Του Άκη Χαραλαμπίδη Οι Γερμανοί ψηφίζουν αύριο για τη νέα κυβέρνησή τους, η σύνθεση της οποίας δεν ενδιαφέρει μόνο τους ίδιους...
Του Άκη Χαραλαμπίδη
Οι Γερμανοί ψηφίζουν αύριο για τη νέα κυβέρνησή τους, η σύνθεση της οποίας δεν ενδιαφέρει μόνο τους ίδιους, αλλά και τους άλλους λαούς της Ευρώπης και
κυρίως τους Έλληνες.
Από το 2010, χρονιά που άρχισαν τα μνημόνια και η σκληρή λιτότητα για τη χώρα μας, οι γερμανικές εκλογές έχουν αποκτήσει ξεχωριστή σημασία για την Ελλάδα, καθώς οι βασικές αποφάσεις για την οικονομία της λαμβάνονται στο Βερολίνο .
Οι εκκρεμότητες
Είναι πολλές ακόμη οι εκκρεμότητες για να βγει η Ελλάδα από τα μνημόνια και να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της, με μία οικονομία που θα λειτουργεί κανονικά και δεν θα είναι εξαρτημένη από νέα δάνεια της Ευρώπης.
Μέχρι τη λήξη του σημερινού προγράμματος στήριξης τον Αύγουστο του 2018, η Ελλάδα θα πρέπει να έχει κλείσει με επιτυχία την τρίτη αξιολόγηση με 95 προαπαιτούμενα, αρκετά από τα οποία είναι πολιτικά δύσκολα, όπως ο περιορισμός των κοινωνικών επιδομάτων, οι ιδιωτικοποιήσεις στον τομέα της ενέργειας και οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί από τις τράπεζες για τα «κόκκινα» δάνεια.
Θα πρέπει, επίσης, να εκπληρώσει στη συνέχεια άλλα 18 προαπαιτούμενα για να συμπληρωθούν τα συνολικά 113 που προβλέπονται έως τη λήξη του προγράμματος.
Αν γίνουν όλα αυτά και συνεχισθεί η έξοδος στις αγορές, το επόμενο καλοκαίρι θα αποφασίσουν οι δανειστές μας – ουσιαστικά το Βερολίνο - για την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια.
Η επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας θα παραμείνει, ωστόσο, πολύ στενή, όπως δήλωσε ο επικεφαλής του Euro Working Group, Τόμας Βίζερ.
Αν υπάρξουν προβλήματα με την έξοδο στις αγορές, τότε θα πρέπει και πάλι να αποφασισθεί αν θα υπάρξει μία προληπτική πιστωτική γραμμή με νέους όρους ή ένα τέταρτο πρόγραμμα, κάτι που οι Γερμανοί και οι άλλοι δανειστές θα ήθελαν να αποφύγουν.
Με την έξοδο στις αγορές συνδέεται άμεσα και το θέμα της περαιτέρω ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, το οποίο έχει μετατεθεί για το καλοκαίρι του 2018.
Αν και σε ποιο βαθμό θα υπάρξει αυτή η ελάφρυνση, θα εξαρτηθεί και πάλι από τις αποφάσεις που θα πάρουν οι Γερμανοί.
Καγκελάριος και πάλι η Μέρκελ
Η σύνθεση, επομένως, της νέας γερμανικής κυβέρνησης και ιδιαίτερα το πρόσωπο που θα αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών έχει σημασία για την Ελλάδα.
Από την αρχή της κρίσης, τη σφραγίδα στις οικονομικές εξελίξεις της χώρας μας έβαλαν η Άγκελα Μέρκελ και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, με την πρώτη να επιμένει ότι η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει στο ευρώ κόντρα στην άποψη του υπουργού Οικονομικών της, ο οποίος υποστήριζε μέχρι και το τέλος του 2016 το Grexit και συντασσόταν σταθερά με τους σκληρούς όρους του ΔΝΤ για το κλείσιμο των αξιολογήσεων, χωρίς να κάνει τις παραχωρήσεις για το χρέος που ζητούσε το Ταμείο.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η Μέρκελ θα είναι καγκελάριος και την επόμενη τετραετία, καθώς ηγείται του συνασπισμού του κεντροδεξιού Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) και του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος (CSU, που κατεβαίνει μόνο στη Βαυαρία με επικεφαλής τον Χορστ Ζεεχόφερ και θεωρείται αδελφό κόμμα του CDU), ο οποίος προηγείται με 15 ποσοστιαίες μονάδες του βασικού αντιπάλου του, που είναι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) με επικεφαλής τον Μάρτιν Σουλτς.
Αν και πάντα ισχύει ότι είναι άλλο οι εκλογές και άλλοι οι δημοσκοπήσεις, τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης θεωρούν σχεδόν βέβαιο ότι ο συνασπισμός CDU-CSU, που συγκεντρώνει το 36-38% στην πρόθεση ψήφου έναντι 22-23% του SPD θα είναι πρώτος στις αυριανές εκλογές.
Σοσιαλδημοκράτες και Φιλελεύθεροι θέλουν το υπουργείο Οικονομικών
Δεν υπάρχει η ίδια βεβαιότητα για το αν θα παραμείνει ο Σόιμπλε στη θέση του υπουργού Οικονομικών, κάτι που ο ίδιος έχει διαμηνύσει με κάθε τρόπο ότι το θέλει. Η Μέρκελ δεν θα μπορέσει με τα ποσοστά που της δίνουν οι δημοσκοπήσεις να κάνει αυτοδύναμη κυβέρνηση και θα πρέπει να επιδιώξει συμμαχία με άλλο κόμμα ή κόμματα για να έχει πλειοψηφία στη Βουλή.
Ένας εν δυνάμει εταίρος της στον κυβερνητικό συνασπισμό, το Κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP) με επικεφαλής τον Κρίστιαν Λίντνερ, που στις δημοσκοπήσεις φαίνεται να συγκεντρώνει περίπου το 10%, έχει δηλώσει ότι θέλει για λογαριασμό του το υπουργείο Οικονομικών, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι τον ίδιο όρο θα θέσει και το SPD στην περίπτωση που η Μέρκελ επιδιώξει τη συγκρότηση και πάλι του μεγάλου συνασπισμού.
Τόσο το FDP όσο και το SPD έχουν σοβαρό λόγο να είναι πιο διεκδικητικά στις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν μετά τις εκλογές για τη συγκρότηση της νέας κυβέρνησης, καθώς και τα δύο είχαν μεγάλη φθορά ως κυβερνητικοί εταίροι της Μέρκελ.
Οι Φιλελεύθεροι δεν μπήκαν μάλιστα καν στη Βουλή στις εκλογές του 2013.
Στην περίπτωση αλλαγής ηγεσίας στο υπουργείο Οικονομικών, τα πράγματα μπορεί να γίνουν πιο δύσκολα για την Ελλάδα, αν το FDP αναλάβει το υπουργείο αυτό.
Η θέση του FDP παραμένει σε γενικές γραμμές αρνητική στο να υπάρξουν διευκολύνσεις για το ελληνικό χρέος και το κόμμα έχει ακόμη στη ρητορική του το Grexit, όπως και όταν επικεφαλής του ήταν πριν έξι χρόνια ο Βιετναμέζικης καταγωγής Φίλιπ Ρέσλερ.
Πιθανός και πάλι ο μεγάλος συνασπισμός
Σύμφωνα με τους δημοσκόπους, πάντως, ένας συνασπισμός του CDU/CSU με το FDP δεν θα οδηγούσε πιθανότατα σε πλειοψηφία στη Βουλή και θα χρειαζόταν ένα ακόμη κόμμα. Αυτό το κόμμα, σύμφωνα με τα σενάρια των γερμανικών ΜΜΕ, θα ήταν των «Πράσινων», που έχουν κατά βάση οικολογική και κοινωνική ατζέντα και οι θέσεις τους είναι στην κατεύθυνση μεγαλύτερης βοήθειας στην Ελλάδα.
Οι Πράσινοι, επικεφαλής των οποίων είναι ο τουρκικής καταγωγής Τσεμ Εζντεμίρ και η Ζιμόνε Πέτερ, παίρνουν στις δημοσκοπήσεις ένα ποσοστό κοντά στο 8%.
Το FDP είναι αντίθετο και σε αλλαγές στην αρχιτεκτονική της Ευρωζώνης που θα οδηγούσαν στη δημιουργία ενός δικού της προϋπολογισμού για τη χρηματοδότηση χωρών που βρίσκονται σε κρίση.
«Με εμάς δεν θα συμβεί αυτό», δηλώνουν στελέχη του, βάζοντας πάγο στις προτάσεις του Γάλλου Προέδρου, Εμανουέλ Μακρόν.
Η Μέρκελ, πάντως, έχει συμφωνήσει για έναν «περιορισμένο» προϋπολογισμό της Ευρωζώνης και γενικά θέλει να κάνει κάποια βήματα αλλαγών στην αρχιτεκτονική της, ώστε να δώσει από κοινού με τον Μακρόν μία νέα ώθηση στην Ευρώπη.
Η άρνηση του FDP απέναντι στην προοπτική μεγαλύτερης ευρωπαϊκής ενοποίησης θα οδηγήσει, σύμφωνα με κάποια δημοσιεύματα, τη Μέρκελ να στραφεί και πάλι στο SPD για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Αν αυτό συμβεί και η SPD πάρει το υπουργείο Οικονομικών – αυτό είναι μεγάλο αν – τότε τα πράγματα θα είναι καλύτερα για την Ελλάδα, καθώς το SPD έχει ταχθεί επανειλημμένα υπέρ της περαιτέρω ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους και γενικότερα της διευκόλυνσης της Ελλάδας για να επιστρέψει σε μία οικονομική κανονικότητα.
Ο ρόλος του AfD και της Αριστεράς
Υπάρχουν δύο ακόμη κόμματα που αναμένεται να είναι στην επόμενη γερμανική Βουλή, όχι όμως και στην επόμενη γερμανική κυβέρνηση. Το ένα είναι το ακροδεξιό, εθνικιστικό και ευρωσκεπτικιστικό ΑfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), το οποίο συγκεντρώνει πάνω από 10% στις δημοσκοπήσεις και μπορεί να είναι το τρίτο σε δύναμη κόμμα.
Το κόμμα αυτό, που έχει επικεφαλής τη Φράουκε Πέτρι και τον Γεργκ Μόιτεν, ιδρύθηκε το 2013, χωρίς να μπορέσει να μπει στη Βουλή την ίδια χρονιά, αλλά στη συνέχεια απέκτησε δυναμική με τις θέσεις του κατά των δανείων σε χώρες της Ευρωζώνης που είναι σε κρίση και υπέρ της εξόδου από το ευρώ των χωρών, όπως η Ελλάδα, που δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν από τις αγορές.
Τη μεγαλύτερη ώθηση πήρε το κόμμα αυτό από το 2015, όταν η Μέρκελ δέχθηκε την είσοδο στη Γερμανία πάνω από 1 εκατομμύριο μεταναστών.
Η Μέρκελ έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να συνεργασθεί με το AfD.
Ένα υψηλό ποσοστό, όμως, του Afd θα μπορούσε να επηρεάσει τη μετεκλογική πολιτική της Μέρκελ, στο βαθμό που το κόμμα αυτό παίρνει ψήφους από το δικό της.
Το άλλο κόμμα είναι το Die Linke (H Αριστερά), που συγκεντρώνει περίπου 10% στις δημοσκοπήσεις.
Το κόμμα αυτό, με επικεφαλής την Κάτια Κίπινγκ και τον Μπερντ Ρίξινγκερ, έχει την πιο φιλική ατζέντα για την Ελλάδα, τόσο στο θέμα του χρέους όσο και γενικότερα για την οικονομική πολιτική της.
Η μόνη πιθανότητα κυβερνητικού ρόλου του, ωστόσο, θα ήταν σε μία κυβέρνηση με το SPD και τους Πράσινους.
Το σενάριο αυτό, όμως, δεν έχει πια σημαντικές πιθανότητες μετά τη δημοσκοπική καθίζηση των Σοσιαλδημοκρατών.
Σημειώνεται ότι για τη είσοδο στη γερμανική Βουλή, θα πρέπει τα κόμματα να επιτύχουν ποσοστό πάνω από το 5%.
enikos.gr