- Δήλωση βόμβα πριν από λίγο στην Βουλή από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη σήμανε "κόκκινο" συναγερ...
-
Δήλωση βόμβα πριν από λίγο στην Βουλή από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη σήμανε "κόκκινο" συναγερμό για τις καταθέσεις των Ελλήνων.
Ο υπουργός τόνισε πως «οι τράπεζες μπορεί να χρειαστούν και νέα ανακεφαλαιοποίηση και αυτά να κληθεί να τα βάλει πάλι ο Έλληνας φορολογούμενος».
Χαρακτηριστικό της κρισιμότητας της κατάστασης είναι η κατάρρευση των μετοχών των Τραπεζών οι οποίες έχασαν άλλο ένα 13% της αξίας τους μέσα στον Ιανουάριο!
«Είμαστε η χώρα με τα περισσότερα κόκκινα δάνεια» τόνισε ο υπουργός Οικονομίας μιλώντας στην επιτροπή παραγωγής και εμπορίου της Βουλής για να προσθέσει «αν δεν το προσέξουμε μπορεί να οδηγήσουμε τις τράπεζες να ζητήσουν νέα κεφάλαια και μπορεί να κληθεί πάλι να τα βάλει ο Έλληνας φορολογούμενος».
Η δήλωση του υπουργού σε μία ιδιαίτερα ευαίσθητη περίοδο για τις τράπεζες πυροδοτεί σειρά σεναρίων για την επόμενη ημέρα στο τραπεζικό σύστημα, την ώρα μάλιστα που οι μετοχές στο Χρηματιστήριο πραγματικά καταρρέουν και οι φήμες για πωλητές ξένους που έχουν συμμετοχή και μάλιστα σημαντική να δίνουν και να παίρνουν.
Επί της ουσίας, η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία παραμένει εξαιρετικά εύθραυστη, παρά τους διαρκείς πανηγυρισμούς της κυβέρνησης Τσίπρα για τη δήθεν «αλλαγή σελίδας», μετά και την έξοδο της χώρας μας από τα Μνημόνια τον περασμένο Αύγουστο.
Εξάλλου, η προοπτική της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών δεν μπορεί να συνεπάγεται παρά μόνον άσχημες ειδήσεις για τους Έλληνες πολίτες.
Για να το εξηγήσουμε πιο απλά:
Η αναζήτηση νέων κεφαλαίων προϋποθέτει αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Εάν αναλογιστεί ότι Έλληνες και ξένοι επενδυτές είναι φύσει και θέσει αδύνατο να δώσουν και άλλα χρήματα, δεδομένου ότι έχουν χάσει αρκετά χρήματα στο πρόσφατο παρελθόν, τότε θα πρέπει να γίνει άμεσα ρευστοποίηση ομολόγων και περιουσιακών στοιχείων.
Μόνο που και αυτό δεν είναι και τόσο εύκολο, καθώς τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών έχουν σχεδόν αδειάσει τον τελευταίο καιρό απ’ αυτά.
Εάν λάβουμε ως δεδομένη την απάντηση ότι οι Έλληνες φορολογούμενοι θα πληρώσουν την ανακεφαλαιοποίηση, τότε αυτό ίσως να σημάνει ακόμη και ενδεχόμενη κρατικοποίηση των τραπεζών.
Ακόμη ένα ζήτημα είναι πώς θα γίνει αυτό και από πού θα βρεθούν τα χρήματα.
Εάν η κυβέρνηση αποφάσιζε, για παράδειγμα να «τραβήξει» χρήμα από το περιβόητο «μαξιλάρι ρευστότητας», η χώρα θα μείνει απροστάτευτη, δημιουργώντας νέο έδαφος για το ξέσπασμα μιας νέας οικονομικής κρίσης, με απρόβλεπτες συνέπειες για τη χώρα.
Χωρίς τέλος είναι το μαρτύριο για τις μετοχές των τραπεζών.
Έχουν κυριολεκτικά βουλιάξει και πλέον και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες αξίζουν μόλις 3,68 δισ.
Η ανησυχία πίσω από τις κλειστές πόρτες των τραπεζικών στελεχών είναι έκδηλη.
Κάποιες μάλιστα πληροφορίες αναφέρουν ότι ορισμένοι από τους ξένους επενδυτές που τοποθετήθηκαν σε τραπεζικές μετοχές, αρχίζουν να ρευστοποιούν τις μετοχές επιτείνοντας την ήδη κακή κατάσταση.
Μόνο τον Ιανουάριο οι μετοχές των τραπεζών υποχώρησαν κατά 13,53%, ενώ η κεφαλαιοποίησή τους έχασε άλλα 570 εκατομμύρια, όσο δηλαδή κοστίζουν δύο τράπεζες Πειραιώς στο χρηματιστηριακό ταμπλό σήμερα.
Η συνολική κεφαλαιοποίηση των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών φτάνει τα 3,68 δισ.
Προκειμένου να διαπιστώσει κανείς το πόσο χαμηλά είναι οι τράπεζες, αρκεί να σημειώσουμε ότι ο ΟΤΕ έχει κεφαλαιοποίηση 5,3 δισ και η Coca Cola 10,85 δισ.
Τον Ιανουάριο τις περισσότερες απώλειες είχε η μετοχή της Τράπεζας Πειραιώς χάνοντας το 32,15% και την κεφαλαιοποίησή της να υποχωρεί στα μόλις 248 εκατομμύρια, ενώ την ίδια ώρα για παράδειγμα η αξιολογότατη επιχείρηση Πλαστικά Κρήτης αξίζει 303 εκατομμύρια.
Ακολούθησε σε απώλειες η Alpha Bank που έχασε 20,63% και η κεφαλαιοποίησή της υποχώρησε στα 1,347 δισ. παραμένοντας πάντως η τράπεζα που αξίζει περισσότερο.
Η μετοχή της Εθνικής έχασε 11,14% με την κεφαλαιοποίησή της να υποχωρεί στα 894 εκατομμύρια.
Μοναδική τράπεζα που ουσιαστικά παρέμεινε σταθερή ήταν η Eurobank σημειώνοντας μάλιστα και οριακή άνοδο 0,74%.
Η κεφαλαιοποίηση της Τράπεζας είναι στα 1,189 δισ.
-
-