- Χριστόδουλος Σώζος γεννηθείς το 1872 στην Λεμεσό, αποθανών στις 6 Δεκεμβρίου του 1912 στον λόφο Προφήτης Ηλίας στο Μπιζάνι ...
-
Χριστόδουλος Σώζος γεννηθείς το 1872 στην Λεμεσό, αποθανών στις 6 Δεκεμβρίου του 1912 στον λόφο Προφήτης Ηλίας στο Μπιζάνι των Ιωαννίνων, μαχόμενος υπέρ πίστεως και πατρίδος.
Όταν έθιγαν την Ελλάδα ο Χριστόδουλος γίνονταν θηρίο ανήμερο.
Έτσι έγινε κι όταν άκουσε τον Αχμέτ Δερβίς πασά, βουλευτή Λάρνακας-Αμμοχώστου να προπαγανδίζει υπέρ της Τουρκίας.
Οξύθυμος όπως ήταν, ο Χριστόδουλος, προκάλεσε τον τούρκο βουλευτή να παλέψουν έξω στο προαύλιο της βουλής!
Οι παρόντες βουλευτές έμειναν άφωνοι ακούγοντας αυτά τα λόγια από τον νεαρό βουλευτή, αλλά τον Χριστόδουλο δεν τον ένοιαζε η γνώμη που θα σχημάτιζαν οι χαρτογιακάδες πολιτικάντηδες, αλλά τι ήταν επ' ωφελεία της Ελλάδας.
Το στοίχημα που έβαλε ήταν ότι, όποιος από τους δύο έχανε, θα σταματούσε να προπαγανδίζει για την μητέρα πατρίδα του.
Ο τούρκος βουλευτής ήταν πιο μεγαλόσωμος από τον Χριστόδουλο και έτσι δέχτηκε την πρόκληση του νεαρού και «αυθάδη» Σώζου.
Δεν άργησαν να έρθουν στα χέρια.
Η πάλη ήταν σκληρή, αλλά ο Χριστόδουλος με την δύναμη και το πείσμα που τον διέκρινε έβαλε κάτω τον τούρκο, φωνάζοντας για την ένωση της Ελλάδος με την Κύπρου με δυνατή φωνή που ακούστηκε σ' όλη την βουλή.
«Ἡ μεγαλοσύνη τῶν ἐθνῶν δὲ μετριέται μὲ τὸ στρέμμα.
Μὲ τῆς καρδιᾶς τὸ πύρωμα μετριέται καὶ τὸ αἷμα«.
Κωστής Παλαμάς
Ο Χριστόδουλος Σώζος μεγάλωσε μέσα σε μια οικογένεια αγωνιστών.
Ο παππούς του Αντώνιος Λοΐζου από τη Λάρνακα πολέμησε το 1828 στο πλευρό του Φαβιέρου για την απελευθέρωση της Ακρόπολης των Αθηνών.
Ο πατέρας του, Σώζος Λοΐζου, πολέμησε στην επανάσταση της Κρήτης το 1866.
Από παιδί ανήσυχος και ζωηρός ο Χριστόδουλος Σώζος, φεύγει για την Αθήνα όπου φοιτά στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου και τελειώνει τη Νομική Σχολή.
Τελειώνοντας τις σπουδές του κάνει για λίγο διάστημα τον δικηγόρο στην Κερύνεια και την Πάφο για να εγκατασταθεί οριστικά πλέον στη Λεμεσό το 1898.
Διαπρέπει ως δικηγόρος και εκλέγεται βουλευτής για δύο βουλευτικές περιόδους σε ηλικία 29 χρόνων.
Στο νομοθετικό σώμα οι Άγγλοι θαύμαζαν την ευφράδεια αλλά και την αγωνιστικότητά του και παρά το γεγονός ότι τους τα έλεγε πάντα «έξω από τα δόντια» υπερασπιζόμενος τα δίκαια του Κυπριακού λαού και τονίζοντας τις αδικίες που έκαναν εις βάρος του, εκείνοι τον σέβονταν και τον άκουαν με μεγάλη προσοχή.
Tο 1902 εξεπονήθη, εις ανώτατον επίπεδον, μυστικόν σχέδιον Βρεταννίας και Εβραίων περί εποικισμού της Κύπρου υπό Εβραϊκών οικογενειών, ώστε εντέχνως εξοριζομένων των Ελλήνων κατοίκων της, να καταστεί πατρίς των Εβραίων, εν πρώϊμον Ισραήλ!
Και τούτο, ενώ ουδέ ίχνος Εβραίων υπήρχεν εν Κύπρω.
Την 23.10.1902 επραγματοποιήθη συνάντησις, εν Λονδίνω, μεταξύ του υπουργού Αποικιών Ιωσήφ Τσάμπερλαιν και του προφήτου του Σιωνισμού Τεοντόρ Χέρτσλ.
Συνεζητείτο να δοθεί η Ουγκάντα ή η Κύπρος προς εποικισμόν των Εβραίων.
Συνεζητείτο να δοθεί η Ουγκάντα ή η Κύπρος προς εποικισμόν των Εβραίων.
Ο Τσάμπερλαιν –όπως γράφει ο Χέρτσλ- του είπεν ότι αν διέρρεε τοιούτο σχέδιον, θα εξέσπα θύελλα εις την Κύπρον.
Ο συνομιλητής του τον καθησύχασεν εβραϊκώ τω τρόπω.
Του είπεν ότι δεν κοινοποιούνται όλα εις την πολιτικήν.
Του είπεν ότι δεν κοινοποιούνται όλα εις την πολιτικήν.
Και του ανέπτυξε το σχέδιόν του.
Θα επεχειρείτο να πεισθούν οι Κύπριοι να ζητήσουν οι ίδιοι τον εποικισμόν, πειθόμενοι δια χρυσών λιρών.
Θα επεχειρείτο να πεισθούν οι Κύπριοι να ζητήσουν οι ίδιοι τον εποικισμόν, πειθόμενοι δια χρυσών λιρών.
Θα απέστελλε δωδεκάδα μυστικών πρακτόρων του δια να τους πείσουν!
Και κατέληξε:
Και κατέληξε:
«Οι Μουσουλμάνοι θα φύγουν και οι Έλληνες θα πωλήσουν προθύμως τας γαίας των, εις καλήν τιμήν, και θα μεταναστεύσουν εις Αθήνας και Κρήτην».
Το σχέδιον δεν υπήρχεν απλώς.
Ήρχισε να εφαρμόζεται!
Εβραίοι ήρχισαν να αγοράζουν μεγάλας εκτάσεις και να εγκαθίστανται.
Πρώτος αντέδρασεν ο Χριστόδουλος Σώζος, δήμαρχος και βουλευτής Λεμεσού, πρώτος δε δικηγόρος.
Πρώτος αντέδρασεν ο Χριστόδουλος Σώζος, δήμαρχος και βουλευτής Λεμεσού, πρώτος δε δικηγόρος.
Συνήγειρε τον λαόν. Διοργανώθησαν τότε αντιεβραϊκά συλλαλητήρια, εν Κύπρω και εν Αθήναις και το σχέδιον απετράπη.
Ως Δήμαρχος Λεμεσού υπήρξε από τους πιο επιτυχημένους, με όραμα και σχεδιασμό για την πόλη του, αποδεικνύοντας παράλληλα και αξιοζήλευτες ικανότητες για την επιτυχή εισαγωγή θεαματικών καινοτομιών σε μια περιοχή που μόλις εξερχόταν από την Οθωμανική κυριαρχία.
Και πράγματι με το όραμα που είχε πραγματοποίησε σημαντικά έργα και καινοτομίες για τα δεδομένα της εποχής και στα χρόνια της δημαρχίας του, η Λεμεσός άλλαξε κυριολεκτικά όψη και έγινε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη.
Εγκατέστησε στη Λεμεσό, πρώτη από όλες τις πόλεις της Κύπρου, οδικό φωτισμό που λειτούργησε στις 21 Μαΐου 1912, έκανε τον γνωστό και σήμερα Δημόσιο Κήπο, έφτιαξε σημαντικό οδικό δίκτυο, φιλαρμονική, αντιπλημμυρικά έργα, προκυμαία και πολλά άλλα. Δίκαια, λοιπόν, μπορεί να θεωρηθεί ως ο σημαντικότερος μέχρι σήμερα Δήμαρχος Λεμεσού.
Ωστόσο, το σημαντικότερο ίσως έργο της ζωής του, ήταν η απόφασή του να καταταγεί εθελοντής και μάλιστα ως απλός στρατιώτης για να πολεμήσει στους βαλκανικούς πολέμους του 1912-13 μαζί και με τον γαμπρό του- και μετέπειτα Δήμαρχο Λεμεσού – Αλέκο Ζήνωνος και εκατοντάδες άλλους Λεμεσιανούς νέους, δίνοντας το παράδειγμα ως πρώτος δημότης της πόλης του.
«Τι αξίαν έχουσιν αι συνδρομαί και άλλαι ενδείξεις του πατριωτισμού, όταν ένας υγιής άνθρωπος δεν προσφέρει τον εαυτόν του εις την υπηρεσίαν αυτής;» γράφει σε επιστολή του προς τους γονείς του στις 30-10-1912.
Όταν ο φίλος του από την Λάρνακα ιατρός Ζαννέτος έτρεξε εκεί, στο λιμάνι, να τον αποτρέψει να αναχωρήσει, με την προτροπή και των συγγενών του στη Λεμεσό, που το πληροφορήθηκαν στο μεταξύ και παρά τη μυστικότητα που φρόντισε να κρατήσει, επιχειρηματολογώντας ότι είναι λαϊκός ηγέτης και οι υπηρεσίες του χρειάζονται στον τόπο, ο Σώζος του απάντησε περήφανα:
«Πραγματικοί ηγέται δεν είναι εκείνοι που μονάχα υποκινούν τον λαόν αλλά εκείνοι που προκινδυνεύουν μαζί του».
Έχοντας ήδη φύγει από το σπίτι του με σκοπό το μακρινό και τολμηρό ταξίδι, ο Σώζος έγραψε στη γυναίκα του εξηγώντας της την απόφασή του:
«Όταν θα λάβης την παρούσαν μου, θα είμαι μακράν σου και μακράν του υιού μου διά την υπηρεσίαν της πατρίδος.
Ημείς έχομεν καθήκοντα τα οποία ουδεμία δύναμις, ουδέν φίλτρον πρέπει να εμποδίση από του να ενασκώνται.
Αν είμεθα ηγέται των υποδούλων λαών, οφείλομεν διά του παραδείγματός μας και της θυσίας μας να τους παιδαγωγώμεν, όπως και εκείνοι γίνωσιν άνθρωποι συναισθανώμενοι τα καθήκοντά των.
Μη κλαίε και μη στενοχωρού, διότι εκείνος που πηγαίνει εις την υπηρεσίαν της πατρίδος του δεν πρέπει να πηγαίνη με τέτοιας σκέψεις, ότι αφήνει πίσω του την δυστυχίαν.
Η σύζυγος ενός Σώζου δεν πρέπει να συμπεριφερθή εις τοιαύτην περίπτωσιν ως η σύζυγος ενός κοινού ανθρώπου.
Έπειτα οφείλεις να έχης αυτό υπ’ όψιν σου, ότι αν έμενα στην Λεμεσόν ατιμασμένος στην συνείδησίν μου, δεν θα έζων ούτε εγώ αλλ’ ούτε συ ευτυχής, θα ησθανόμην πάντοτε ότι συ ήσο το εμπόδιον και θα σας εμίσουν.
Ενώ τώρα φεύγω με λύπην που σας αφήνω, αλλά και με την ελπίδα, ότι θα επανέλθω να σας εύρω.
Το ποτήριον που σας ποτίζω είναι λίγο πικρόν, αλλά φαντάσου πόσον γλυκύ θα είναι εκείνο που θα πιούμεν όταν θα επανέλθω.
Πρόσεχε, Έρμα μου, να μη μου κάμης σκάνδαλα, διότι η απόφασίς μου είναι ακλόνητος, θα σε βαρύνουν δε περισσότερον, αν φανής δειλή.
Φύλαττε το παιδί μας και όλην την αγάπην σου έχε την δι’ αυτό, τώρα θα το αγαπάς και θα φροντίζης δι’ αυτόν ωσεί ήμουν και εγώ εκεί.
Όποιος πηγαίνει στον πόλεμον δεν αποθνήσκει.
Χαίρε λοιπόν, Έρμα μου, σε φιλώ γλυκά στα χείλη και φίλει μου πολύ, μα πολύ τον υιόν μου.
Να μη σου περνούν μαύρες ιδέες, απεναντίας να δείξης γενναιότητα στην νέαν αυτήν δοκιμασίαν που σε βάζω.
Εμπορεί να τελειώση ο πόλεμος έως ότου να υπάγω, και τότε εγώ θα έλθω πίσω ικανοποιημένος με τον εαυτόν μου, ότι έπραξα το καθήκον μου».
Φτάνοντας στην Αθήνα τους δέχεται ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Ελευθέριος Βενιζέλος και του προτείνει τιμητική θέση στο επιτελείο για να μη διακινδυνεύσει τη ζωή του στο μέτωπο.
Το αρνείται και το μόνο που δέχεται είναι η κατάταξή του, τιμής ένεκεν, στο Α΄ Σύνταγμα «το τιμημένο» όπως γράφει σε μια επιστολή του στον πατέρα του, γιατί είχε αποδεκατισθεί στο Σαραντάπορο.
Στο μέτωπο πέφτει μαχόμενος στις 6 Δεκεμβρίου στο λόφο του Προφήτη Ηλία, κατά την απελευθέρωση της πόλης των Ιωαννίνων.
Για τις συνθήκες του ηρωικού θανάτου του η εφημερίδα της Λεμεσού «Σάλπιγξ» ( 28 Δεκ. 1912) δημοσιεύει επιστολή από την Αθήνα του συμμαθητή του Σώζου , λεμεσιανού καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Σίμου Μενάρδου, σύμφωνα με την οποία, από προσωπική μαρτυρία του λοχία της ενωμοτίας που υπηρετούσε ο Σώζος Θεοδώρου Αργυρού:
« Ο Σώζος έπεσεν εμπρός μου.
Εκ των 70 στρατιωτών της ενωμοτίας μου ελάχιστοι έμειναν άτρωτοι.
Άλλοι εφονεύθησαν και άλλοι ετραυματίσθησαν.
Οι νεκροί ετάφησαν αμέσως.
Ο Σώζος επολέμησεν γενναιότατα, όταν είδε πλησιάσαντας εις τα χαρακώματά των τους Τουρκαλβανούς, ανεσηκώνετο και επυροβόλει όρθιος, τότε δε τον επήραν σφαίραι ταχυβόλου.»
Έτσι ηρωικά και απλά έπεσε ο Χριστόδουλος Σώζος Δήμαρχος Λεμεσού, βουλευτής και λαϊκός ηγέτης.
Όπως αρμόζει σε αληθινούς ηγέτες και ήρωες.
Όπως αρμόζει σε αληθινούς ηγέτες και ήρωες.
ΣΤΗΡΙΞΤΕ ΜΑΣ ΠΑΤΩΝΤΑΣ LIKE "ΕΔΩ"