Η Συνθήκη των Σεβρών , σήμανε τον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αμέσως μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου , ο...
Αμέσως μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου , ο Ελευθέριος Βενιζέλος , εν όψει της υπογραφής συνθήκης ειρήνης με την Τουρκία, με μια σειρά από ταξίδια και προσωπικές επαφές στο εξωτερικό , προσπάθησε και πέτυχε σε μεγάλο βαθμό , την ικανοποίηση των ελληνικών αιτημάτων.
Οι νικητές Σύμμαχοι , αποφάσισαν η καθεμία από τις ηττημένες χώρες να υπογράψει ξεχωριστή συνθήκη ειρήνης .
Τελευταία υπογράφτηκε η συνθήκη με την Οθωμανική Αυτοκρατορία .
Οι συνομιλίες έγιναν στις Σέβρες (Sevr) , προάστιο του Παρισιού και η υπογραφή της συνθήκης έγινε 22 μήνες μετά τη λήξη του πολέμου, στις 28 Ιουλίου 1920.
Στη διάσκεψη μετείχαν 18 χώρες . Επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Από οθωμανικής πλευράς , υπέγραψαν ο γερουσιαστής στρατηγός Χαμδί πασά, ο γερουσιαστής Ρίζα Τεβφίκ Μπέης και ο Ρεσάτ Ναλίς Μπέης.
Η Συνθήκη των Σεβρών , σήμανε τον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Έχανε τα 4/5 των εδαφών της , στα οποία ιδρύονται ανεξάρτητα ή αυτόνομα κράτη , ενώ άλλες περιοχές αποτίναξαν την οθωμανική (επι)κυριαρχία.
Έτσι η Μεσοποταμία και η Παλαιστίνη περνούσαν στη διοίκηση των Βρετανών, η Συρία και η Κιλικία σε γαλλική διοίκηση και η Αττάλεια σε ιταλική.
Διασφαλιζόταν η ελεύθερη ναυσιπλοΐα στα Στενά των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου , τα οποία κηρύσσονταν ανοχύρωτα.
Προστατεύονταν τα δικαιώματα των μειονοτήτων.
Στην Ευρώπη , η Οθωμανική Αυτοκρατορία διατηρούσε μόνο την Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρά της, αλλά οι Σύμμαχοι μπορούσαν να μεταβάλουν το καθεστώς αυτό σε περίπτωση που δεν θα γινόταν σεβαστοί οι υπόλοιποι όροι της Συνθήκης .
Ρυθμίζονταν διάφορα άλλα θέματα σε βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας , στη συντριπτική τους πλειοψηφία.
Η Συνθήκη των Σεβρών και η Ελλάδα
Για την Ελλάδα με την Συνθήκη των Σεβρών προβλεπόταν :
Η προσάρτηση της Ανατολικής Θράκης ως το ύψος της Τσατάλτζας , η ενσωμάτωση των νησιών του Αιγαίου (πλην των Δωδεκανήσων), το καθεστώς των οποίων είχε μείνει ακαθόριστο από τους Βαλκανικούς Πολέμους και τέλος η αναγνώριση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στην ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης , με «ψιλή άσκηση» της σουλτανικής επικυριαρχίας , Οι ελληνικές αρχές θα ήταν υπεύθυνες για την διοίκηση και την τήρηση της τάξης. Επίσης, υπήρχε η προοπτική οριστικής «επιδίκασης» της περιοχής στην Ελλάδα με τη διενέργεια δημοψηφίσματος μετά από 5 χρόνια.
Η Συνθήκη Ειρήνης πλαισιώθηκε από 3 ακόμα πράξεις : α) τη Συνθήκη περί Δυτικής Θράκης, με την οποία μεταβιβάζονταν στην Ελλάδα τα δικαιώματα που η Βουλγαρία είχε εκχωρήσει στους Συμμάχους με την συνθήκη του Νεϊγί (Νοέμβριος 1919) β) τη Συνθήκη περί προστασίας των μειονοτήτων , με την οποία η Ελλάδα ήταν υπόλογη έναντι της ΚΤΕ για την ισότιμη παραχώρηση δικαιωμάτων σε όλους τους πληθυσμούς που κατοικούσαν στα εδάφη που προσαρτήθηκαν μετά το 1913 γ) το ελληνοϊταλικό Σύμφωνο περί Δωδεκανήσων , με το οποίο η Ιταλία παραχωρούσε τα Δωδεκάνησα (εκτός από την Ρόδο) , στην Ελλάδα.
Επίσης, αναγνωριζόταν η δημιουργία ανεξάρτητου αρμενικού κράτους και η αυτονομία , και σε δεύτερη φάση ανεξαρτησία των Κούρδων στην περιοχή ανατολικά του Ευφράτη .
Όπως γράφει ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Σβολόπουλος στο βιβλίο του «Ελληνική Εξωτερική Πολιτική, 1830-1981», « Η Συνθήκη των Σεβρών συνυφάνθηκε, έως ένα βαθμό, στη γενική σύλληψη και την ειδικότερη διατύπωση της, με τις αποικιακές βλέψεις και τις ιμπεριαλιστικές τάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων και οι τελευταίες αυτές ήταν πάντοτε συναρτημένες με ενδογενείς αντιθέσεις και ανταγωνισμούς , ικανούς άλλοτε να ευνοήσουν και άλλοτε να παραβλάψουν τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας».
Οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920
Αν και η Συνθήκη των Σεβρών πιστώνεται ως μεγάλη επιτυχία στον Ε. Βενιζέλο, τα γεγονότα που ακολούθησαν κάθε άλλο παρά ευχάριστα ήταν για τον εθνάρχη.
Δύο μέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης , στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λιόν , έγινε αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του , από δύο Έλληνες βασιλόφρονες απότακτους αξιωματικούς ,τον Υποπλοίαρχο Απόστολο Τσερέπη και τον Υπολοχαγό Γεώργιο Κυριάκη , οι οποίοι τραυμάτισαν ελαφρά τον Βενιζέλο πυροβολώντας τον με τα περίστροφά τους.
Η ανάγκη νοσηλείας του , επέβαλε την αναβολή της επιστροφής του στην Ελλάδα. Τελικά , επέστρεψε με το θωρηκτό «Αβέρωφ» στον Πειραιά στις 17 Αυγούστου 1920.
Μια μέρα μετά την δολοφονική επίθεση εναντίον του Ε. Βενιζέλου , ξέσπασαν στην Αθήνα θλιβερές ταραχές , γνωστές ως «Ιουλιανά».
Διαδηλωτές κατέστρεψαν γραφεία αντιβενιζελικών εφημερίδων και επιτέθηκαν και σε κατοικίες πολιτικών.
Τραγικότερο όλων όμως ,ήταν η δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη, αντιπάλου της κυβέρνησης , από παρακρατική ημιστρατιωτική οργάνωση του Παύλου Γύπαρη, το λεγόμενο «Τάγμα Ασφαλείας».
Άνδρες της οργάνωσης , τον συνέλαβαν και τον μετέφεραν στο γραφείο του Γύπαρη κι από εκεί , κατά την μεταφορά του στο φρουραρχείο τον εκτέλεσαν εν ψυχρώ στους Αμπελοκήπους.
Ο Βενιζέλος που βρισκόταν ακόμα στο Παρίσι , καταδίκασε το γεγονός και έστειλε συλλυπητήριο τηλεγράφημα στον πατέρα του Ίωνα και πολιτικό αντίπαλο τον Στέφανο Δραγούμη.
Η ένταση όμως που επικράτησε , επανέφερε το κλίμα του εθνικού διχασμού , αναίρεσε τη διπλωματική επιτυχία του Βενιζέλου στο Παρίσι (Σέβρες) και ματαίωσε την προσπάθεια εθνικής συμφιλίωσης.
Η Βουλή, συνήλθε σε Ε’ και τελευταία σύνοδο στις 25 Αυγούστου.
Ο Ε. Βενιζέλος δήλωσε ότι θα καλούσε τον ελληνικό λαό στις κάλπες σε 2 μήνες μετά την ιστορική εκείνη συνεδρίαση.
Ακολούθησαν η άρση του στρατιωτικού νόμου και της λογοκρισίας .
Τα πάντα έδειχναν ότι οι «Φιλελεύθεροι» του Βενιζέλου θα σημείωναν μια εντυπωσιακή εκλογική νίκη. Τα πράγματα δεν ήταν όμως τόσο απλά.
Ο στρατιωτικός νόμος που ίσχυσε την προηγούμενη τριετία , είχε σαν αποτέλεσμα ν διεξάγονται «δίκες εσχάτης προδοσίας» , όπως αυτή των «Γενικών Επιτελών» που καταλόγισε στους Β. Δούσμανη, Ι. Μετααξά κ.ά. την ευθύνη για την παράδοση του Ρούπελ και της Ανατολικής Μακεδονίας στους Γερμανούς και τους Βούλγαρους. Βέβαια όσοι καταδικάστηκαν από αυτά τα στρατοδικεία αμνηστεύτηκαν το 1920, αλλά οι καταδίκες αυτές και οι διώξεις που προηγήθηκαν είχαν σαν αποτέλεσμα να αυξηθεί η οξύτητα που είχε προκαλέσει ο διχασμός και οι κατηγορούμενοι να ηρωοποιηθούν στη συνείδηση των αντιβενιζελικών.
Στον Ελληνικό Στρατό, εξακολουθούσαν να υπηρετούν άνδρες που είχαν κληθεί για πρώτη φορά την περίοδο των βαλκανικών πολέμων.
Για έναν αγροτικό στην πλειοψηφία του πληθυσμό , όπως ήταν τότε ο ελληνικός , αυτή η παρατεταμένη και, σχεδόν, αδιάκοπη θητεία, ήταν αβάστακτη.
Στις 12 Οκτωβρίου 1920 ,πέθανε από σηψαιμία ο νεαρός βασιλιάς Αλέξανδρος ,τον οποίο λίγες εβδομάδες νωρίτερα είχε δαγκώσει πίθηκος στα βασιλικά ανάκτορα του Τατοΐου.
Το συνταγματικό ζήτημα που είχε παρακαμφθεί με την αποδοχή του στέμματος , από τον δευτερότοκο γιο του Κωνσταντίνου , έγινε για του αντιβενιζελικούς το επίκεντρο του προεκλογικού αγώνα και ο Κωνσταντίνος το σύμβολο της πλειοψηφίας των αντιβενιζελικών.
Ο Βενιζέλος ,αν και δεν είχε καμία αμφιβολία για την εκλογική του νίκη , πρότεινε στους αντιπάλους του να κληθεί για να αναλάβει το θρόνο με κοινή συμφωνία ο διάδοχος Γεώργιος ή ο Παύλος.
Ωστόσο η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» με τη συλλογική ηγεσία των Ν. Καλογερόπουλου, Δ. Ράλλη, Ν. Στράτου, Π. Τσαλδάρη και Γ. Μπούσιου το αρνήθηκε.
Στα τα τέλη Οκτωβρίου , επέστρεψε από την εξορία ο Δ. Γούναρης και ανάλαβε ουσιαστικά την αρχηγία του αντιβενιζελικού κόμματος , που μετονομάστηκε σε «Λαϊκό».
Οι εκλογές έγιναν την 1η Νοεμβρίου 1920.
Η ήττα του Βενιζέλου αλλά και η έκτασή της , προκάλεσαν έκπληξη σε πολλούς.
Οι «Φιλελεύθεροι» κέρδισαν μόνο 118 από τις 369 έδρες στη νέα Βουλή.
Τις μισές από αυτές περίπου, 52 συγκεκριμένα, τις κέρδισαν στη Θράκη όπου δεν είχαν αντίπαλο. Τις υπόλοιπες σε Κρήτη , Ήπειρο (πλην Άρτας) , Λέσβο, Χίο, Ύδρα, Σπέτσες και Δράμα.
Σε Αττική και υπόλοιπη Στερεά , Πελοπόννησο, Θεσσαλία, Μακεδονία, Επτάνησα, Κυκλάδες, Σάμο, Ψαρά και Άρτα, δεν εξέλεξε κανέναν βουλευτή.
Η ψηφοφορία με σφαιρίδιο(εκτός από τη Θράκη και τον Στρατό) που ίσχυσε και σ’ αυτές τις εκλογές , δεν επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για τις ψήφους κάθε κόμματος.
Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου στο βιβλίο του «Δημοκρατία και Εκλογικό Σύστημα», γράφει ότι ψήφισαν 746.946 ψηφοφόροι.
Οι «Φιλελεύθεροι» πήραν 375.803 ψήφους και η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» 368.708 (θυμίζουμε ότι οι γυναίκες δεν είχαν ακόμα δικαίωμα ψήφου).
Ο Βενιζέλος απέδωσε την ήττα στην κόπωση του λαού από τους συνεχείς πολέμους.
Οι αντίπαλοί του στη δημοτικότητα του Κωνσταντίνου, στην ανοιχτή επέμβαση της Entente στην Ελλάδα το 1919-1920 και τις αυθαιρεσίες του βενιζελικού κράτους την τριετία 1917-1920 , οι οποίες όμως ήταν ανάλογες των φιλοβασιλικών , την προηγούμενη αλλά και την επόμενη διετία.
Πρωθυπουργός ανέλαβε ο Δημήτριος Ράλλης .
Ο Βενιζέλος αναχώρησε για το εξωτερικό , αφήνοντας τον στρατηγό Παναγιώτη Δαγκλή επικεφαλής των «Φιλελευθέρων».
Η κυβέρνηση Ράλλη , ανακοίνωσε τη διενέργεια δημοψηφίσματος για την επάνοδο ή όχι του Κωνσταντίνου.
Το δημοψήφισμα ορίστηκε για τις 22 Νοεμβρίου 1920. Η κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα και η διαφαινόμενη επιστροφή του Κωνσταντίνου , προκάλεσαν την αντίδραση των Συμμάχων.
Στις 21 Νοεμβρίου 1920, οι πρεσβευτές Βρετανίας, Γαλλίας και Ιταλίας, γνωστοποίησαν στην κυβέρνηση ότι οι σύμμαχοι θα διέκοπταν κάθε οικονομική υποστήριξη στην Ελλάδα αν επέστρεφε ο εξόριστος μονάρχης.
Το δημοψήφισμα έγινε την επόμενη μέρα και τα αποτελέσματα υπέρ της επιστροφής του Κωνσταντίνου ήταν συντριπτικά. 999.960 ψήφισαν υπέρ της επανόδου του και μόλις 10.383 εναντίον της!
Και σε ποσοστό 99% υπέρ και 1% κατά της επανόδου του Κωνσταντίνου.
Αυτό σημαίνει, είτε ότι όλοι οι οπαδοί των Φιλελευθέρων ψήφισαν υπέρ της επανόδου του εξόριστου μονάρχη ή ότι μέσα σε 3 βδομάδες , η δύναμη των βενιζελικών έπεσε από το 50 % στο 1%!
Η επιστροφή του Κωνσταντίνου , δημιούργησε νέα κατάσταση στο εσωτερικό της χώρας και στο μικρασιατικό μέτωπο.
Το κυριότερο όμως είναι ότι προκάλεσε μεγάλη αλλαγή στη γαλλική και ιταλική πολιτική απέναντι στη χώρα μας και στη δημιουργία νέου κλίματος στις αγγλοελληνικές σχέσεις.
Πώς φτάσαμε στη Συνθήκη της Λωζάνης;
Η υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών έγινε με δυσκολίες και στηρίχτηκε σε εύθραυστες ισορροπίες. Οι προσωπικές επαφές και γνωριμίες του Βενιζέλου , έπαιξαν επίσης σημαντικό ρόλο.
Η νοεμβριανή αλλαγή στην Ελλάδα , οι ενδοσυμμαχικές διαφωνίες που οξύνθηκαν και η εσωτερική αντιπολίτευση στους «φιλελληνικούς» προσανατολισμούς του Λόιδ Τζορτζ, οδήγησαν σε αρνητικές εξελίξεις για τα ελληνικά συμφέροντα.
Τα πολεμικά γεγονότα ως τη Συνθήκη της Λωζάνης, είναι γνωστά.
Θα αναφερθούμε συνοπτικά εδώ και θα τα εξετάσουμε σε μελλοντικό μας άρθρο.
Στην Τουρκία ξέσπασε επαναστατικό κίνημα υπό τον Κεμάλ, το οποίο δεν αποδεχόταν τη Συνθήκη των Σεβρών.
Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να ξεσπάσει νέος πόλεμος με τη χώρα μας.
Η Ελλάδα είχε ήδη στείλει από την άνοιξη του 1919 στρατό στη Μικρά Ασία για την εφαρμογή της εκτέλεσης της απόφασης παραχώρησης της Σμύρνης.
Η αντίσταση των Τούρκων, η εγκατάλειψη από τους Συμμάχους και τα λάθη στον στρατιωτικό τομέα, με κυριότερο το άνοιγμα του μετώπου σε μεγάλη έκταση, ήταν οι βασικοί λόγοι που οδήγησαν στην μικρασιατική καταστροφή.
Όπως επίσης και οι μαζικές "εκκαθαρίσεις" από βενιζελικά στελέχη στις Ένοπλες Δυνάμεις αλλά και στη Δημόσια Διοίκηση, τη Δικαιοσύνη και την Παιδεία από την κυβέρνηση Ράλλη.
Ο Βενιζέλος βλέποντας ότι οι εξελίξεις θα είναι οδυνηρές, πρότεινε, ήδη από τον Ιανουάριο του 1921, τη σύμπτυξη του μετώπου σε μια περιφέρεια γύρω από τη Σμύρνη, αρκετά μεγαλύτερη από εκείνη της αρχικής ελληνικής ζώνης.
Ο Δ. Ράλλης φαίνεται ότι συμφώνησε.
Ωστόσο, ο Δ. Γούναρης, διακατεχόμενος από μια "συμπλεγματική" σχεδόν διάθεση ανταγωνισμού προς τον Βενιζέλο, αρνήθηκε.
Αλλά και ο Κωνσταντίνος, η υγεία του οποίου είχε αρχίσει να κλονίζεται, λόγω της στρατιωτικής δομής της σκέψης του, δεν μπορούσε να αντιληφθεί τα διάφορα προβλήματα σε όλες τους τις διαστάσεις.
Τον Φεβρουάριο του 1921, η σύγκληση διασυμμαχικής Συνδιάσκεψης στο Λονδίνο, έδωσε στην Ελλάδα τη δυνατότητα να προβάλει διεθνώς τις θέσεις της.
Ήδη όμως το κλίμα ήταν άκρως αρνητικό για τη χώρα μας.
Στη Συνδιάσκεψη αυτή, εκπροσωπήθηκε και το κεμαλικό καθεστώς, ο αντιπρόσωπος του οποίου δεν ήταν εξουσιοδοτημένος να προχωρήσει σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις, αν δεν προαποφασιζόταν η αποχώρηση των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη όσο και η αναθεώρηση των οικονομικών όρων της Συνθήκης των Σεβρών.
Η Γαλλία και η Ιταλία αποκατέστησαν σχέσεις συνεργασίας με την Άγκυρα.
Αποχώρησαν από την Κιλικία και την Αττάλεια και πούλησαν όπλα στον κεμαλικό στρατό.
Η συνομολόγηση του τουρκοσιεβιετικού συμφώνου φιλίας, στις 16 Μαρτίου 1921, επιβεβαίωνε την έξοδο της κεμαλικής Τουρκίας από τη διεθνή απομόνωση.
Η βεβιασμένη ελληνική επίθεση στη στρατηγική γραμμή Εσκί Σεχίρ – Αφιόν Καραχισάρ, η απόρριψη νέων συμμαχικών προτάσεων και οι ελληνικές επιτυχίες στην περιοχή της Κιουτάχειας, όπου μόνο λόγω της έγκαιρης αποχώρησης του τουρκικού στρατού αποφεύχθηκε ο πλήρης εγκλωβισμός του από τις ελληνικές δυνάμεις, ήταν τα σημαντικότερα γεγονότα που ακολούθησαν.
Η ελληνική πλευρά, οδηγήθηκε τότε στην απόφαση να συνεχίσει την καταδίωξη των εχθρών ως το υψίπεδο της Ανατολίας.
Τελικός στόχος, η κατάληψη της Άγκυρας.
Η προέλαση κατά μήκος του Σαγγάριου και η σύγκρουση στις παρυφές του υψιπέδου της Άγκυρας, για 22 μερόνυχτα, ασταμάτητα, οδήγησαν απλά στο "πάγωμα" του πολεμικού μετώπου και δραματικό αδιέξοδο την ελληνική πλευρά.
Τον Μάρτιο του 1922, συγκλήθηκε νέα Διασυμμαχική Συνδιάσκεψη στο Παρίσι.
Οι προτάσεις των Συμμάχων προς τα δύο μέρη, ήταν οι εξής:
Προστασία των μειονοτήτων υπό την εποπτεία ειδικών επιτροπών της Κ.Τ.Ε., μετάθεση της συνοριακής μεθορίου στη γραμμή Γανοχώρων – Μήδειας και αποστρατιωτικοποίηση της ανατολικής Θράκης, νέα ευνοϊκότερη για την Τουρκία, διαρρύθμιση του καθεστώτος της Κωνσταντινούπολης και των όρων ασκήσεως του συμμαχικού οικονομικού ελέγχου.
Η τουρκική πλευρά, έσπευσε ν' απορρίψει ακόμα και το διαδικαστικό μέρος της μεσολάβησης.
Ο ελληνικός στρατός, σύμφωνα με τις κεμαλικές αξιώσεις, όφειλε να εκκενώσει τη Μικρά Ασία αμέσως μετά τη σύναψη της ανακωχής και προτού υποβληθούν οι γενικές ειρηνευτικές προτάσεις.
Οι απέλπιδες διπλωματικές ενέργειες της Ελλάδας, δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα.
Στις 26 Αυγούστου 1922 ξέσπασε στο Αφιόν Καραχισάρ η μεγάλη τουρκική επίθεση.
Στις 9 Σεπτεμβρίου η πόλη και οι κάτοικοι της Σμύρνης παραδίδονταν στο καταστροφικό μένος των Τούρκων, ενώ τα υπολείμματα της Ελληνικής στρατιάς μόλις κατόρθωναν να εγκαταλείψουν τα παράλια της Ιωνίας.
Σύμφωνα με τον Γ. Κορδάτο στην "Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας", υπήρξε και σοβιετική μεσολάβηση Απεσταλμένος του Σοβιετικού Υπουργείου Εξωτερικών και Στρατιωτικών, ήρθε στην Αθήνα και συναντήθηκε με τον Γραμματέα του "Σοσιαλεργατικού Κόμματος", που ήταν ο Γ. Κορδάτος (την εποχή εκείνη η Ελλάδα δεν είχε αποκαταστήσει διπλωματικές σχέσεις με την ΕΣΣΔ) και ζήτησε να τον φέρει σε επαφή με την ελληνική κυβέρνηση, δηλώνοντας ότι «η ΕΣΣΔ είναι πρόθυμη να βοηθήσει την Ελλάδα, σταματώντας να ενισχύει υλικά και ηθικά τον Κεμάλ και ασκώντας όλη την επιρροή της για να αυτονομηθεί μια παραλιακή περιοχή της Μικράς Ασίας όπου κατοικούσαν πολλοί Χριστιανοί».
Για να εξασφαλιστεί η αυτονομία της περιοχής αυτής, θα σταλεί διεθνής στρατός από Ελβετούς, Νορβηγούς και Σουηδούς, που οι χώρες τους δεν πήραν μέρος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Για να υποστηρίξει την άποψη αυτή η ΕΣΣΔ ζητούσε σαν αντάλλαγμα την αναγνώριση της από την Ελλάδα, έστω και ντε φάκτο.
Ο Σοβιετικός απεσταλμένος, είπε ακόμα στον Κορδάτο ότι είχε αποδείξεις πως οι κεμαλικοί βρίσκονται σε μυστικές επαφές με τους Γάλλους κεφαλαιούχους και ότι η ΕΣΣΔ επιθυμεί την παραμονή Ελλήνων στη Μ. Ασία, όχι (μόνο;) για συναισθηματικούς λόγους αλλά και από ρεαλιστική αντίληψη.
Η ελληνική κυβέρνηση ενημερώθηκε από τον Κορδάτο, αλλά δεν έδωσε καμία απάντηση!
Η Διδώ Σωτηρίου στο βιβλίο της "Η Μικρασιατική Καταστροφή και η Στρατηγική του Ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο", υιοθετεί τα παραπάνω.
Στο κεφάλαιο "Οσμή Πετρελαίου" αυτού του βιβλίου, αναφέρεται στις σφοδρές αντιπαραθέσεις των Συμμάχων και τις διεκδικήσεις τους στα τουρκικά πετρέλαια.
Στη συνέχεια, αναφέρεται στις συμφωνίες των Γάλλων με το κεμαλικό καθεστώς, με πρωτεργάτη τον Φ. Μπουγιόν και την άποψη Βρετανών αξιωματούχων (στρατηγός Μιλνς και λόρδος Κόρζον, Υπουργός Εξωτερικών καιμέτοχος σε μεγάλες εταιρίες πετρελαίων), ότι ο ελληνικός στρατός ήταν σώμα αποικιακών μισθοφόρων που έπρεπε να δρα ανάλογα με τα δικά τους εθνικά και ατομικά συμφέροντα.
Όπως είναι γνωστό, μετά την καταστροφή της Σμύρνης, με την Ανακωχή των Μουδανιών παραχωρήθηκε η Ανατολική Θράκη (χωρίς να πέσει ούτε μια ντουφεκιά…) στην Τουρκία και ξεκίνησαν οι οχτάμηνες διαπραγματεύσεις που κατέληξαν στη Συνθήκη της Λωζάνης, με την οποία θα ασχοληθούμε αποκλειστικά στο Β' Μέρος του άρθρου.
ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΜΑΣ ΠΑΤΩΝΤΑΣ LIKE "ΕΔΩ"