυση της ΣΕΚ, της ΠΕΟΝ και του θρησκευτικού συλλόγου του χωριού του.
Τον Ιανουάριο του 1955 συνδέθηκε με τον Γρηγόρη Αυξεντίου. Υπήρξε ο διοργανωτής και ο πρώτος υπεύθυνος του αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. στο Αυγόρου.

Πήρε μέρος την 1η Απριλίου 1955 στην επιχείρηση αποκοπής των ηλεκτρικών καλωδίων παρά το Αυγόρου και έπαθε σοβαρά εγκαύματα.
Συνελήφθη αρκετές φορές για τη δράση του και μετά την επίθεση της ομάδας του κατά του αστυνομικού σταθμού Άχνας καταζητήθηκε.
Συνελήφθη τον Νοέμβριο του 1956 και κλείστηκε στα κρατητήρια Πύλας, απ’ όπου απέδρασε στις 12 Μαρτίου 1958.
Συνέχισε τη δράση του ως υποτομεάρχης στην περιοχή Κοκκινοχωριών.
Διακρίθηκε για την πίστη του στο Θεό και στην Πατρίδα.

ΦΩΤΗΣ ΠΙΤΤΑΣ

Γεννήθηκε στο χωριό Φρέναρος της επαρχίας Αμμοχώστου στις 28 Φεβρουαρίου 1935.
Αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο του χωριού του, το Γυμνάσιο Αμμοχώστου και το διδασκαλικό Κολέγιο Μόρφου.
Έγινε μέλος της Ε.Ο.Κ.Α., όταν ήταν σπουδαστής στο Κολέγιο.
Υπηρέτησε ως δάσκαλος στο δημοτικό σχολείο Άχνας και ανέπτυξε πλούσια δράση στον μαχητικό, στον οργανωτικό και στο διαφωτιστικό τομέα. 
Καταζητήθηκε από τους Άγγλους στις 18 Οκτωβρίου 1956.
Ως καταζητούμενος πρόσφερε πολλά στον αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. στα χωριά Λύση, Βατυλή και Άσσια. 
Συνελήφθη στις 10 Ιανουαρίου 1957 και βασανίστηκε ανελέητα για 20 μέρες στις φυλακές της Αμμοχώστου. 
Με το αίμα που έφτυσε από τα βασανιστήρια ζωγράφισε στον τοίχο του κελιού του τη μορφή της ελευθερίας.
Για τα φρικτά βασανιστήρια μας μιλά πολύ εύγλωττα το προσωπικό του ημερολόγιο, στο οποίο κατέγραψε τις εμπειρίες του.
Κλείστηκε στα κρατητήρια Κοκκινοτριμιθιάς και αργότερα της Πύλας, απ’ όπου δραπέτευσε με άλλους συναγωνιστές του στις 12 Μαρτίου 1958.
Συνέχισε τη δράση του ως υποτομεάρχης στην περιοχή Λύσης. 
Είχε πλούσια και αποτελεσματική δράση.
Οι Άγγλοι ενοχλημένοι επέβαλαν δεκαπενθήμερο κατ’ οίκον περιορισμό και επιδόθηκαν σε έρευνες, χωρίς αποτέλεσμα.
Στις 2 Σεπτεμβρίου 1958 έπεσε μαχόμενος για την ελευθερία της πατρίδας του στην ένδοξη μάχη του Αχυρώνα του Λιοπετρίου.

ΗΛΙΑΣ ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΟΥ

Γεννήθηκε στο χωριό Λυθράγκωμη της επαρχίας Αμμοχώστου στις 25 Ιανουαρίου 1938.
Μετά την αποφοίτηση του από το δημοτικό σχολείο του χωριού του φοίτησε στο Γυμνάσιο Αμμοχώστου. 
Μαθητής ακόμη της Ε΄ Γυμνασίου εντάχθηκε στην Ε.Ο.Κ.Α. και έδρασε ως μέλος των ομάδων κρούσεως. 
Πήρε μέρος σε βομβιστικές επιθέσεις. Καταζητήθηκε από τους Άγγλους προτού τελειώσει το Γυμνάσιο.
Τον Μάρτιο του 1957 ανέλαβε την ευθύνη του υποτομέα Άσσιας και των γύρω χωριών.
Ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα.
Μια από τις ενέργειές του ήταν η αρπαγή γαλλικών αυτομάτων όπλων από άνδρες του γαλλικού αποσπάσματος, που είχαν κάνει επέμβαση στο Σουέζ. 
Όταν το καλοκαίρι του 1958 οι Τούρκοι εξαπέλυσαν συστηματικές επιθέσεις εναντίων ελληνικών περιουσιών, οργάνωσε πολιτοφυλακή των Ελλήνων στα χωριά της περιοχής του και αντέκοψε τις τουρκικές επιθέσεις.
Στις 13 Ιουλίου 1958 με προσωπική του καθοδήγηση οι αγωνιστές της Άσσιας ανατίναξαν την υδραντλία, τα υποστατικά και τις υδατοδεξαμενές, από τις οποίες υδρεύονταν οι στρατοπεδευμένες αγγλικές δυνάμεις στον αστυνομικό σταθμό της Βατυλής.
Στις 31 Ιουλίου 1958 ενέπεσε σε αγγλική περίπολο και πληγώθηκε στο πόδι.
Αν και πληγωμένος κατόρθωσε να διαφύγει.
Η δράση του συνεχίστηκε μέχρι τις 2 Σεπτεμβρίου 1958, μέρα του θανάτου του, όταν επιχείρησε ηρωική έξοδο από τον Αχυρώνα του Λιοπετρίου.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΑΜΑΡΑΣ

Γεννήθηκε στο χωριό Λιοπέτρι της επαρχίας Αμμοχώστου στις 12 Φεβρουαρίου 1925.
Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο του χωριού του μέχρι την Τετάρτη τάξη.
Επειδή ήταν φιλομαθής, θρήσκος και αγνός πατριώτης, έμαθε πολλά διαβάζοντας θρησκευτικά βιβλία και ελληνική ιστορία.
Έψαλλε στην εκκλησία του χωριού του.
Υπήρξε ο ιδρυτής της ΟΧΕΝ Λιοπετρίου και ο καθοδηγητής της χριστιανικής κίνησης των γύρω χωριών.
Από το 1954 εντάχθηκε σε μυστική οργάνωση, που προπαρασκεύαζε ένοπλη εξέγερση για την απελευθέρωση της Κύπρου.
Τον Ιανουάριο του 1955 συνδέθηκε με τον Γρηγόρη Αυξεντίου.
Εργάστηκε για τη στρατολόγηση μελών της Ε.Ο.Κ.Α. 
Στις αρχές Μαρτίου του 1955 ορκίστηκαν στο σπίτι του τα πρώτα μέλη της Ε.Ο.Κ.Α. Λιοπετρίου.
Πήρε μέρος την 1η Απριλίου 1955 στην επίθεση που έγινε στη Δεκέλεια με υπεύθυνο τον Γρηγόρη Αυξεντίου.
Την ίδια μέρα καταζητήθηκε και μέχρι τον θάνατό του έμεινε επικηρυγμένος για 5.000 λίρες.
Σ’ όλο αυτό το διάστημα ανέπτυξε δράση στα χωριά Λιοπέτρι, Λιμνιά, Άγ. Σέργιο, Αυγόρου, Ορμήδεια, Περιστερωνοπηγή, Γαϊδουρά, Πυρκά και Πραστειό. 
Έπεσε μαχόμενος στον Αχυρώνα Λιοπετρίου για τα ιδανικά, που πίστευε από την παιδική του ηλικία.

ΑΘΑΝΑΤΟΙ

Στο φως άγνωστες λεπτομέρειες από τη δράση και τη θυσία του Ανδρέα Κάρυου και των άλλων τριών ηρώων του Αχυρώνα Λιοπετρίου.


ΕΡΕΥΝΑ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

ΑΓΝΩΣΤΕΣ λεπτομέρειες από τη δράση και τη θυσία του Ανδρέα Κάρυου και των άλλων τριών ηρώων του Αχυρώνα Λιοπετρίου, έγιναν γνωστές μόλις πρόσφατα, όταν βρέθηκα στον τόπο θυσίας των τεσσάρων.
Παρόντες εκεί συναγωνιστές και συνεργάτες τους στην ΕΟΚΑ, οι οποίοι και έδωσαν ζωντανή τη μαρτυρία τους, σκορπώντας συγκίνηση και θαυμασμό στους παριστάμενους.
Οι τέσσερις ήρωες: Ανδρέας Κάρυος, Φώτης Πίττας, Χρίστος Σαμάρας και Ηλίας Παπακυριακού, είχαν βρεθεί στο Λιοπέτρι μερικές ημέρες πριν από τη θυσία τους και εκεί έμελλε να δώσουν την τελευταία τους μάχη προς τον αγγλικό στρατό και να οδεύσουν προς την αθανασία.
Με τα σώματά τους κατάστικτα από σφαίρες και λογχισμούς, εκτάδην στον περίβολο του φτωχόσπιτου του αγωνιστή Παναγιώτη Καλλή και του ιστορικού Αχυρώνα, όπου οι τέσσερις κρύβονταν.

ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ στη μάχη του Αχυρώνα ο Ανδρέας Κάρυος, ως υποτομεάρχης Αμμοχώστου.
Ένας αγωνιστής παντρεμένος με μικρό παιδί και τη γυναίκα του έγκυο. Ανήκε στις τάξεις της ΟΧΕΝ και της ΠΕΟΝ και μυήθηκε στον αγώνα απελευθέρωση της Κύπρου και Ένωσή της με την Ελλάδα, από το 1954.
Πήρε μέρος στην προσπάθεια διακοπής του ρεύματος στην περιοχή Αυγόρου τη νύχτα της 1ης Απριλίου 1955, κατά την οποία έχασε τη ζωή του από ηλεκτροπληξία ο πρώτος ήρωας της ΕΟΚΑ Μόδεστος Παντελή.
Στη συνέχεια ο Κάρυος συνελήφθη και κρατήθηκε για 15 μέρες στην Αμμόχωστο, με πολλές ανακρίσεις αλλά, ευτυχώς, χωρίς βασανιστήρια και ξεγυμνώματα, τα οποία θα αποκάλυπταν τα καψίματα στη ράχη του από το ρεύμα το οποίο κεραυνοβόλησε τον ήρωα Μόδεστο, τον οποίο κρατούσε στους ώμους του προκειμένου να πετάξει το σχοινί πάνω από τα ηλεκτροφόρα σύρματα, ώστε να προκληθεί η διακοπή του ρεύματος.

Η ΑΠΟΦΑΣΙΤΙΚΟΤΗΤΑ του Κάρυου να προσφέρει στον αγώνα και εν ανάγκη να πέσει μαχόμενος, φαινόταν σε κάθε του δραστηριότητα στην όλη αγωνιστική του πορεία.
Σε μια περίπτωση, λίγες μόνο ημέρες πριν τη θυσία του, με βάση μαρτυρία του συναγωνιστή του Δημητράκη Στυλιανού από τη Ξυλοφάγου, ενώ ο ήρωας ξυριζόταν σε περιβόλι εν μέσω μεγάλων ερευνών των Άγγλων και ο Φώτης Πίττας έκανε εκπαίδευση σε τοπικούς αγωνιστές και τόνιζε τη δύσκολη περίοδο που περνούσε το Κυπριακό λόγω της κορύφωσης των προσπαθειών των Άγγλων να επιβάλουν το «Σχέδιο Μακμίλλαν», ο Κάρυος είπε: 
«Να προσέχετε πάρα πολύ, γιατί είσαστε και νεαροί. 
Να φυλάγεστε καλά από τα κέρφιου και τις προδοσίες, γιατί εμείς, εγώ και ο Φώτης, αν μας ανακαλύψουν, θα δώσουμε τη μάχη.
Δεν πρόκειται να ξανασυλληφθούμε, γιατί δεν ξέρουμε αν θα αντέξουμε για δεύτερη φορά τα φοβερά βασανιστήρια»!..
Σύμφωνα επίσης με μαρτυρία του ομαδάρχη Αχερίτου, Μελή Παπαντωνίου, όταν τις επόμενες ημέρες ο Κάρυος κάλεσε σε σύσκεψη τους τοπικούς υπεύθυνους της περιοχής ευθύνης του για το θέμα των πολιτικών εξελίξεων με το ερώτημα τι θα πράξουν οι αγωνιστές αν κλείσει το Κυπριακό χωρίς να γίνει η Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα για την οποία ορκίστηκαν, όλοι είπαν ότι δεν θα συμφωνούσαν με κάτι τέτοιο.
Ο Κάρυος υπερέβαλε σ’ αυτό και τόνισε ότι οι θυσίες του κυπριακού λαού γίνονται για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και μόνο.
========================================

Πώς συντελέστηκε η θυσία των «4» αθανάτων ηρώων του Αχυρώνα


Ο ΜΗΝΑΣ ΜΗΝΑ, από την Περιστερώνα Αμμοχώστου, δάσκαλος το 1958 στο Λιοπέτρι, αντιπρόεδρος της Ένωσης Αγωνιστών Αμμοχώστου και υπεύθυνος του ιστορικού Αχυρώνα τώρα, είπε για τη θυσία των τεσσάρων:
«Οι καταζητούμενοι αγωνιστές της ΕΟΚΑ, ανάλογα με την κατάσταση που επικρατούσε

στην περιοχή ευθύνης τους, αναγκάζονταν να μετακινούνται, για λόγους ασφάλειας περισσότερο. 
Όμως για τους τέσσερις ήρωες του Αχυρώνα, η μετακίνησή τους στο Λιοπέτρι δεν είχε σχέση με αυτό, αλλά για να στείλουν το μήνυμα πως ο αγώνας συνεχιζόταν, δεν έπρεπε πτοηθεί κανείς και στο τέλος η νίκη θα επέστεφε τα όπλα τους.
Κι αυτό το απέδειξαν περίτρανα με τη θυσία τους.
»Οι τρεις από τους τέσσερις ήρωες, Φώτης Πίττας, υπεύθυνος στο χωριό Λύση, Ηλίας Παπακυριακού, υπεύθυνος στο χωριό Άσσια, και Ανδρέας Κάρυος, υπεύθυνος στην περιοχή Αυγόρου, τέλος Αυγούστου 1958 αποφάσισαν να μετακινηθούν στα Κοκκινοχώρια.
Με την έγκριση του τομεάρχη τους Παύλου Παυλάκη, με εντολή να περάσουν από το Λιοπέτρι για να εκπαιδεύσουν τους αγωνιστές του χωριού, αλλά να καταλήξουν σε κρησφύγετο που είχε ετοιμασθεί στην περιοχή του Ποταμού Λιοπετρίου. 
Έτσι, έφθασαν στο μοναστήρι του Αγίου Κενδέα και από εκεί, με σύνδεσμο τους αγωνιστές Παναγιώτη Βαρδάκη και Ανδρέα Πισσιά, υπεύθυνο Αυγόρου, έφτασαν νύχτα στο Λιοπέτρι.
Τους υποδέχτηκαν οι αγωνιστές του χωριού με επικεφαλής τον Χρίστο Σαμάρα-«Ξάνθο», υπεύθυνο της ΕΟΚΑ Λιοπετρίου.
Τους φιλοξένησαν σε φιλικό σπίτι – του μάστρε Δημήτρη Τσόντου – και την επομένη έκαναν εκπαίδευση στους αγωνιστές.
Την εκπαίδευση στα εκρηκτικά ανέλαβε ο Παπακυριακού, ο οποίος είχε μεγάλη φήμη στην κατασκευή ναρκών.
Το βράδι επέστρεψαν στο σπίτι φιλοξενίας τους και γύρω στα μεσάνυχτα, οι παρατηρητές πρόσεξαν πολλά αυτοκίνητα να κινούνται από την περιοχή της Δερύνειας προς το Λιοπέτρι.
Οι «4» τότε αποφάσισαν να κινηθούν προς το κρησφύγετο, όμως πριν προλάβουν να βγουν έξω από το Λιοπέτρι, συνάντησαν πολλούς Άγγλους στρατιώτες και αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στο σπίτι που τους φιλοξενούσε.
Από εκεί πήραν το αυτοκίνητο του ιδιοκτήτη και, με οδηγό το γιο του Νικόλα, και μαζί τους τον Ηλία Σαμάρα, προχώρησαν με σκοπό να διασπάσουν τον κλοιό και να διαφύγουν.
Όμως, στη συνέχεια έκριναν καλύτερο να κατεβούν από το αυτοκίνητο και να προχωρήσουν πεζή.
Το έκαμαν, αλλά σε 100 μέτρα συνάντησαν μεγάλη δύναμη στρατιωτών οι οποίοι, με τις φωτοβολίδες που έριχναν, έκαναν τη νύχτα-μέρα.
Έτσι οι αγωνιστές αναγκάστηκαν να βάλουν εναντίον τους, να δώσουν ολιγόλεπτη μάχη και να στραφούν προς τα πίσω.
Μαζί τους και οι Χρίστος Μάστρου και Ηλίας Σαμάρας, του οποίου, να σημειωθεί, είχε πέσει η ταυτότητα στη βιασύνη του να αποχωρήσει.
Τόπος απόκρυψης, ο Αχυρώνας!
»Οι «4» αναζητούσαν πού να κρυφτούν και κατέληξαν στο σπίτι του Παναγιώτη Καλλή, ενός ηλιοκαμένου εργάτη της γης με οκτώ παιδιά!
Τους άκουσε που συζητούσαν έξω από το σπίτι του, βγήκε και τους προσκάλεσε να μπουν μέσα.
Ο Ηλίας Σαμάρας παρακάλεσε τότε τους «4» να τον αφήσουν μαζί τους, γιατί είχε συλληφθεί δυο φορές προηγουμένως και ήξερε τι θα πει βασανιστήρια των Άγγλων.
Η απάντηση ήταν «όχι, δεν πρέπει να κινδυνέψουν δυο αδέλφια μαζί».
Από αυτό φαίνεται καθαρά ότι οι τέσσερις ήταν αποφασισμένοι να τα δώσουν όλα μέχρι θανάτου!
»Κρύφτηκαν στον Αχυρώνα του σπιτιού και ο Καλλής τούς εφοδίασε με κουβέρτες και πρόχειρο φαγητό.
Τα άχυρα έφταναν μέχρι πάνω και η απόκρυψη ήταν απόλυτη.
Πέρασε η ημέρα και η επομένη βρήκε το χωριό ολόκληρο υπό κατ’ οίκον περιορισμό, με τους άντρες να συγκεντρώνονται από το στρατό στο σχολείο με ανακρίσεις και ξυλοδαρμούς και τα γυναικόπαιδα να παραμένουν στο σπίτι.
Παράλληλα, οι Άγγλοι άρχισαν ενδελεχείς έρευνες από σπίτι σε σπίτι με τη βοήθεια ανιχνευτικών σκύλων.
Στις οκτώ το πρωί ερεύνησαν και τον Αχυρώνα, χωρίς όμως να ανακαλύψουν τους «4», αφού προηγουμένως, κατόπιν οδηγιών, ο Καλλής είχε ρίξει πάνω στα άχυρα μεγάλη ποσότητα από πιπέρι και αρτύματα.
Ακολούθησε άλλη έρευνα στις δέκα, όπως και άλλες μέχρι το απόγευμα, πάντα, όμως, χωρίς αποτέλεσμα. 
Η αποτυχία των ερευνών σε όλο το Λιοπέτρι απογοήτευε τους Άγγλους, αφού η ανταλλαγή πυρών που έγινε τις πρώτες πρωινές ώρες, τους έπειθε ότι στο χωριό υπήρχαν οπωσδήποτε ένοπλοι μαχητές της ΕΟΚΑ.
»Κι εκεί που οι άντρες κάτοικοι περίμεναν να αποσυρθούν τα συρματοπλέγματα και να μείνουν ελεύθεροι, είδαν τους Άγγλους ν’ αρχίζουν ένα νέο κύκλο πιο σκληρών ανακρίσεων, που συνοδεύονταν από σκληρά βασανιστήρια.
Ήταν η ώρα που πήραν την πληροφορία για το πού ακριβώς κρυβόντουσαν οι «4».
Κι αυτό που έγινε, ήταν ότι ο Ηλίας Σαμάρας που βρέθηκε με τους αγωνιστές το προηγούμενο βράδι, «έσπασε» και ομολόγησε.
Είχε βασανιστεί σε τέτοιο βαθμό, που έγινε ράκος…Μετά από αυτό, οι Άγγλοι έλυσαν τον περιορισμό στο υπόλοιπο χωριό και έστρεψαν την προσοχή τους μόνο στο σπίτι του Καλλή.
Απέκλεισαν τα πάντα, ώστε ούτε μύγα δεν μπορούσε να κινηθεί χωρίς να γίνει αντιληπτή.
Οπλοπολυβόλα και άλλος βαρύς οπλισμός είχαν τοποθετηθεί σε στέγες, ακροβολιστές καραδοκούσαν παντού, υπήρχε Μηχανικό και, γενικά, επιστρατεύθηκαν όλα τα μέσα που διέθετε τότε ο αγγλικός στρατός.
Αντί απάντησης, ριπές αυτομάτων!..
»Τα μεσάνυχτα, μια ομάδα στρατιωτών έφτασε έξω από τον Αχυρώνα και κάλεσε τους αγωνιστές να παραδοθούν, φωνάζοντάς τους «ξέρουμε ποιοι είστε και πού είστε»!
Οι «4» δεν απάντησαν.
Το ίδιο επαναλήφθηκε και όταν ξημέρωσε, με ονομαστική αυτή τη φορά κλήση, και η απάντηση από πλευράς αγωνιστών ήταν μια ριπή αυτομάτου από εκείνον που ακουγόταν το όνομά του.
Στις οκτώ οι Άγγλοι έβαλαν μπροστά…για να χαλάσουν τον Αχυρώνα.
Τοίχοι και σοβάδες της πρόσοψης άρχισαν να πέφτουν, με πολλή όμως καθυστέρηση, αφού οι στρατιώτες είχαν το φόβο επίθεσης από πλευράς αγωνιστών.
Αυτό συνεχίστηκε μέχρι τη μια και μισή το μεσημέρι, όταν στρατιώτες βγήκαν στη στέγη και από την «αχυρότρυπα» προσπαθούσαν να βάλουν φωτιά στον Αχυρώνα χρησιμοποιώντας εύφλεκτα υλικά!
Δεν τα κατάφεραν λόγω του κλειστού χώρου και των προσπάθειών κατάσβεσης από τους «4» και έτσι οι Άγγλοι παραιτήθηκαν της προσπάθειάς τους.
Αμέσως μετά, όμως, κάλεσαν ελικόπτερο, το οποίο και έριψε από ψηλά βενζίνη και εμπρηστικές βόμβες! 
Προκλήθηκε φωτιά και, σε δευτερόλεπτα μέσα, ο Αχυρώνας μετατράπηκε σε λαμπάδα!..
»Για τους αγωνιστές δεν υπήρχε τότε άλλη διέξοδος από την έξοδο και ό,τι βγει…
Πρώτοι, λοιπόν, προχώρησαν προς την αυλή οι Κάρυος και Σαμάρας, με τον πρώτο να βάλλει με το αυτόματό του.
Δεν πρόλαβαν, βέβαια, να πάνε μερικά μέτρα και έπεσαν νεκροί από τα πυκνά διασταυρωμένα πυρά των Άγγλων ακροβολιστών.
Πίτας και Παπακυριακού καθυστέρησαν την έξοδό τους περίπου για ένα ημίωρο, γιατί προφανώς άντεχαν τις καπνιές, ενώ έκαναν και σκέψεις για πώς θα ενεργούσαν.
Κάποια στιγμή βγήκε από τον Αχυρώνα τρέχοντας με το όπλο του ψηλά ο Πίττας,ο οποίος διαπέρασε την αυλή, πετάχτηκε το περιτοίχισμα και βρέθηκε στο δρόμο κι εκεί ακριβώς δέχθηκε τα πυρά ακροβολιστή και έπεσε κι αυτός νεκρός.
Έμεινε στον Αχυρώνα ο Παπακυριακού, που συνέχισε να βάλλει κατά των Άγγλων από μια τρύπα.
Εκεί ακριβώς. βρήκε το θάνατο.
Το αμάραντο στεφάνι της αθανασίας σκέπασε από την ώρα εκείνη τους τέσσερις λιονταρόψυχους ήρωες. Ήταν ημέρα Τρίτη, 2 Σεπτεμβρίου 1958…

========================================

Η πορεία των «4» προς την αθανασία

Ο ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗΣ, ο οποίος είχε συνοδέψει τους ήρωες Κάρυο, Πίττα και Παπακυριακού από το χωριό του Αχερίτου μέχρι το μοναστήρι του Αγίου Κενδέα, μας αφηγήθηκε τα εξής:
«Τους Κάρυο, Πίττα και Παπακυριακού είχα υπό την ευθύνη μου σε σπίτι στο χωριό μου.
Στο διπλανό ακριβώς σπίτι έμεναν οι τομεάρχες Αμμοχώστου και Καρπασίας, Παύλος Παυλάκης και Φώτης Παπαφώτης.
Στις 29.8.58, πήγαμε με τον Παυλάκη στο σπίτι που έμεναν οι τρεις καταζητούμενοι, στους οποίος έδωσε οδηγίες να πάνε στο Λιοπέτρι και από εκεί στο κρησφύγετο στον Ποταμό.
Σε μένα εξ’ άλλου, σύστησε να τοποθετήσω κατά τη μετακίνηση φρουρές κατά διαστήματα, κάτι που ανάλαβε ο αδελφός μου Ανδρέας.
»Στις 30 Αυγούστου πήγα στον Απόστολο Βαρνάβα και φρόντισα για τη μετάβαση στα Λιμνιά των Παυλάκη και Παπαφώτη.
Τους παράδωσα στον υπεύθυνο του χωριού Δημητράκη Ζίκκο, επέστρεψα στην Αχερίτου και ήρθα σε επαφή με τον υπεύθυνο του Αυγόρου Ανδρέα Πισσιά, με εντολή όπως την επομένη το βράδι, να βρίσκεται στο τέρμα της κοιλάδας του Αγίου Κενδέα, για να του παραδώσω τρεις αγωνιστές, χωρίς, όμως, να του πω ποιοι ήταν.
Έτσι και έγινε.
Φεύγοντας από την Αχερίτου, ο Κάρυος μου ζήτησε να μπούμε στο πατρικό μου σπίτι, όπου αγκάλιασε και φίλησε τους γονείς μου.
Πήρε μάλιστα από κρεμαστάρι ένα κολανάκι κυνηγετικού όπλου (αορτήρα) και το έβαλε στο αυτόματο Μ3 που κρατούσε και μας ρωτούσε αν του πάει!
Φύγαμε, αφού ο πατέρας μου τραγούδησε ένα τραγούδι των Κλεφτών του 1821.
»Με προπομπό τον αδελφό μου ξεκινήσαμε και οι πέντε και κάοιαν ώρα φτάσαμε στον Άγιο Κενδέα, όπου ο Κάρυος, που εκτελούσε τότε χρέη υποτομεάρχη και εγώ υπαγόμουν σ’ αυτόν, χαιρέτισε τους 12 αγωνιστές-φρουρούς που επέβλεψαν την πορεία μας.
Εκεί επίσης, αποχαιρετώντας με εμένα ο Κάρυος, μου είπε «αύριο θα γυρίσω πίσω», όπως ήταν η οδηγία του τομεάρχη Παυλάκη: «Μόλις τελειώσετε, ο Πίττας θα πάει στο λημέρι του, ο Ανδρέας στο δικό του και ο Παπακυριακού θα επιστρέψει πίσω στον Η», δηλαδή σε μένα.
»Ακόμα κάτι σημαντικό: Το Μ3 που κρατούσε κατά τη μάχη του Αχυρώνα ο ήρωας Ηλίας Παπακυριακού, ήταν εντελώς καινούργιο και του το έδωσα εγώ.
Το παράλαβα μια βδομάδα προηγουμένως.
Μου το έστειλε ο σύνδεσμος μέσω του αδελφού μου Σοφοκλή Χατζηγιάννη, που ήταν τότε μαθητής. 
Στήσαμε το όπλο μαζί με τον Ηλία, που το πήρε μαζί με τρεις σφαιροθήκες και 110 σφαίρες 45 χιλιοστών.
Το όπλο αυτό έμελλε να το τιμήσει επάξια ο ήρωας Παπακυριακού και να το αποχριστεί μόνο όταν έγινε λιώμα από βλήμα μπαζούκας που έριξαν εναντίον του οι Άγγλοι στρατιώτες!..»

======================================

Λόγχιζαν και πυροβολούσαν τους νεκρούς ήρωες!

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ήταν η αφήγηση του Χρίστου Μάστρου, συναγωνιστή των ηρώων του Αχυρώνα:
«Εγώ είχα ξυπνήσει τους «4» και τους είχα ειδοποιήσει για την άφιξη στρατού στο Λιοπέτρι. 
Μπήκαμε στο αυτοκίνητο του νοικοκύρη του σπιτιού που έμεναν οι καταζητούμενοι και όταν είδαμε έντονες κινήσεις στρατιωτών, ο Φώτης έβαλε τα κιάλια του και είπε πως «εν ολάκαιρο στράτευμα»! Επιστρέψαμε πίσω και προχωρήσαμε πεζή, για να ακολουθήσει μάχη και υποχώρησή μας στο χωριό.
Στη συνέχεια οι Άγγλοι με συνέλαβαν και την ώρα της τελικής μάχης και της εξόδου των «4» από τον Αχυρώνα, με είχαν με χειροπέδες χέρια-πόδια σε στρατιωτικό αυτοκίνητο ακριβώς απέναντι.
Με πήραν εκεί για να με εκτελέσουν όπως μου είπαν, αφού αρνιόμουν να τους παραδώσω το όπλο που χρησιμοποίησα κατά τη μάχη που έγινε, κατά την οποία είχαν σκοτωθεί τέσσερις στρατιώτες, ενώ έξι άλλοι τραυματίστηκαν.
Μέσα από το στρατιωτικό αυτοκίνητο λοιπόν, είδα στρατιώτες να βάλλουν με μπαζούκα σε «αρσαλότρύπα», από την οποία πυροβολούσε εναντίον τους ο Παπακυριακού.
Η έκρηξη του βλήματος έκανε τον ήρωα να πέσει στο χώμα, κυριολεκτικά σαν τσουβάλι! Χρησιμοποίησαν μπαζούκα, διότι ο Παπακυριακού έβαλλε ασταμάτητα κατά των Άγγλων, θυμούμαι μάλιστα, ότι ένας στρατιώτης που ήταν δίπλα μου και πυροβολούσε, έπαιρνε σφαίρες από άλλον στρατιώτη προκειμένου να εξουδετερώσει τον Παπακυριακού, αλλά δεν τα κατάφερνε…
»Στη συνέχεια, οι Άγγλοι με μετέφεραν σιδηροδέσμιο στον περίβολο του Αχυρώνα όπου κείτονταν νεκροί οι τέσσερεις ήρωες και μου είπαν να τους αναγνωρίσω. 
Τους είπα ότι μόνο τον ένα ήξερα, τον Χρίστο Σαμάρα, που ήταν χωριανός μου.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη σκηνή, που οι στρατιώτες είχαν περιζώσει τα άψυχα σώματα των τεσσάρων ηρώων και τα λόγχιζαν με μανία και τα πυροβολούσαν με πιστόλια εξ επαφής!
Τον Ανδρέα Κάρυο ειδικά, τον κομμάτιασαν κυριολεκτικά με τις λόγχες, ακόμα και το κεφάλι του!..»

====================================

Δέσποινα Κάρυου: «Είχα έννοιαν, ότι 
ο Αντρέας έκοψεν μέσα στο Λιοπέτρι…»

ΣΕ επίσκεψή μου στο Αυγόρου τον περασμένο Μάρτη, στα πλαίσια των ιστορικών ερευνών μου, είχα την τύχη να γνωρίσω τη σύζυγο του ήρωα Αντρέα Κάρυου, Δέσποινα, στο σπίτι της.
Ηλικιωμένη, μαυροντυμένη με το παραδοσιακό τσεμπέρι στο κεφάλι, μας υποδέχτηκε εγκάρδια. Και η πρώτη μου ερώτηση, πώς έζησε τη θυσία του άντρα της.
Κι αυτή, με πολλή προθυμία, μου απάντησε:
«Τη νύχτα της Δευτέρας 1ης Σεπτεμβρίου 1958, βρισκόμουν με τον μόλις οκτώ μηνών γιο μου Παναγιώτη στο σπίτι μας στο Αυγόρου, έγκυος δυο μηνών την κόρη μου Ανδρούλλα.
(Πήρε το όνομα του πατέρα της).
Τις πρωινές ώρες άκουσα πολύν θόρυβο μηχανών αυτοκινήτων, οπότε κοίταξα από το παράθυρο και είδα ότι ήταν στρατιωτικά, μαζί με τεθωρακισμένα, και πήγαιναν προς το χωριό μου, το Λιοπέτρι που είναι κοντά.
«Αν είναι στο Λιοπέτρι ο Αντρέας», είπα μέσα μου, «εν να κόψει μέσα».
Ο άντρας μου ήταν καταζητούμενος από τότε που απέδρασε από τα κρατητήρια της Πύλας, στις 14.3.58, μαζί με τους Φώτη Πίττα, Χριστάκη Τρυφωνίδη και Φρίξο Δημητριάδη.
Η υποψία μου για τον Αντρέα μεγάλωσε, όταν κάποιαν ώρα πριν να φέξει, είδα λάμψεις στον ουρανό προς τη μεριά του Λιοπετριού, που ήταν, όπως μάθαμε αργότερα, φωτοβολίδες που έριχναν οι Εγγλέζοι την ώρα που ο Αντρέας με τους άλλους τρεις και τον αδελφό του Σαμάρα, Ηλία, προσπαθούσαν να απομακρυνθούν με αυτοκίνητο από το χωριό, αλλά χωρίς να τα καταφέρουν.
«Έμεινα με την έννοιαν μέχρι το πρωί, όταν ήρθε η κουνιάδα μου Ζηνοβία και με πήρε στο περιβόλι της, απ’ όπου και ξεκίνησα για το Λιοπέτρι.
Στα μέσα του δρόμου βρήκα στρατό και μου είπαν να επιστρέψω πίσω.
Δεν τους άκουσα και προχώρησα, αλλά πιο κάτω υπήρχαν πολύ περισσότεροι στρατιώτες, που με ανάγκασαν να στραφώ.
Κάτι μου έλεγε ότι ο Αντρέας ήταν σίγουρα στο Λιοπέτρι, γι’ αυτό και η αγωνία μου συνεχώς μεγάλωνε.
Το ότι, βέβαια, ο άντρας μου έκοψεν μέσα η Ζηνοβία το ήξερε, αλλά δεν μου το αποκάλυψε.
Της το είπε ο γιος της Παναγιώτης Βαρδάκης, αδελφότεκνος του Ανδρέα, που το προηγούμενο βράδι ήταν στο Λιοπέτρι και είδε το θείο του ότι ήταν εκεί…»
ΤΟ τι επακολούθησε, είναι γνωστό.
Οι Κάρυος, Πίττας, Σαμάρας και Παπακυριακού έδωσαν λυσσώδη μάχη με εκατοντάδες Άγγλους στρατιώτες και έπεσαν μαχόμενοι έξω από το νέο «Χάνι της Γραβιάς», τον ταπεινό αχυρώνα του Λιοπετρίου.
Μπορούσαν να παραδοθούν και να ζήσουν, όμως προτίμησαν τον ηρωικό τους θάνατο.
Η ψυχή τους πέταξε στο πάνθεο των αθανάτων, η δε θυσία τους καταγράφηκε στις χρυσές σελίδες της Ιστορίας του τόπου μας.
Η κυρά Δέσποινα πέθανε δυο μήνες μετά από τη συνάντησή μας, σε ηλικία 82 χρονών.
Το πώς έζησε με τα δυο της παιδιά μετά τον αγώνα, είναι πρέπον να τονισθεί:
Ξενοδούλευε για πολλά χρόνια, μεγάλωσε μόνη τα παιδιά της και μπόρεσε να τα μορφώσει, κρατώντας πάντα ψηλά την αξιοπρέπεια και την τιμή ότι είχε άντρα της έναν ήρωα.

Αιωνία ας είναι η μνήμη της.


(Αρχείο Νίκου Παπαναστασίου-απόσπασμα)
nikospa.wordpress.com


ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΜΑΣ ΠΑΤΩΝΤΑΣ LIKE "ΕΔΩ"