- Άρθρο του Francesco Lamendola Μετάφραση: Ιωάννης Αυξεντίου Ως νέοι είμαστε ανυπόμονοι, γιατί δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίπ...
-
Άρθρο του Francesco Lamendola
Μετάφραση: Ιωάννης Αυξεντίου
Ως νέοι είμαστε ανυπόμονοι, γιατί δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για τη ζωή και εκείνο το λίγο που πιστεύουμε ότι ξέρουμε είναι λανθασμένο, έτσι, σαν κακομαθημένα μωρά, τα θέλουμε όλα και αμέσως.
Από την άλλη, ως γέροι γινόμαστε ανυπόμονοι γιατί καταλαβαίνουμε ότι ο χρόνος είναι πολύτιμος.
Όχι με τη χυδαία έννοια ότι ο χρόνος είναι χρήμα, αλλά με την έννοια ότι ο χαμένος χρόνος δεν γυρίζει πίσω.
Ο χρόνος που μας δόθηκε είναι για να κατανοήσουμε και να πράξουμε και όχι για να αερολογούμε.
Γι’ αυτό πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικά είδη ανυπομονησίας, σχεδόν δύο διαφορετικά συναισθήματα.
Ο νέος είναι ανυπόμονος γιατί είναι ακόμη ανώριμος, ο γέρος είναι ανυπόμονος γιατί πλησιάζει προς το τέρμα και γνωρίζει ότι ακόμη δεν κατάλαβε, ούτε εφάρμοσε, το ουσιαστικό.
Κατανόηση και εφαρμογή είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, αλλά αυτό ο νέος δεν το ξέρει, πιστεύει ότι το να καταλάβει είναι το κλειδί για όλα και ότι φθάνει να έχει καταλάβει για να επιλύσει οποιοδήποτε πρόβλημα.
Το ‘68 ήταν ο θρίαμβος των νέων, ήταν μια γιορτή τους.
Μίλαγαν, μίλαγαν, μίλαγαν και δεν σταματούσαν τις συζητήσεις, πίστευαν ότι κατάλαβαν τα πάντα και δεν ολοκλήρωναν ποτέ τίποτα.
Αυτό ασφαλώς είναι λογικό, διότι για να ολοκληρώσεις κάτι, πρέπει να ξέρεις αυτό που θέλεις, αλλά εκείνοι δεν το γνώριζαν.
Ως παιδιά μιας καμένης γενιάς, ήξεραν μόνο εκείνο που δεν ήθελαν.
Δεν ήθελαν να κρίνονται (βλ. Caterina Caselli)• δεν ήθελαν να τους λένε όχι οι γονείς (βλ. Moravia, Dacia Maraini και οι ψυχαναλυτές)• δεν ήθελαν να σέβονται τους αστικούς κανόνες (βλ. Marx, Lenin, κλπ.)• δεν ήθελαν να τους ‘χαλάσει’ μία κακή και άσχημη κοινωνία (βλ. Rousseau)• δεν ήθελαν να αναγνωρίσουν ένα Θεό που Αυτός βρίσκεται στο κέντρο (βλ. ανθρωπολογική στροφή της θεολογίας)• δεν ήθελαν να δουλεύουν (βλ. Χίπις)• δεν ήθελαν να εξετάζονται από τους καθηγητές(βλ. ‘όχι στην καταπίεση’)• δεν ήθελαν τις ψυχιατρικές κλινικές, ούτε να αποδεχτούν ότι υπάρχει η ψυχική ασθένεια (βλ. Foucault, Basaglia και μερικά χρόνια μετά το έργο Στη Φωλιά του Κούκου)• δεν ήθελαν θρησκεία, κράτος, οικογένεια (βλ. το Imagine του John Lennon).
Οι δάσκαλοί τους ήταν η Caterina Caselli, ο Alberto Moravia, η Maraini, ο Freud, ο Marx, ο Lenin, ο Che Guevara, ο Karl Rahner, ο Jack Kerouac, ο Bob Dylan, ο don Milani, ο Foucault, ο Basaglia, ο John Lennon και οι Beatles, ο Sartre και οι Υπαρξιστές και όλοι οι λυπημένοι και κλαψιάρηδες ποιητές.
Για να θεωρηθούν δάσκαλοι τους αρκούσε να ήταν αριστεροί.
Με λίγα λόγια, όλα αυτά δεν ήταν παρά το φεστιβάλ του εξωπραγματικού, το καρναβάλι της ανεπάρκειας και ο θρίαμβος της φλυαρίας.
Τα περισσότερα χειροκροτήματα τα συγκέντρωνε όποιος έλεγε τα πιο ‘κουφά’.
Και ο καθένας το τράβαγε ακόμα πάρα πέρα για να ξεπεράσει τους άλλους, στην αριστερoσύνη εννοείται.
Μία άλλη διαφορά μεταξύ της ανυπομονησίας των νέων και εκείνης των γέρων είναι ότι η πρώτη δεν έχει ένα καθορισμένο αντικείμενο ή εάν έχει, σύντομα γίνεται βαρετό και αντικαθίσταται από ένα άλλο, γιατί το σημαντικό δεν είναι το αντικείμενο, αλλά η πράξη καθαυτή.
Ασφαλώς μιλάμε για την πράξη της απόρριψης, δηλαδή την απόρριψη των πατέρων, της παράδοσης κλπ.
Για να μην υπάρξει παρεξήγηση, να πούμε ότι μιλάμε για τους μοντέρνους νέους, που είναι μία ιδιαίτερη κατηγορία του μοντέρνου ανθρώπου, μία κατηγορία στην οποία φαίνονται με περισσότερη σαφήνεια τα δομικά χαρακτηριστικά της μοντερνικότητας και ειδικά οι βλάβες και οι καταστροφές που ο μοντέρνος τρόπος ζωής επέφερε στην ανθρωπολογική δομή.
-
Η μάταιη φλυαρία των νέων ενοχλεί τους γέρους, διότι αυτή γίνεται μόνον για να καλύψει την απουσία ιδεών, την ουσιαστική αποδέσμευση μεταμφιεσμένη σε πολιτική και κοινωνική δραστηριότητα.
Η διέγερσή τους (των νέων) κάνει τους γέρους να χαμογελάνε ή τους λυπεί, γιατί μοιάζει με έναν επιτόπιο βηματισμό, ένα κυκλικό βάδισμα.
Δεν υπάρχει πρόοδος, αντίθετα, υπάρχει ένας μεγάλος, ξεχειλισμένος ναρκισσισμός: η ασθένεια του εγώ που υπερισχύει πάνω σε κάθε πράγμα και εμποδίζει κάθε εξέλιξη.
Όταν φθάνουμε σε μια ορισμένη ηλικία, ας πούμε κοντά στα εξήντα, αρχίζουμε επιτέλους να σκεφτόμαστε με πραγματιστικό τρόπο.
Μερικοί το κάνουν πιο πριν, αλλά είναι λίγοι.
Συνήθως γινόμαστε πραγματιστές στην ηλικία που θα μπορούσαμε να γίνουμε παππούδες.
Και αυτό είναι ιδιαίτερα αληθινό στην μοντέρνα κοινωνία, που, όντας εμποτισμένη από την ψευδό- παιδαγωγία της ανεκτικότητας και της ελευθεριότητας, τείνει να καθυστερεί πέραν του ορίου την ανάληψη της υπευθυνότητας από μέρους των ατόμων.
Σήμερα, στην πράξη, η ωριμότητα αρχίζει να αναπτύσσεται σημαντικά μετά τα τριάντα έτη ή ακόμη πιο αργά γύρω στα σαράντα. Μέχρι πριν δύο γενιές, αυτό συνέβαινε περίπου στην ηλικία των είκοσι ετών.
Αλήθεια, πόση υποκρισία κρύβει η προοδευτική κουλτούρα, η οποία μιλά πάντα για τα δικαιώματα του ενός ή του άλλου, αλλά αρνείται να ορίσει τις αντίστοιχες υποχρεώσεις και να επιβάλει αυστηρές κυρώσεις στους παραβάτες της πολιτισμένης συμβίωσης;
Πριν μερικές ημέρες, στο Τρεβίζο, ένας Νιγηριανός, υποτιθέμενος πρόσφυγας, συνελήφθει με μία μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών, ήταν αυτός που εφοδίαζε τους μικροέμπορους.
Ο δικαστής δεν θέλησε να τον κρατήσει στην φυλακή ούτε για ένα βραδυ και αποφάσισε ότι τα χρήματα που του είχαν κατασχεθεί έπρεπε να του επιστραφούν, γιατί “δεν είχε αποδειχτεί ότι εκείνα τα χρήματα προέρχονταν από παράνομες δραστηριότητες”.
Ιδού λοιπόν, αυτή είναι η κουλτούρα της ανεκτικότητας (ασυδοσίας), αυτοί είναι οι καρποί του σχετικισμού.
Όλοι οι εγκληματίες ελεύθεροι.
Μήπως επιτέλους πρέπει να συνέλθουμε;
Η ζωή είναι σοβαρό πράγμα, φτάνουν οι φλυαρίες, καιρός να γίνουμε ενήλικες.
Σημειώσεις μεταφραστή
Α) Πριν κάποιες ημέρες παρακολούθησα στην τηλεόραση μία εκπομπή στην οποία ήταν καλεσμένος ένας φημισμένος Έλληνας γενετιστής που εργάζεται στο εξωτερικό.
Η συζήτηση έφθασε και στο ζήτημα της ομοφυλοφιλίας.
Οι διάλογοι ήταν οι ακόλουθοι:
Η δημοσιογράφος έκανε την εξής ερώτηση: “πες τε μου, με το χρωμόσωμα Χ και κάποιες γονιδιακές ανωμαλίες που ορισμένες φορές αυτό μεταφέρει και ευθύνονται για την ομοφυλοφιλία, τι συμβαίνει, τι λένε οι νέες έρευνες;”
Για να λάβει την ακόλουθη απάντηση, από έναν εμφανώς αμήχανο γενετιστή: “α, ναι, παλιότερα υπήρξαν αυτές οι έρευνες αλλά τώρα δεν μας απασχολεί (sic!) αυτό το ζήτημα, ξέρετε δεν θεωρούμε την ομοφυλοφιλία ασθένεια…”
Η συζήτηση αλλάζει θέμα και αρχίζουν να μιλάνε για τις γενετικές έρευνες πάνω στην αιτία των γηρατειών.
Ο γενετιστής λέει τότε: “ξέρετε, εμείς (οι επιστήμονες) θεωρούμε τα γηρατειά ασθένεια”.
Άρα, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι για τη μετανεωτερικη επιστήμη η ομοφυλοφιλία δεν είναι ασθένεια, τα γηρατειά όμως είναι.
Ή αλλιώς το να είσαι γκέι είναι υγεία, το να είσαι γέρος είναι αρρώστια.
Τη λέξη γκέι μπορείτε να την μεταφράσετε επί το λαϊκότερο, για να έχετε πιο ‘ζώσα’ την όλη φράση.
Ποια είναι τα βαθύτερα αίτια αυτών των θέσεων;
Πρώτον, η ‘πολιτική ορθότητα’, εκτός των κοινωνικών διεργασιών, καθορίζει και τη στάση των επιστημόνων αλλά και την ίδια την πορεία των ερευνών τους.
Κατά συνέπεια, φυσιολογικό είναι αυτό που είναι πολιτικά ορθό, και ό,τι είναι πολιτικά ορθό είναι φυσιολογικό.
Δεύτερον, τα γηρατειά, όταν η υλιστική επιστήμη θεωρεί τον κόσμο ως μία κατάσταση που στερείται Τέλους (δηλ. πορεία προς έναν σκοπό με νόημα που ολοκληρώνει το Είναι), τότε είναι φυσικό να θεωρεί τα γηρατειά ως μία ασθένεια, ειδικά σε μία εποχή που τα γηρατειά γίνονται αντιληπτά ως μία ‘μη χρήσιμη’ περίοδος της ζωής.
Όλα αυτά εντάσσονται στην ιδέα της προόδου, που θεοποιεί το μέλλον και διαγράφει το παρελθόν.
Β) Ας δούμε και κάτι πιο μακάβριο τώρα, πριν λίγο καιρό διάβασα την ακόλουθη είδηση: ένας Αλγερινός έσφαξε έναν άστεγο Άγγλο στους δρόμους της Αθήνας.
Ο δράστης τελικά συνελλήφθηκε και ομολόγησε το έγκλημα.
Το ενδιαφέρον όμως είναι ο λόγος που προέβει στο φόνο.
Σύμφωνα με τα όσα είπε στην αστυνομία ο δράστης, ο ίδιος ήταν θύμα μαγείας και για να καταφέρει να λύσει τα μάγια έπρεπε να σκοτώσει άνθρωπο.
Μέσα σε αυτή την είδηση κρύβεται όλο το δράμα της προοδευτικής (‘αντιρατσιστικής’- πολυπολιτισμικής) εποχής μας.
Όχι μόνο δεν μας οδηγεί στην πρόοδο, αλλά αντίθετα στην οπισθοχώρηση σε προνεωτερικές καταστάσεις σκοταδισμού και μαγείας.
Η όλη υπόθεση θυμίζει λογοτεχνία τρόμου, ίσως κάποιο διήγημα του R.H. Howard με τον Αφρικάνο ή Ασιάτη μάγο που βρίσκεται μετανάστης σε δυτική χώρα και μέσα στη νύχτα ψάχνει το θύμα που θα το θυσιάσει στα πνεύματα του σκότους.
Και το σύγχρονο χάος ολοκληρώνεται από το δεύτερο μέρος της είδησης, ποιος ήταν ο άστεγος που κοιμόταν στον οδό Ερμού;
Ένας Άγγλος!
Εν κατακλείδι: Ένας Άγγλος άστεγος που κοιμόταν στην οδό Ερμού στην Αθήνα σφάχτηκε από έναν Αλγερινό ως θυσία για να γλυτώσει από τα μάγια.
Μιλάμε για σουρεαλισμό!
-