- Σήμερα μαθαίνουμε ότι Ρώσσοι στρατιώτες χωρίς διακριτικά, εθελοντές, πολεμούν στην Κριμαία και στην Ανατολική Ουκρανία. Οι ...
-
Σήμερα μαθαίνουμε ότι Ρώσσοι στρατιώτες χωρίς διακριτικά, εθελοντές, πολεμούν στην Κριμαία και στην Ανατολική Ουκρανία.
Οι δυτικοί κατηγορούν τους Ρώσσους για υβριδικό πόλεμο.
Η Ρωσσία αρνείται επισήμως την εμπλοκή της στον πόλεμο.
Πριν από 123 χρόνια, οι Έλληνες Μακεδονομάχοι, διεξήγαγαν επιτυχώς τον δικό μας υβριδικό πόλεμο. Είχαν να αντιμετωπίσουν συγχρόνως τους Βουλγάρους κομιτατζήδες, τις Σερβικές διεκδικήσεις στην Μακεδονία, και τις Οθωμανικές αρχές κατοχής.
Οι Βούλγαροι κομιτατζήδες τρομοκρατούν τον Ελληνικό υπόδουλο πληθυσμό.
Έχοντας ηττηθεί στον πόλεμο του 1897, ήταν πολύ δύσκολο η κυβέρνηση των Αθηνών να στείλει επισήμως στρατό για να βοηθήσει τους Έλληνες που υποφέρουν από τις βουλγαρικές θηριωδίες.
Οπότε ξεκινά ένας υπόγειος ανταρτοπόλεμος.
Οι Έλληνες πρόξενοι αναλαμβάνουν να βοηθήσουν τον ΕθνικοΑπελευθερωτικό Αγώνα, ανεπισήμως και μυστικώς.
Για να αντιμετωπιστεί ο βουλγαρικός κίνδυνος, ξεκινούν αντίποινα με οικονομικά, πολιτικά, και στρατιωτικά μέσα.
Δημιουργείται το Μακεδονικό κομιτάτο, και η Οργάνωση της Θεσσαλονίκης.
Ο αξιωματικός της σχολής Ευελπίδων υπολοχαγός Αθανάσιος Σουλιώτης, αναλαμβάνει να οργανώσει δίκτυο κατασκόπων.
Το δίκτυό του παίρνει το όνομα «Οργάνωση της Θεσσαλονίκης», η οποία έχει την βιτρίνα ασφαλιστικής εταιρείας.
Ο υπολοχαγός Σουλιώτης αρχικώς εμφανίζεται υποδυόμενος τον έμπορο και αντιπρόσωπο εταιρείας γερμανικών προϊόντων, με το ψευδώνυμο Νικολαΐδης. Οργανώνει την αντίσταση του Ελληνικού πληθυσμού. Οργανώνει την προπαγάνδα, την συλλογική πληροφοριών, την υποχρεωτική συλλογή χρημάτων για τον Αγώνα, την εκτέλεση των Βουλγάρων κομιτατζήδων.
Και όλα αυτά εκτός συνόρων του νεοελληνικού κράτους.
Τότε οι Έλληνες αξιωματικοί διεξήγαγαν υβριδικό μυστικό πόλεμο.
Η παλαιά σχολή Ευελπίδων στα καλύτερά της.
-
Αθήνα 1896-1900. Σχολή Ευελπίδων. Τέταρτος από δεξιά καθήμενος διακρίνεται ο Αθανάσιος Σουλιώτης
-
Ο Αθανάσιος Σουλιώτης στο Σανατόρειο στα Μελίσσια ... Περίοδος νοσηλείας
Ο Αθανάσιος Σουλιώτης Έλληνας εθνικιστής, ανώτατος στρατιωτικός με το βαθμό του Υποστρατήγου, Εθνικός αγωνιστής που με το ψευδώνυμο «Νικολαΐδης» συμμετείχε στο Μακεδονικό Αγώνα κι ήταν συνεργάτης και επιστήθιος φίλος του Ίωνα Δραγούμη [1], εκδότης, αρθρογράφος, ποιητής και συγγραφέας, ένας από τους πρώτους Έλληνες μυστικούς πράκτορες με τεράστια δράση και συνεισφορά, καθώς και πολιτικός που διατέλεσε βουλευτής και πληρεξούσιος Υπουργός, γεννήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 1878 στην Ερμούπολη της Σύρου και πέθανε στις 22 Μαρτίου 1945, στην Αθήνα, από φυματίωση.
-
Μιλτιάδης Σουλιώτης ... [Μιλτιάδης Σουλιώτης, ο πατέρας του Αθανασίου Σουλιώτη.] ... Μιλτιάδης Σουλιώτης.
Στις 24 Απριλίου 1931 παντρεύτηκε με τη Σοφία Προβελέγγιου, κόρη του ποιητή και βουλευτή Αριστομένη Προβελέγγιου, καθώς και εγγονή από τη μητέρα της Αγλαΐα, του εθνικού αγωνιστή και προκρίτου των Αθηνών Σταύρου Βλάχου, με την οποία δεν απέκτησαν απογόνους.
Στην Αθήνα κατοικούσε σε οικία στην οδό Λιοσίων 98, ενώ έζησε πολλά από τα ύστερα χρόνια του στο αρχοντικό της οικογένειας Προβελέγγιου στη Σίφνο.
Βιογραφία
Ήταν απόγονος της οικογένειας Κολιοδημήτρη από το Σούλι της Ηπείρου.
Ο παππούς του Αθανάσιος Σουλιώτης πήρε μέρος στην Επανάσταση του 1821 και μετά το τέλος της εγκαταστάθηκε στη Σύρο.
Πατέρας του ήταν ο Μιλτιάδης Σουλιώτης και μητέρα του η Μαρία Φάσου, που κατάγονταν από οικογένεια της Λευκάδος και οι πρόγονοι της είχαν μεταναστεύσει στην Ιταλία.
Όταν ο Θανάσης ήταν παιδί, η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ο πατέρας του εργάστηκε αργότερα ως ανώτερος υπάλληλος στην «Εταιρεία Διαχειρίσεως των εις την υπηρεσίαν του Ελληνικού Δημοσίου Χρέους Υπεγγύων Προσόδων». Ο Αθανάσιος Σουλιώτης, που είχε αδέλφια την Ελένη, το Σωκράτη, τον Κωνσταντίνο σύζυγο της Νίνας Αδοσίδη, και τη Τζένια σύζυγο του Μενέλαου Κομποθέκρα, ολοκλήρωσε τα μαθήματα του Δημοτικού το 1887, ενώ παρακολούθησε τα μαθήματα του Γυμνασίου κι αποφοίτησε από το «Ελληνικό Σχολείο».
Το Σεπτέμβριο του 1884, εγγράφηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών όμως τον επόμενο χρόνο εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από την οποία αποφοίτησε το 1900 ως Ανθυπολοχαγός του Πεζικού.
-
Ο Αθανάσιος Σουλιώτης ... "Πόλη, εγώ, 1908-1912"
Μετά από δικό του αίτημα τοποθετήθηκε διοικητής λόχου της παραμεθορίου -τότε- περιοχής με έδρα το ορεινό χωριό Μαλακάσι της Πίνδου, στα Ελληνοτουρικά σύνορα μεταξύ Θεσσαλίας και Ηπείρου, όπου έμεινε επί τέσσερα χρόνια. Επισκέφθηκε με αποστολή στα Τρίκαλα στα τέλη του 1902 και κατέγραψε υπό τύπον επιστολών τις εντυπώσεις του από την ορεινή περιοχή των Τρικάλων, στο βιβλίο του «Γράμματα από τα βουνά», στις οποίες αναφέρει ότι ο Παύλος Μελάς φιλοξενήθηκε στο αρχοντικό του Αναγνωστιάδη, στο Βαρούσι.
Το 1905 αποσπάστηκε στο Υπουργείο των Στρατιωτικών και επέστρεψε στην Αθήνα, όπου υπηρέτησε στη Γεωδαιτική Υπηρεσία, τη Χαρτογραφική Υπηρεσία Στρατού.
Τον ίδιο χρόνο συναντήθηκε με το Λάμπρο Κορομηλά κι αποφάσισε να συμμετάσχει στο Μακεδονικό Αγώνα.
Το 1909, όταν ανακλήθηκε στην Αθήνα από την Κωνσταντινούπολη, δίδαξε ως καθηγητής της Γεωγραφίας στη Σχολή Ευελπίδων.
Τον Ιανουάριο του 1910 δημοσιεύθηκε το πρώτοι διάταγμα που περιλάμβανε την παραίτηση του από το Στρατό και στις 4 Ιουλίου 1912, δημοσιεύθηκε και δεύτερο διάταγμα παραιτήσεως του από το στρατό, για λόγους ασφάλειας.
«Οργάνωση Θεσσαλονίκης» [2]
Με το ψευδώνυμο «Νικολαΐδης» συμμετείχε ενεργά στον Μακεδονικό Αγώνα ως μυστικός πράκτορας, ιδιότητα που διατήρησε και αργότερα, μέχρι το 1916.
Το Μάρτιο του 1906 εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη κι άνοιξε κατάστημα σε συνοικία Εξαρχικών ως αντιπρόσωπος επώνυμης Γερμανικής βιομηχανίας ραπτομηχανών κι αργότερα, τον ίδιο χρόνο, γνωρίστηκε με τον Ίωνα Δραγούμη, στο Δεδέαγατς, όπου ο Ίων ασκούσε καθήκοντα Προξένου.
Η επιχείρηση του Σουλιώτη καταστράφηκε από πυρκαγιά, όμως κατάφερε να αναλάβει αντιπρόσωπος μιας ασφαλιστικής εταιρείας υπό τον τίτλο «Αμοιβαία».
Παράλληλα σύστησε και από το Μάρτιο του 1906 διεύθυνε δική του ομάδα που έφερε την ονομασία «Οργάνωση Θεσσαλονίκης», σημαντική μυστική Ελληνική οργάνωση που ξεκίνησε να δραστηριοποιείται το 1905 στην Θεσσαλονίκη ως δίκτυο συλλογής πληροφοριών με βοηθό το Λουκά Σακελλαρόπουλο, γνωστό με το ψευδώνυμο Αλεξάνδρου, όμως ως κύριο άξονα το Ελληνικό προξενείο και τον Έλληνα πρόξενο Λάμπρο Κορομηλά.
Κύριοι συνεργάτες του ήταν οι γιατροί Δημήτριος Mαργαρόπουλος και Aλκιβιάδης Mάλτος, ο εργοστασιάρχης Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου και ο έμπορος Κωνσταντίνος Tουρνιβούκας.
Στην οργάνωση μυήθηκαν γνωστοί κι εύποροι Έλληνες της Θεσσαλονίκης, που ήταν ήταν κατανεμημένοι σε έξι ομάδες και χρησιμοποιούσαν συνθηματικά στις επαφές και τις συνεννοήσεις τους.
Κύριοι σκοποί της οργανώσεως ήταν η προπαγάνδα, μέσω της διανομής φυλλαδίων με θέματα όπως οι «Προφητείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου» [3], την οποία διένειμε στους αγρότες σε σλαβική μετάφραση για να τους πείσει ότι μόνο οι Έλληνες μπορούσαν να τους ελευθερώσουν από τον τουρκικό ζυγό, «Η Μεγάλη Ιδέα», το 1908, και άλλα, σε όλη την Μακεδονία, τα οποία ήταν γραμμένα στα Ελληνικά και στη σλαβική διάλεκτο, αλλά και η κατασκοπεία.
Η οργάνωση διεξήγαγε οικονομικό πόλεμο κατά των Βουλγάρων «εξαρχικών», καθώς τα μέλη της απαγόρευαν στους Έλληνες να προσλαμβάνουν «Εξαρχικούς», είτε να τους πουλούν πρώτες ύλες και επέβαλαν αυστηρό μποϋκοτάζ στα καταστήματα των «Εξαρχικών».
Επίσης προσπάθησε να πείσει τους Έλληνες καταστηματάρχες να αλλάξουν τις ταμπέλες τους έτσι ώστε τα ελληνικά να είναι τα μεγαλύτερα βάζοντας τα τούρκικα και τα γαλλικά σε υποδεέστερα σημεία.
Τα ελληνικά δεν έμπαιναν συνήθως πρώτα και ο Σουλιώτης σκέφτηκε πως η αλλαγή θα εντυπωσίαζε «τους σλαβόφωνους που έρχονταν στην μακεδονική πρωτεύουσα από τα χωριά» και θα βοηθούσε να επικρατήσει ο Ελληνισμός στην πόλη.
Παράλληλα η οργάνωση αγόραζε γη στις Βουλγαρόφωνες συνοικίες της Θεσσαλονίκης.
Πολλές εταιρείες και μαγαζιά των «Εξαρχικών» χρεοκόπησαν, ενώ πολλοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Θεσσαλονίκη και γενικά τη Μακεδονία, λόγω του οικονομικού αδιεξόδου στο οποίο περιέρχονταν.
Ο Σουλιώτης στρατολόγησε συνολικά 60 πράκτορες και συνέστησε ειδικό «Εκτελεστικό Τμήμα».
Τα χρήματα που χρειάζονταν για τις δραστηριότητες της οργανώσεως ο Σουλιώτης τα εισέπραττε ως ασφάλιστρα για την υποτιθέμενη ασφαλιστική εταιρεία του.
Κατά κανόνα καταβάλλονταν εθελοντικά από τους Έλληνες της Θεσσαλονίκης, όμως αν κάποιος καθυστερούσε η δεν ήθελε να καταβάλλει το ποσό που του αναλογούσε, δεχόταν μια προειδοποίηση.
Αν συνέχιζε να μην συμμορφώνεται τον αναλάμβανε ο εκτελεστικός βραχίωνας της οργανώσεως, που είχε επικεφαλής τον Γαβριήλ Πεντζίκη.
Το εκτελεστικό στοχοποίησε και τα ηγετικά στελέχη των «εξαρχικών», καταφέρνοντας είτε να τα εκτελέσει, είτε να τα εξαναγκάσει να εγκαταλείψουν τη Θεσσαλονίκη.
Με τις δραστηριότητες της εμπέδωσε την ασφάλεια στις Ελληνικές κοινότητες της Μακεδονίας, ενώ παρείχε την ευκαιρία σε αυτούς που από ανάγκη η από φόβο είχαν ενταχθεί στην «Εξαρχική εκκλησία» να επιστρέψουν στο Πατριαρχείο.
«Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως»
Στις αρχές του 1908, πήγε στην Κωνσταντινούπολη με εντολή του Ανατολικού Τμήματος του Μακεδονικού Κομιτάτου της Αθήνας, για να συντονίσει τις ελληνικές δραστηριότητες κατά του Βουλγάρικου Κομιτάτου στη Θράκη.
Τον απασχολούσε κυρίως η αντιμετώπιση της σλαβικής απειλής για τον Ελληνισμό και πίστευε ότι Έλληνες και Τούρκοι θα μπορούσαν να συνεργαστούν σε μία πολυεθνική αυτοκρατορία για να ανακόψουν τη σλαβική πλημμυρίδα.
Την ίδια χρονιά παριστάνοντας τον ασφαλιστικό πράκτορα, ίδρυσε με τη βοήθεια των Αθηνών και τη συνεργασία του Ίωνα Δραγούμη την «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως», με στόχο την ισότιμη συνεργασία των λαών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, υπηρετώντας την Μεγάλη Ανατολική Ιδέα και επιδιώκοντας τον μετασχηματισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε μια πολυεθνική ομοσπονδία.
Παράλληλα η οργάνωση ενεπλάκη ουσιαστικά με τη διαχείριση των Ελληνορθόδοξων εκπαιδευτικών ζητημάτων και συνεργάστηκε με το Φιλελεύθερο κόμμα του Πρίγκηπα Σεμπαχεδίν για την διαδοχή του Σουλτάνου και την δημοκρατική διακυβέρνηση της Τουρκίας.
-
O Αθανάσιος Σουλιώτης στη Κωνσταντινούπολη . 1908
Το Σεπτέμβριο του 1908 η «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως» συνέστησε την οργάνωση «Ελληνικός Πολιτικός Σύνδεσμος», και συνεργάστηκε με το Ανώτατο Κέντρο της «Πανελληνίου Οργανώσεως», δηλαδή με το συνταγματάρχη Παναγιώτη Δαγκλή, που έφερε το ψευδώνυμο «Παρμενίων» και τον Στυλιανό Γονατά, που έφερε το ψευδώνυμο «Στέργιος Γρηγορίου», με στόχο και σκοπό να προωθήσει υποψηφίους και να προετοιμάσει τους Έλληνες για τις πρώτες εκλογές το Φθινόπωρο του ίδιου έτους.
Το έργο του Συνδέσμου ήταν να υποστηρίξει συγκεκριμένους υποψηφίους και να αφυπνίσει τους Ελληνικής καταγωγής και συνειδήσεως ψηφοφόρους, για τα δικαιώματα τους.
Από τούς 253 βουλευτές του κοινοβουλίου της Τουρκικής Αυτοκρατορίας, όπως συνήλθε σε σώμα το Δεκέμβριο του 1908, 23 είχαν Ελληνική εθνική καταγωγή και συνείδηση, και από αυτούς 15 έγιναν μέλη στην «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως».
Από τούς 253 βουλευτές του κοινοβουλίου της Τουρκικής Αυτοκρατορίας, όπως συνήλθε σε σώμα το Δεκέμβριο του 1908, 23 είχαν Ελληνική εθνική καταγωγή και συνείδηση, και από αυτούς 15 έγιναν μέλη στην «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως».
Όλοι τους συναντούσαν τον Σουλιώτη στο γραφείο του ή στα διπλανά γραφεία του Συνδέσμου και εκεί αντάλλασσαν απόψεις με τον Ίωνα Δραγούμη μέχρι την αναχώρηση του, τον Φεβρουάριο του 1909.
Την ίδια εποχή υπήρξε ελληνική συμπαράσταση προς τους Αρμενίους, η οποία κορυφώθηκε κατά τις σφαγές των Αδάνων τον Απρίλιο του 1909, με παραστάσεις Ελλήνων προκρίτων και εκκλησιαστικών ηγετών στις οθωμανικές αρχές και στους ξένους προξένους υπέρ των θυμάτων, με απόκρυψη διωκόμενων Αρμενίων σε ελληνικά σπίτια και με δημόσιες καταγγελίες των ηθικών υπαιτίων [4].
Τότε με εντολή του Ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών άρχισε η προσέγγιση των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τις μη τουρκικές εθνότητες και ιδιαίτερα τους Αρμενίους, ενώ στις 22 Νοεμβρίου 1909 με την καθοδήγηση του Σουλιώτη διοργανώθηκε ογκώδης διαδήλωση από το Πέραν μέχρι την Υψηλή Πύλη, με στόχο να εκφραστεί η απογοήτευση των Ελλήνων της Κωνσταντινουπόλεως για τις κοινοβουλευτικές παρανομίες των μηνών που προηγήθηκαν.
Τον Αύγουστο του 1910, επιτροπή επέδωσε υπόμνημα στο μεγάλο Βεζίρη, το οποίο είχε συντάξει ο Σουλιώτης, κι έφερε τις υπογραφές του συνόλου των Ελλήνων βουλευτών του Οθωμανικού κοινοβουλίου.
Στο υπόμνημα εκφράζονταν ο σκεπτικισμός για τις αντιδημοκρατικές εκλογικές διαδικασίες καθώς και για το ανελεύθερο καθεστώς υπό το οποίο είχαν διεξαχθεί οι εκλογές, ενώ έθετε θέμα νέου εκλογικού νόμου.
Το Φθινόπωρο του 1910 ως το τέλος του 1911 υλοποιήθηκε ο ελληνοαρμενικός «συνασπισμός» με κοινές ενέργειες των δύο Πατριαρχείων προς την Πύλη για την άρση των στρατολογικών, εκπαιδευτικών και των άλλων μέτρων εκτουρκισμού που χρησιμοποιούσαν οι Νεότουρκοι, με την έκδοση ειδικής εφημερίδας για τα δίκαια των εθνοτήτων της αυτοκρατορίας, την «Tribune des Nationalites», με τη συσπείρωση των πολιτικών εκπροσώπων των δύο λαών γύρω από τον «Ελληνικό Πολιτικό Σύνδεσμο» και με συντονισμό των παρεμβάσεων των Ελλήνων και Αρμενίων βουλευτών στην Οθωμανική Βουλή. [5]
Ο Σουλιώτης διεύθυνε την «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως» μέχρι το Οκτώβριο του 1912, οπότε η Οργάνωση διαλύθηκε, έχοντας καταφέρει να εγγράψει περισσότερα από 500 μέλη.
Υπόμνημα σε Μπαλτατζή
Πριν την έναρξη των βαλκανικών πολέμων και καθώς είχε επικρατήσει η επανάσταση των Νεοτούρκων, που αρχικά δημιούργησε σημαντικές προσδοκίες για αλλαγή της πολιτικής της ΟΘωμανικής Αυτοκρατορίας απέναντι στις Εθνικές μειονότητες που την κατοικούσαν, ο Σουλιώτης και ο Ίωνας Δραγούμης, έστειλαν υπόμνημα προς τον τότε υπουργό των Εξωτερικών Γεώργιο Μπαλτατζή.
«...Νομίζομε λοιπόν ότι είναι ανάγκη όσο το δυνατόν γρηγορώτερα, τώρα μάλιστα, να αντικατασταθή στο νού των αρχηγών τουλάχιστον του έθνους, το ιμπεριαλιστικό μας όνειρο με το ακόλουθο πρόγραμμα..{...}....
Όσο το δυνατόν γρηγορώτερα, τώρα μάλιστα, σκοπό να βάλωμε όχι μια ελληνική μεγάλη αυτοκρατορία, αλλά ένα συνασπισμό των λαών και των κρατών της Βαλκανικής χερσονήσου και της Μικράς Ασίας....»
Βαλκανικοί πόλεμοι
Το λάθος των Τούρκων να στραφούν εναντίον των Ελλήνων κατέληξε στην κήρυξη του 1ου Βαλκανικού πολέμου και στη συνεργασία Ελλήνων και Σλάβων εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Αν και ο Σουλιώτης, όπως και ο Ίωνας Δραγούμης, ήταν κατ’ αρχή τουλάχιστον εναντίον τής συνεργασίας με τους Σλάβους, συμμετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους και ως στρατιωτικός ακόλουθος της Ελληνικής πρεσβείας στη Σόφια, με το βαθμό του Λοχαγού είχε διορισθεί Στρατιωτικός Σύνδεσμος στο Βουλγαρικό Στρατηγείο και στη βουλγαρική μεραρχία του στρατηγού Τεοντόρωφ στα Τουρκοβουλγαρικά σύνορα.
Στις 5 το απόγευμα της Κυριακής 21 Οκτωβρίου 1912 συνάντησε στην Άνω Τζουμαγιά, το στρατιωτικό γιατρό Φίλιππο Νίκογλου, Ελληνικής καταγωγής που υπηρετούσε ως έφεδρος Βούλγαρος πολίτης.
Το Σουλιώτη είχε καλέσει εκεί ο Βούλγαρος στρατηγός Τεοντόρωφ, όμως σύμφωνα με όσα ήξερε ο Νίκογλου, ο στρατηγός δεν θα εμφανίζονταν στο ραντεβού, καθώς κατευθυνόταν προς τη Θεσσαλονίκη και η συνάντηση κλείστηκε απλά για να μην καταλάβει η Ελληνική κυβέρνηση τον πραγματικό προορισμό του, ότι δηλαδή μία Βουλγαρική μεραρχία βάδιζε προς τη Θεσσαλονίκη με σκοπό την κατάληψη της.
Σύμφωνα με όσα έγραψε ο Σουλιώτης, ο Φίλιππος Νίκογλου «.....προθύμως πλησιάσας με, μοι είπεν ότι από της αρχής του πολέμου όλαι οι εμπιστευτικαί διαταγαί συνιστούσαν την καταβολήν πάσης προσπαθείας όπως αι Μακεδονικαί πόλεις και προπάντων η Θεσσαλονίκη καταληφθούν προ της καταλήψεως αυτών υπό του Ελληνικού Στρατού.
Με επιβεβαίωσεν ότι ο Διάδοχος Βόρις μετά του Στρατηγού Ράτζο Πέτρωφ διήλθον από την Άνω Τζουμαγιά και ότι είδεν εις στο ξενοδοχείο του στρατιώτας της βασιλικής φρουράς οδηγούντας την βασιλικήν άμαξα, προοριζομένη δια την επίσημον είσοδον του Διαδόχου της Βουλγαρίας εις Θεσσαλονίκην...».
Ο Λοχαγός Σουλιώτης προκειμένου να τηλεγραφήσει κρυπτογραφημένες τις πληροφορίες, προσποιήθηκε ότι ασθενούσε και με πιστοποίηση γιατρού επέστρεψε για νοσηλεία σε Νοσοκομείο στη Σόφια.
Εκεί ο Στρατιωτικός Ακόλουθος Ταγματάρχης Φρατζής τηλεγράφησε τις πληροφορίες με τους κώδικες του Υπουργείου Εξωτερικών στον Υπουργό Λάμπρο Κορομηλά.
Με βάση την πληροφορία του Νίκογλου, σώζονται δύο χειρόγραφα σημειώματα του Νίκογλου τα οποία βρίσκονται στο αρχείο του Σουλιώτη στη Γεννάδειο βιβλιοθήκη, ο Ελληνικός στρατός άλλαξε τον αρχικό του σχεδιασμό και στις 26 Οκτωβρίου 1912, κατέλαβε στη Θεσσαλονίκη.
Στις 27 Οκτωβρίου, εμφανίστηκε έξω από την πόλη η Βουλγαρική μεραρχία η οποία ζήτησε να στρατωνιστεί μέσα στην πόλη, όμως επετράπη σύντομη παραμονή σε δύο τάγματα Βουλγαρικά, τα οποία απομακρύνθηκαν λίγες ημέρες αργότερα, μετά από ένοπλη δράση του Υποστρατήγου Κωνσταντίνου Καλλάρη, στρατιωτικού διοικητή της πόλεως.
Το 1920 προήχθη στο βαθμό του Αντισυνταγματάρχη.
Στο τέλος της στρατιωτικής του καριέρας μετατάχθηκε στην Ελληνική Βασιλική Χωροφυλακή από την οποία αποστρατεύτηκε το 1922, με το βαθμό του Συνταγματάρχη.
Πολιτική δράση
Υπηρέτησε σε διάφορες διπλωματικές αποστολές και για τις ανάγκες τους, κατά διαστήματα, μετακινήθηκε ή μετατέθηκε στις πρεσβείες της Σόφιας, του Παρισιού, της Κωνσταντινουπόλεως καθώς και στην Αίγυπτο, στο Κάιρο και την Αλεξάνδρεια, με στόχο τη συνεννόηση με εξόριστους Παλαιότουρκους και φιλελεύθερους Νεότουρκους.
Για τις αποστολές του υπέβαλε εκθέσεις προς τον εκάστοτε Υπουργό των Εξωτερικών, αλλά και τους πρωθυπουργούς της Ελλάδος.
Για τις αποστολές του υπέβαλε εκθέσεις προς τον εκάστοτε Υπουργό των Εξωτερικών, αλλά και τους πρωθυπουργούς της Ελλάδος.
Το 1915 έως το 1916, ορίστηκε Νομάρχης Ιωαννίνων και αργότερα διαγγελεύς στην Κωνσταντινούπολη, ενώ την περίοδο 1918-19, επί κυβερνήσεως του Ελευθερίου Βενιζέλου, εκτοπίστηκε ως Βασιλόφρονας στο Ηράκλειο της Κρήτης.
Το 1920, διετέλεσε πληρεξούσιος Θεσσαλονίκης στη Γ' Εθνοσυνέλευση που λειτούργησε το ίδιο έτος.
Στην Αθήνα μαζί με τους Ίωνα Δραγούμη και Γεώργιο Μπούσιο επανεξέδωσε την εφημερίδα «Πολιτική Επιθεώρησις» [6] στις 2 Ιανουαρίου 1915, με τη μορφή περιοδικού [7] ενώ δημοσίευσε πολλά άρθρα σε καθημερινές εφημερίδες, που επικεντρώνονται στο χειρισμό των εθνικών ζητημάτων από τον Ελευθέριο Βενιζέλο στον οποίο ασκούν σφοδρή κριτική.
Το 1922 ήταν βουλευτής με το «Λαϊκό Κόμμα» του Δημητρίου Γούναρη.
Το 1934 έως τις 15 Ιουνίου 1935, διορίστηκε Νομάρχης Φλώρινας, ενώ στις 28 Δεκεμβρίου 1935 διορίστηκε και στις 15 Ιανουαρίου 1936 ορκίστηκε και ανέλαβε καθήκοντα πληρεξούσιου Υπουργού, Γενικού Διοικητή Θράκης, στην κυβέρνηση του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Δεμερτζή [8].
Αντελήφθη την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στην περιοχή και ανέφερε στους προϊσταμένους του το τεράστιο ζήτημα της τουρκικής προπαγάνδας στη Θράκη, μέσω του Τουρκικού προξενείου και ίδρυσε στα πλαίσια της Γενικής Διοίκησης το Τμήμα Πολιτικών Υποθέσεων, που μέχρι σήμερα έχει αρμοδιότητα την παρακολούθηση της εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάνης για τις μειονότητες, με σκοπό την παρακολούθηση της δραστηριότητας του Τουρκικού Προξενείου Κομοτηνής.
Υπέβαλε την παραίτηση του στην κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά και στις 2 Ιουλίου 1936 δημοσιεύθηκε η επίσημη αποδοχή της [9].
Αντελήφθη την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στην περιοχή και ανέφερε στους προϊσταμένους του το τεράστιο ζήτημα της τουρκικής προπαγάνδας στη Θράκη, μέσω του Τουρκικού προξενείου και ίδρυσε στα πλαίσια της Γενικής Διοίκησης το Τμήμα Πολιτικών Υποθέσεων, που μέχρι σήμερα έχει αρμοδιότητα την παρακολούθηση της εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάνης για τις μειονότητες, με σκοπό την παρακολούθηση της δραστηριότητας του Τουρκικού Προξενείου Κομοτηνής.
Υπέβαλε την παραίτηση του στην κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά και στις 2 Ιουλίου 1936 δημοσιεύθηκε η επίσημη αποδοχή της [9].
Το όνομα του περιλαμβάνεται μεταξύ εκείνων των επιφανών Ελλήνων Τεκτόνων, ως μέλος της Στοάς «Σκενδέρμπεης» [10].
Στις 14 Μαρτίου 1945 με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου του απονεμήθηκε ο βαθμός του Υποστρατήγου εν αποστρατεία τιμής ένεκεν για τη δράση του στη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα [11].
Το 1942, στη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα προσβλήθηκε από φυματίωση και νοσηλεύθηκε σε Σανατόρειο στα Μελίσσια [12] ασθένεια από την οποία πέθανε τρεις μήνες μετά τα Δεκεμβριανά γεγονότα.
Το 1942, στη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα προσβλήθηκε από φυματίωση και νοσηλεύθηκε σε Σανατόρειο στα Μελίσσια [12] ασθένεια από την οποία πέθανε τρεις μήνες μετά τα Δεκεμβριανά γεγονότα.
Μνήμη Αθανασίου Σουλιώτη
Ο Σουλιώτης, δεν έτρεφε πολλές ελπίδες για την ειρήνευση της Μακεδονίας, θεωρούσε εφικτή την ειρηνική συμβίωση με τους Τούρκους που θα οδηγούσε στον εξελληνισμό του Οθωμανικού κράτους.
Πρότεινε ως όρο, για να αρθεί η δυσπιστία ανάμεσα στα δύο κράτη, την παραίτηση της Ελλάδας από κάθε επέκταση προς την οθωμανική επικράτεια και καλούσε τους Έλληνες της αυτοκρατορίας να αναπτύξουν όλη τους την εκπολιτιστική ικανότητα και ήταν υποστηρικτής της «..Μεγάλης Ιδέας ..».
Ο Ίωνας Δραγούμης έγραφε [13] για το Σουλιώτη.
«...Είσαι καλλίτερός μου στο έργο που μαζί φορτωθήκαμε και θα σε ζήλευα για την υπεροχή σου, αν δεν ένοιωθα πως πρέπει να γίνει αυτό που αναλάβαμε και αν δεν σ’ αγαπούσα τόσο, που να μ’ αρέση να σε βλέπω να πετυχαίνης...».
Όπως γράφει η Σοφία σύζυγος του Κωνσταντίνου Σπανούδη, ο Αθανάσιος Σουλιώτης και ο Ίωνας Δραγούμης «...Πήγαιναν συχνά για να ξεκουράσουν την ψυχή τους μέσα σ' ένα αναδρομικό εθνικό αναβάπτισμα.
Την τελευταία φορά είχαν πάει με άλογα στον λόφο της Μονής της Χώρας, από το ύψωμα του οποίου μπορούσαν να απολαύσουν τις αδρές γραμμές των βυζαντινών τειχών που ζώνουν τη θεοφύλακτη Πόλη...».
Στις κατά καιρούς εκδρομές τους οι ιππείς, όπως γράφει η Σοφία Σουλιώτη, έπαιρναν συχνά μαζί και τον σύζυγό της Κωνσταντίνο Σπανούδη.
Το αρχείο του βρίσκεται στην κατοχή της Γενναδείου Βιβλιοθήκης [14] [15] [16] [17] [18] [19] [20] στην Αθήνα και μεταξύ των άλλων περιλαμβάνει κείμενο του Σουλιώτη για για την προσωπικότητα, τις ιδέες και το ανατολικό ιδανικό του Περικλή Γιαννόπουλου.
Το αρχείο του βρίσκεται στην κατοχή της Γενναδείου Βιβλιοθήκης [14] [15] [16] [17] [18] [19] [20] στην Αθήνα και μεταξύ των άλλων περιλαμβάνει κείμενο του Σουλιώτη για για την προσωπικότητα, τις ιδέες και το ανατολικό ιδανικό του Περικλή Γιαννόπουλου.
Διατήρησε τους στενούς φιλικούς δεσμούς του με τη Μαρίκα Κοτοπούλη και τις οικογένειες του Ίωνα Δραγούμη και του Παύλου Μελά, ως το τέλος της ζωής του.
Εργογραφία
Έγραψε και δημοσίευσε τα έργα
«Ο Μακεδονικός Αγών»,
«Ημερολόγιον του Α' Βαλκανικού πολέμου»,
«Η Οργάνωσις Θεσσαλονίκης»,
«Η Οργάνωσις Κωνσταντινουπόλεως»,
«Οι κάτοικοι της Μικράς Ασίας», έργο που μεταφράστηκε και στα Γαλλικά με τίτλο «Les habitants de l’Asie Mineure», το 1921,
«Γράμματα από τα βουνά: Σημειωματάριον», το 1905.
Το μόνο του πεζογράφημα, το έγραψε στα χρόνια όταν υπηρετούσε στο Μαλακάσι και είναι λογοτεχνικό κομψοτέχνημα γεμάτο από λαογραφικά στοιχεία για το Μαλακάσι και την ευρύτερη περιοχή, μέχρι τον Ασπροπόταμο.
«Απομνημονεύματα», έκδοση από το «Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου Αίμου»,
«Ποιήματα» Πρόλογος Αγγέλου Σ. Βλάχου, εκδόθηκαν το 1977 στην Αθήνα.
-