- Καθίσταται πλέον εμφανές. Η Κυπριακή Δημοκρατία αδυνατεί, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, να πείσει το διεθνές οικονομικό σύστημα, ειδ...
-
Καθίσταται πλέον εμφανές.
Η Κυπριακή Δημοκρατία αδυνατεί, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, να πείσει το διεθνές οικονομικό σύστημα, ειδικά τις Ηνωμένες Πολιτείες και σε μικρότερο βαθμό την Ευρωπαϊκή Ένωση, ότι δεν είναι το καταφύγιο για ύποπτες συναλλαγές Ρώσων ολιγαρχών.
Δυσκολεύεται, επίσης, να πείσει ότι δεν είναι πλυντήριο βρόμικου χρήματος.
Κι αυτό παρά τους πολύ αυστηρούς κανονισμούς που διέπουν πλέον το κυπριακό τραπεζικό σύστημα, αλλά και τις προσπάθειες που καταβάλλουν, κατά καιρούς, οργανισμοί όπως ο CIPA (o Κυπριακός Οργανισμός Προώθησης Επενδύσεων), ο Κυπριακός Σύνδεσμος Τραπεζών και οι υπηρεσίες της Κεντρικής Τράπεζας.
Ο κόμπος τείνει να φθάσει στο χτένι.
Επιχειρηματίες, τραπεζικοί παράγοντες αλλά και πολιτικά πρόσωπα αναφέρουν ανοιχτά πλέον σε συνομιλητές τους ότι θα πρέπει, επιτέλους, το κράτος και οι αρμόδιοι φορείς να αναλάβουν οργανωμένη και άρτια συντονισμένη δράση για αποτατάσταση της χαμένης τιμής του κυπριακού τραπεζικού συστήματος.
Επιζήμια δημοσιεύματα
Η καχυποψία έναντι του χρηματο-οικονομικού συστήματος της Κύπρου συνεχίζεται εδώ και αρκετούς μήνες.
Παρουσιάζεται, μάλιστα, σε εκτενή δημοσιεύματα μεγάλων διεθνών μέσων ενημέρωσης.
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα έλαβε χώρα την περασμένη Κυριακή, όταν η αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «οι ΗΠΑ τα βάζουν με το αγαπημένο καταφύγιο ρωσικού χρήματος: την Κύπρο».
Στο δημοσίευμα, η εφημερίδα υποστήριζε ότι «τόσο πολύ ρωσικό χρήμα εισέρχεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω της Κύπρου, που το μικρό νησί του ενός εκατομμυρίου κατοίκων εμφανίζεται στα διεθνή στατιστικά στοιχεία ως ο μεγαλύτερος λήπτης ρωσικών επενδύσεων».
Ιδιαίτερα επικριτικό για την Κύπρο ήταν και δημοσίευμα της εφημερίδας New York Times.
Σε άρθρο τους για τις σχέσεις του Γουίλμπουρ Ρος, πρώην αντιπροέδρου της Τράπεζας Κύπρου και νυν υπουργού Εμπορίου των ΗΠΑ, με τη Ρωσία, οι New York Times αποκαλούσαν την Κύπρο το «αγαπημένο χρηματο-οικονομικό καταφύγιο πλουσίων Ρώσων».
Το έγκυρο και πολύ διαδεδομένο στους οικονομικούς κύκλους πρακτορείο Bloomberg, σε παλαιότερο άρθρο του για το κυπριακό πρόγραμμα εκχώρησης διαβατηρίων έναντι επενδύσεων στο νησί, τόνιζε πως στην Κύπρο οι Ρώσοι «προσλαμβάνουν εικονικούς εργαζόμενους για τα επενδυτικά οχήματα που ιδρύουν στο νησί».
Στο ίδιο μήκος κύματος, απόλυτα επικριτικό για τις πρακτικές που ακολουθούνται στην Κύπρο ήταν και πολύ πρόσφατο άρθρο του ευρύτατα διαδεδεμένου ευρωπαϊκού διαδικτυακού ενημερωτικού πόρταλ, EU Observer.
Ο αμερικανικός δάκτυλος
Οι πιέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών προς την Κύπρο να απομακρύνει από το τραπεζικό της σύστημα λογαριασμούς Ρώσων ολιγαρχών κορυφώθηκε τον περασμένο Μάιο.
Τη Λευκωσία επισκέφθηκε τότε ο βοηθός υπουργός Οικονομικών αρμόδιος για την εξουδετέρωση των πηγών χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, Μάρσαλ Μπίλινγκσλι.
Στο πλαίσιο της επίσκεψής του είχε δώσει συνέντευξη στον «Φιλελεύθερο» (σ.σ. εφημερίδα της Κύπρου).
Είχε υπογραμμίσει το αίτημα της Ουάσινγκτον προς τη Λευκωσία για ανταλλαγή πληροφοριών που αφορούσαν Ρώσους ολιγάρχες.
Στις συναντήσεις του με αρμόδιους αξιωματούχους της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο κ. Μπίλινγκσλι ήταν πολύ πιο ευθύς.
Κρατούσε στο χέρι κατάλογο με ονόματα Ρώσων που διατηρούσαν λογαριασμούς σε κυπριακές τράπεζες.
Και ζητούσε επιτακτικά το κλείσιμο των λογαριασμών αυτών, αλλά και τον τερματισμό οποιωνδήποτε συναλλαγών με πρόσωπα που βρίσκονταν στη μαύρη λίστα των Ηνωμένων Πολιτειών, ως φίλοι και συνεργάτες του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Στη λίστα ήταν και το όνομα του Βίκτορ Βέκσελμπερκ, ενός από τους μεγαλύτερους μετόχους της Τράπεζας Κύπρου.
Πολιτικό παιχνίδι
Οι αρμόδιες κυπριακές Αρχές (Κυβέρνηση και τράπεζες), σε επαφές με ξένους συνομιλητές τους, αναγνωρίζουν ότι στο παρελθόν οι κυπριακές τράπεζες διακινούσαν χρήμα που εύκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ύποπτο.
«Ο CIPA, o κυπριακός σύνδεσμος Τραπεζών και άλλοι φορείς διοργάνωναν εκστρατείες προσέλκυσης ξένου κεφαλαίου και εταιρειών στην Κύπρο (σ.σ. αρκετά χρόνια πριν την κρίση του Μαρτίου 2013).
Ενεγράφησαν τότε χιλιάδες εταιρείες και ανάμεσα σε αυτές υπήρχε σίγουρα και βρόμικο χρήμα», ανέφερε στον «Φιλελεύθερο» σημαίνουσα κυπριακή διπλωματική πηγή, με γνώση των οικονομικών πεπραγμένων της εποχής.
Ταυτόχρονα, όμως, οι Κύπριοι αρμόδιοι σπεύδουν να ενημερώσουν τους σημερινούς συνομιλητές τους για το πολύ αυστηρό πλαίσιο, που διέπει τη λειτουργία των τραπεζών στο νησί μετά το κούρεμα του 2013.
«Θέλουμε να αναγνωριστεί ότι εκτός από τις αμερικανικές πιέσεις, ή και λόγω αυτών, υπάρχει αποδεδειγμένα πλέον αλλαγή κουλτούρας σε σχέση με το βρόμικο χρήμα.
Δεν είμαστε πλέον πλυντήριο», ανέφερε εμφαντικά στον «Φιλελεύθερο» ανώτερο τραπεζικό στέλεχος.
Οι συνομιλητές του «Φιλελεύθερου» επεσήμαναν ότι, ως αποτέλεσμα των αυστηρότερων μέτρων, έκλεισαν χιλιάδες τραπεζικοί λογαριασμοί Ρώσων.
Πράγματι, μόνο η Τράπεζα Κύπρου έχει κλείσει, σύμφωνα με δημοσιευμένα στοιχεία, 5.359 λογαριασμούς Ρώσων πρώην πελατών της, ενώ έχει αρνηθεί να ανοίξει λογαριασμούς σε 2.937 εν δυνάμει πελάτες.
Είναι πλέον πολύ δύσκολο να ανοίξει κάποιος λογαριασμός στην Κύπρο.
Χαρακτηριστικό είναι ότι τραπεζικός υπάλληλος πέρασε από πειθαρχική επιτροπή, διότι δέχθηκε στοιχεία και έγγραφα εν δυνάμει πελάτη που είχαν σταλεί με e-mail.
«Ερευνήθηκαν όλα τα ονόματα που υπήρχαν στη λίστα που μας έδωσε ο Αμερικανός βοηθός υπουργός (σ.σ. Μάρσαλ Μπίλινγκλσι)», ανέφερε στον «Φιλελεύθερο» άλλη τραπεζική πηγή.
Σημαίνων διπλωμάτης εκτιμά ότι στις ΗΠΑ «παίζεται ένα σοβαρό πολιτικό παιχνίδι.
Ομοσπονδιακές υπηρεσίες ερευνούν τον ίδιο τον Πρόεδρο της χώρας Ντόναλντ Τραμπ.
Ό,τι έχουν ζητήσει οι Αμερικανοί το έχουμε κάνει.
Τους έχουμε δώσει και ό,τι σχετικό βρήκαμε για τον Μάναφορντ», σημείωσε.
Ανάγκη για εκστρατεία πλήρως συντονισμένη
Οι συνεχιζόμενες αμερικανικές πιέσεις για να «καθαριστεί» το κυπριακό τραπεζικό σύστημα αλλά και τα συχνά επικριτικά δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο αποτελούν δείκτη.
Η Κυβέρνηση, οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς και οι τράπεζες δεν έχουν πείσει ότι το αυστηρό πλαίσιο λειτουργίας του χρηματοοικονομικού συστήματος τηρείται κατά γράμμα και σε όλες τις περιπτώσεις.
Είναι γεγονός ότι Κύπριοι παράγοντες δεν έχουν μείνει αδρανείς.
Ειδικά τα τελευταία δύο χρόνια, καταβάλλεται προσπάθεια να επικοινωνηθεί καλύτερα στο εξωτερικό η αλλαγή κουλτούρας και λειτουργικού πλαισίου στον κυπριακό τραπεζικό τομέα.
Για παράδειγμα, ο Σύνδεσμος Τραπεζών Κύπρου και η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου επιχειρούν, με τη βοήθεια αμερικανικού συμβουλευτικού οίκου, να γνωστοποιήσουν τις σημαντικές αλλαγές που έχουν επέλθει μετά την κρίση του Μαρτίου 2013.
Εκ του αποτελέσματος, πάντως, είναι φανερό πως η προσπάθεια αυτή χρήζει περαιτέρω εντατικοποίησης και ποιοτικής βελτίωσης.
Ανάλογες επικοινωνιακές προσπάθειες καταβάλλει και ο CIPA, ενώ και το υπουργείο Εξωτερικών μελετά εμπλοκή του στο όλο εγχείρημα για να ανακτήσει η χώρα αξιοπιστία σε οικονομικό και, κατά συνέπεια, πολιτικό επίπεδο.
Οικονομικοί παράγοντες τόνισαν στον «Φιλελεύθερο» πως, για να έχουν αποτέλεσμα αυτές οι προσπάθειες, θα πρέπει να γίνει αντιληπτό πως η ακεραιότητα είναι συνυφασμένη με την ίδια την ύπαρξη της Κύπρου.
Η αποκατάστασή της, επομένως, πρέπει να είναι κορυφαία προτεραιότητα και στην ίδια κλίμακα σπουδαιότητας με το Κυπριακό.
Επιπλέον, δεν αρκεί η Κύπρος να είναι «καθαρή» αλλά και να δείχνει «καθαρή».
Ας αναλογισθούν οι υπεύθυνοι πώς μπορεί να πεισθεί ένας ξένος αξιωματούχος ή δημοσιογράφος ότι όλα στην Κύπρο βαίνουν καλώς, όταν κανείς μέχρι τώρα δεν έχει καταδικαστεί για την οικονομική κατάρρευση του τόπου.
Όποιος συνέφαγε με τον Πούτιν είναι «ένοχος»…
Ο πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ, Πολ Μάναφορντ, κατηγορείται στις ΗΠΑ για δοσοληψίες με ανώτατους αξιωματούχους του ρωσικού κράτους.
Ο ίδιος για μια περίοδο μερικών ετών (πριν την κρίση του 2013) διακινούσε χρήματα μέσω τραπεζικών λογαριασμών στην Κύπρο.
Ως γνωστόν, στις ΗΠΑ είναι σε εξέλιξη κρατική έρευνα για τυχόν παράνομη εμπλοκή ρωσικών υπηρεσιών στην προεκλογική εκστρατεία του 2016 υπέρ του νυν Προέδρου και τότε υποψηφίου για την προεδρία, Ντόναλντ Τραμπ.
«Δεν μπορούμε να θυματοποιήσουμε όποιον συνέφαγε με τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Πρέπει να έχει παρανομήσει για να λάβουμε μέτρα εναντίον του», μας ανέφερε χαρακτηριστικά διπλωμάτης συνομιλητής του «Φιλελεύθερου».
Πηγή: Κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος»
-