Η ιστορική μαρτυρία του που δόθηκε στον Ευθ. Π. Πέτρου Πενήντα χρόνια μετά την 21η Απριλίου 1967, ένα νέφος αοριστίας που βασίζετ...
Η ιστορική μαρτυρία του που δόθηκε στον Ευθ. Π. Πέτρου
Πενήντα χρόνια μετά την 21η Απριλίου 1967, ένα νέφος αοριστίας που βασίζεται σε αμφιλεγομένης αξιοπιστίας πληροφορίες εξακολουθεί να πλανάται ως προς τα αίτια και τα
γεγονότα εκείνων των ημερών.
Πολλοί ακόμη και από αυτούς που έζησαν όσα συνέβησαν έχουν ακόμη και σήμερα βασικά ερωτήματα ως προς το πώς οργανώθηκε και πώς εκδηλώθηκε το στρατιωτικό κίνημα.
Πρώτο και βασικό από αυτά, είναι το τι περίμενε ο πολιτικός κόσμος της χώρας;
Και φυσικά, το αν πιάστηκε στον ύπνο;
Υπήρχε άραγε σχεδιασμός ενός «βασιλικού πραξικοπήματος των στρατηγών»;
Τους πρόλαβαν οι συνταγματάρχες;
Τι περίμενε ο αυτοεξόριστος στο Παρίσι Κωνσταντίνος Καραμανλής;
Ποιος είναι ο ρόλος τον οποίο έπαιξε ο υπερατλαντικός παράγων;
Ο μέσος Έλλην έχει μια πολύ αόριστη και επιφανειακή προσέγγιση στα ερωτήματα αυτά, καθώς η ιστοριογραφία ξεκινά την διήγησή της για την κατάλυση της Δημοκρατίας, από το βράδυ της 21ης Απριλίου.
Η Δημοκρατία, δοκιμαζόταν όμως σκληρά, με ευθύνη των ήδη εντεταλμένων να της διαφυλάσσουν ως κόρη οφθαλμού, εξ αιτία της συγκρούσεως κορυφής Ανακτόρων – Ενώσεως Κέντρου για το θέμα του ΑΣΠΙΔΑ και της Αποστασίας. Συγκρούσεως η οποία έλαβε χαρακτήρα εκτροπής από την κοινοβουλευτικής νομιμότητα.
Το κίνημα των αξιωματικών και η δικτατορία έδωσαν απλώς την χαριστική βολή.
Για τα γεγονότα αυτά, η «Εστία» εζήτησε την ιστορική μαρτυρία ενός από τους ελαχίστους ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα από μέσα έχοντας σχέσεις με τα πρόσωπα που έπαιξαν κομβικό ρόλο στις εξελίξεις της ταραγμένης εκείνης εποχής. Πρόκειται για τον κ. Νικόλαο Ε.Ν. Φαρμάκη, βουλευτή της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως (ΕΡΕ) ο οποίος διατηρούσε στενότατες σχέσεις με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, κατά την διάρκεια της συνωμοσίας αλλά και πολύ στενές με τον τότε αρχηγό ΓΕΣ, Γρηγόριο Σπαντιδάκη, για τον οποίο ελέγετο ότι θα ηγείτο του θρυλουμένου «πραξικοπήματος των στρατηγών».
Η μαρτυρία του, για πρώτη φορά μετά πενήντα χρόνια, ρίχνει φως σε πολλές πτυχές των εξελίξεων, κυρίως όμως επιβεβαιώνει κατά τον πλέον αδιαμφισβήτητο τρόπο τρία δεδομένα:
Πρώτον:
Ο πολιτικός κόσμος συνελήφθη κυριολεκτικώς στον ύπνο.
Ουδείς ανέμενε την εκδήλωση στρατιωτικού κινήματος, εκτός ίσως από τον ίδιο τον κ. Φαρμάκη, ο οποίος μετείχε των διεργασιών.
Έχοντας προειδοποιήσει τον Κ. Καραμανλή ότι πρέπει να επιστρέψει στην Ελλάδα, εισέπραξε την απάντηση:
«Εγώ δικτάτωρ του Βασιλέως δεν γίνομαι».
Απάντησις ενδεικτική του ότι οι πολιτικοί στο σύνολό τους θεωρούσαν πως δεν θα μπορούσε να γίνει πραξικόπημα χωρίς βασιλική εντολή.
Δεύτερον:
Δεν υπήρχε σχέδιο επεμβάσεως των στρατηγών. Υπήρχαν μόνον κάποιες σκέψεις τις οποίες εσκόπευε να μεταφέρει στον Βασιλέα, ο αρχηγός ΓΕΣ στρατηγός Γρ. Σπαντιδάκης, αλλά δεν επρόλαβε, διότι εν τω μεταξύ εξεδηλώθη το κίνημα.
Τρίτον:
Ο ρόλος των Αμερικανών. Γνώριζαν αλλά δεν ενεπλάκησαν στην οργάνωση της συνωμοσίας.
Αυτό τεκμαίρεται από την πρώτη αντίδραση της CIA στελέχη της οποίας ρωτούσαν «αθώα» μετά λίγες ώρες ποιο είναι το «χρώμα» των στρατιωτικών που κατέλαβαν την Αθήνα. Εννοούσαν βεβαίως το πολιτικό τους «χρώμα».
Που σημαίνει ότι στην Ουάσιγκτων δεν εγνώριζαν ποιας πολιτικής τοποθετήσεως ήσαν οι στρατιωτικοί που είχαν κινηθεί.
Να υπενθυμίσουμε ότι δεν είχε περάσει πολύς καιρός από τότε που είχε αποκαλυφθεί η υπόθεσις ΑΣΠΙΔΑ. Αυτός ήταν και ένας λόγος για τον οποίο στο Γενικό Επιτελείο Στρατού εφησύχαζαν.
Ένα μυστηριώδες τηλεφώνημα, στο γραφείο του αρχηγού, το πρωί της 20 Απριλίου, προειδοποιούσε, σύμφωνα με την διήγηση Φαρμάκη ότι «θα σας δέσουν».
Αγνοήθηκε όμως.
Οι αξιωματικοί αναρωτήθηκαν απλώς ποιος θα ήταν αυτός που «θα τους δέσει» αφού τα μέλη του ΑΣΠΙΔΑ ήσαν στην φυλακή!
Η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα εξ άλλου ανησυχούσε για την κατάσταση της υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου για τον οποίο, όπως έλεγαν ζητούσαν πληροφορίες οι καθηγητές του Μπέρκλεϋ.
Η ερώτησις που ετέθη ήταν αν έχουν γίνει εκτελέσεις πολιτικών, ενώ την ίδια στιγμή ο διοικητής της στρατιωτικής αποστολής των ΗΠΑ θεωρούσε επιβεβλημένη την άμεση ενημέρωση του 6ου Στόλου.
«Τι είναι αυτά που λες περί επαναστάσεως;»
Ήταν ο άνθρωπος που μιλούσε με όλους.
Ήταν βουλευτής της ΕΡΕ και είχε επικοινωνία με το πολιτικό σύστημα ιδιαιτέρως δε με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Εκπροσωπούσε την Βουλή στο ΝΑΤΟ όπου ανέπτυξε σχέσεις με Αμερικανούς στρατιωτικούς.
Συνδεόταν προσωπικώς με τον αρχηγό του ΓΕΣ Γρηγόρη Σπαντιδάκη που ήταν και ο υπουργός Εθνικής Αμύνης στην πρώτη κυβέρνηση της 21ης Απριλίου.
Η σχέσις του με τον Γεώργιο Παπαδόπουλο ήταν τόσο στενή που τον είχε καλέσει στο Γενικό Επιτελείο την νύκτα του πραξικοπήματος.
Όταν την επομένη ημέρα ευρέθησαν στα Ανάκτορα για την ορκωμοσία της νέας Κυβερνήσεως η παρουσία του δεν πέρασε απαρατήρητη από τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Κόλια.
Ο ίδιος ο Φαρμάκης διηγείται ότι στην ερώτησή του «Ποιος είναι ο κύριος;» έσπευσε ο ίδιος ο Παπαδόπουλος να απαντήσει:
«Είναι της καταστάσεως». Πριν περάσουν λίγες ώρες ο νέος πρωθυπουργός τον δεχόταν στο Πολιτικό Γραφείο μαζί με τον Αμερικανό πρέσβυ Φίλιπ Τάλμποτ.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς την ιστορική αξία αυτής της μαρτυρίας, που προέρχεται από έναν άνθρωπο ο οποίος κυριολεκτικά εγνώριζε τα πάντα εκ των έσω.
Διαβάστε την με προσοχή.
Αμαλία: «Πρόσεξε τι σου λέει ο Νίκος»
«Ένα βασικό λάθος που έκαναν οι πολιτικοί όλων των κομμάτων, περιλαμβανομένου και του κομμουνιστικού (με το προσωπείο της ΕΔΑ εκείνη την εποχή) είναι ότι ανέμεναν πως αν εγένετο παρέμβασις από τον
Στρατό, θα ήτο κατόπιν εντολής του Βασιλέως.
Έχω προσωπικήν γνώμην περί αυτού, από συνάντησή μου με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στο Παρίσι λίγες εβδομάδες πριν την 21η Απριλίου.
Στο τέλος Μαρτίου του 1967 με εκάλεσε ο Πασχάλης Κόντας διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Καραμανλή, ως πρωθυπουργού και με παρεκάλεσε να παραλάβω μιαν επιστολή και να την παραδώσω στον Καραμανλή στο Παρίσι.
Έχω την εντύπωση ότι ο Καραμανλής εζήτησε εμένα για την μεταφορά της επιστολής.
Πράγματι στο Παρίσι με εκάλεσε για γεύμα στο σπίτι του, εκεί δε συνάντησα και τον Γεώργιο Ράλλη, συμμαθητή μου στην Σχολή Μακρή με την σύζυγό του.
Ο Καραμανλής με ερώτησε την άποψή μου περί του τι συμβαίνει στην Ελλάδα.
Του απήντησα: κε Πρόεδρε εάν δεν κατεβείτε στην Ελλάδα την ερχομένη εβδομάδα, πιστεύω θα γίνει στρατιωτική επανάστασις», οπότε διημείφθη ο ακόλουθος διάλογος: Καραμανλής:
«Εγώ δικτάτωρ του Βασιλέως δεν γίνομαι». Φαρμάκης:
«Δεν είπα βασιλικό πραξικόπημα.
Είπα στρατιωτική επανάστασις».
Καραμανλής: «Άκου Νίκο, εγώ διετέλεσα οκτώ χρόνια πρωθυπουργός και κατ’ επανάληψιν υπουργός Εθνικής Αμύνης.
Οι αξιωματικοί είναι δημόσιοι υπάλληλοι.
Άνευ εντολής δεν πρόκειται να κινηθούν».
Στο σημείο αυτό παρενέβη η σύζυγος του Καραμανλή Αμαλία, για να πει απλώς:
«Κώστα πρόσεξε τι σου λέει ο Νίκος».
Από αυτό όμως διεπίστωνα ότι παρ’ όλα όσα ελέγοντο η Αμαλία είχε επιρροή επί του Καραμανλή.
Τότε και ενώ ο Ράλλης εσιώπα, ο Καραμανλής με εκάλεσε το απόγευμα στο μπαρ του ξενοδοχείου Πλαζά Ατενέ.
Εκεί ο Καραμανλής ερώτησε ευθέως «Τι είναι αυτά που λες περί στρατιωτικής επαναστάσεως;» οπότε του απήντησα ότι αυτή είναι η δική μου ανάλυσις.
Τότε ο Καραμανλής εζήτησε μιαν επαφή με τους Αμερικανούς:
«Όταν σε διόρισα, αν και ήσουν νέος βουλευτής, εκπρόσωπο της Βουλής στο ΝΑΤΟ, είδα σε φωτογραφίες ότι συνομιλούσες φιλικά με τον ανώτατο διοικητή Ευρώπης στρατηγό Λάρρυ Νόρσταντ.
Μπορείς να μου στείλεις την διεύθυνση και το τηλέφωνό του;».
Η απάντησις ήταν ότι μπορούσα να του το δώσω αμέσως διότι το είχα στο μπλοκάκι μου.
Τα έγραψα σε μια πετσέτα του μπαρ του ξενοδοχείου.
Χρόνια αργότερα ο γνωστός δημοσιογράφος Σουλτσμπέργκερ έγραψε σε βιβλίο του, ότι τον Απρίλιο του 1967, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επισκέφθηκε με μυστικότητα τον στρατηγό Νόρσταντ και τον ερώτησε αν οι ΗΠΑ μπορούσαν να δώσουν «πράσινο φως» για πραξικόπημα στην Ελλάδα.
Τα ίδια επίστευαν και οι εδώ πολιτικοί.
Ότι για να γίνει οποιαδήποτε κίνησις ήταν απαραίτητη διαταγή του Βασιλέως.»
Ράλλης-Παπαληγούρας ζητούσαν σύλληψη Ανδρέα
«Μία εβδομάδα πριν την 21η Απριλίου, είχα συναντηθεί με τον Γεώργιο Ράλλη και τον Παναγιώτη Παπαληγούρα (υπουργούς Δημοσίας Τάξεως και Εθνικής Αμύνης αντιστοίχως). Χωρίς να υπολογίζουν την πιθανότητα στρατιωτικού κινήματος συζητούσαν το αν θα έπρεπε να συλληφθεί ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Και οι δύο επέμεναν ότι έπρεπε, αλλά διαφωνούσε ο (τότε πρωθυπουργός) Παναγιώτης Καννελόπουλος. Ερώτησα τον Παπαληγούρα, αν πήγε ποτέ να ακούσει τι λένε οι αξιωματικοί.
Μου απήντησε ότι τον ενημερώνει αξιωματικός της απολύτου εμπιστοσύνης του.
Αυτός ο αξιωματικός, την νύκτα του κινήματος, τον ερώτησε αν τον χρειάζεται τίποτε άλλο.
Έφυγε και λίγη ώρα αργότερα ήταν αυτός που κατέλαβε τον ραδιοφωνικό σταθμό Αθηνών…
Ούτε ο Λεωνίδας Κύρκος επίστευε ότι μπορεί να γινόταν στρατιωτικό κίνημα.
Την νύκτα της 21ης Απριλίου, περπατώντας στην οδό Πανεπιστημίου συνάντησε ομάδα οπαδών της ΕΔΑ, οι οποίοι τον ρωτούσαν ανήσυχοι σχετικά με την φημολογία περί στρατιωτικού κινήματος.
Τους ανέλυσε τους λόγους για τους οποίους δεν υπήρχε περίπτωσις να γίνει κάτι τέτοιο.
Λίγο αργότερα που έφθασε στο σπίτι του συνελήφθη…»
«Απόψε θα σας δέσουν!»
«Εξ ιδίας αντιλήψεως γνωρίζω ότι η άποψις πως ο Βασιλεύς έδωσε εντολή στον Σπαντιδάκη να προετοιμάσει πραξικόπημα δεν είναι ακριβής.
Όμως ακόμη και αν απεφάσιζε να κινηθεί οα αρχηγός του ΓΕΣ και πάλι θα έπρεπε να απευθυνθεί στην ομάδα Παπαδοπούλου.
Και τούτο διότι τους τελευταίους τρεις μήνες, κατόπιν συνεννοήσεως μεταξύ τους, περισσότεροι από 40 αξιωματικοί είχαν τοποθετηθεί ως διοικητές στις μονάδες της Αττικής.
Θα παραθέσω λοιπόν τα γεγονότα της Πέμπτης 20ης Απριλίου 1967.
Στις 7 το πρωί μου ετηλεφώνησε ο διευθυντής του γραφείου του στρατηγού Σπαντιδάκη και με εκάλεσε να μεταβώ αμέσως στο ΓΕΣ.
Ήταν ώρα 8.30′ όταν έφθασα και, πριν εισέλθω στον στρατηγό μου είπε ότι του ετηλεφώνησε άγνωστη γυναίκα, η οποία του είπε: «Απόψε θα σας δέσουν όλους».
Ο ίδιος αναρωτήθηκε «ποιος θα τους δέσει», αφού οι αξιωματικοί του ΑΣΠΙΔΑ ήσαν στην φυλακή.
Ο στρατηγός Σπαντιδάκης μου εζήτησε να παραμείνω στον βοηθητικό χώρο του γραφείου του και να σημειώσω τους διαλόγους που θα ακολουθούσαν με τέσσερεις αντιστρατήγους που θα έρχονταν.
Ήσαν ο διοικητής του Γ’ Σώματος Στρατού Γεώργιος Ζωιτάκης, ο υπαρχηγός ΓΕΕΘΑ Οδυσσεύς Αγγελής, ο διοικητής ΑΣΔΕΝ Χρήστος Παπαδάτος και ο γενικός επιθεωρητής Ιωάννης Μανέτας.
Τους ετέθη η ερώτησις αν η κατάστασις δικαιολογεί επέμβαση του Στρατού και αν θα έπρεπε ο Βασιλεύς να ενημερωθεί.
Πρώτος απήντησε ο Αγγελής ο οποίος είπε ότι η επέμβασις είναι επιβεβλημένη, όμως ο Βασιλεύς δεν πρέπει να ενημερωθεί ώστε να μην φέρει ευθύνη ο ίδιος και να μείνει στο απυρόβλητο.
Την ίδια άποψη εξέφρασε και ο Ζωιτάκης ενώ οι Παπαδάτος και Μανέτας εδήλωσαν ότι η παρέμβασις είναι επιβεβλημένη, αλλά μόνον με την έγκριση του Βασιλέως.
Ο Σπαντιδάκης μου ανέφερε στην συνέχεια ότι σκοπεύει να πάει στην Κρήτη τις επόμενες ημέρες και την Δευτέρα (που ήταν Μεγάλη Δευτέρα) θα ζητούσε ακρόαση από τον Βασιλέα.
Γνωρίζω ότι στις 5 το απόγευμα της ίδιας ημέρας, ο Ζωιτάκης, ο οποίος καταγόταν από την εκλογική μου περιφέρεια -Ναυπακτία- συνηντήθη με τους Παπαδόπουλο, Παττακό, Μακαρέζο και Ρουφογάλη και τους ενημέρωσε για την πρόθεση του Σπαντιδάκη να μεταβεί στα ανάκτορα την Δευτέρα.
Τότε απεφασίσθη να επέμβουν το ίδιο βράδυ.
Ήδη όμως από την 1 το μεσημέρι, ο Παπαδόπουλος μου είχε τηλεφωνήσει να μεταβώ στις 12 τα μεσάνυχτα στο Γενικό Επιτελείο.
Αυτό όμως μου ήταν αδύνατον διότι ήμουν προσκεκλημένος σε ένα επίσημο δείπνο.
Αν έλεγα ότι δεν πάω ίσως εδημιουργείτο ανησυχία…»
CIA: «Ποιο είναι το χρώμα των στρατιωτικών;»
«Την επόμενη ημέρα αφού το κίνημα είχε ολοκληρωθεί ορκίσθηκε κυβέρνησις.
Ο Σπαντιδάκης μου εζήτησε να του φέρω τον Αμερικανό πρέσβυ Φίλιπ Τάλμποτ για να ενημερωθεί. Πήγα στην πρεσβεία, όπου μου άνοιξαν πέντε πανύψηλοι μαύροι.
Ο πρέσβυς κατέβηκε συνοδευόμενος από τον επί κεφαλής της αμερικανικής στρατιωτικής αποστολής. Όταν τους ενημέρωσα σύντομα για τις εξελίξεις, ο τελευταίος εσχολίασε ότι πρέπει αμέσως να ειδοποιηθεί ο 6ος Στόλος.
Συνόδευσα τον Τάλμποτ μαζί με ένα διπλωμάτη ονόματι Νταίη που μιλούσε άπταιστα ελληνικά στο γραφείο του πρωθυπουργού Κόλια.
Εκεί η πρώτη του ερώτησις ήταν αν έγιναν εκτελέσεις πολιτικών.
Ο Κόλιας εστράφη προς εμένα, οπότε του είπα: «Ρωτάει εσάς».
Ο πρωθυπουργός περιορίσθηκε να δηλώσει «Δεν ξέρω».
Τότε ρώτησα τον πρέσβυ αν υπάρχει συγκεκριμένο πρόσωπο για το οποίο ενδιαφέρεται.
Μας είπε ότι «έχουν φθάσει τηλεγραφήματα από καθηγητές του Μπέρκλεϋ που ερωτούν για την υγεία του Ανδρέα Παπανδρέου».
Του απαντήσαμε ότι είναι καλά.
Έξω από το γραφείο του Πρωθυπουργού βρισκόταν ο υποδιοικητής της ΚΥΠ Ζαχαράκης κρατούμενος με χειροπέδες.
Μου είπε ότι από τις 6.05 το πρωί, έχει ένα σημείωμα από την CIA, αλλά δεν τον αφήνουν να το δώσει.
Το πήρα και διάβασα ότι η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ ζητούσε μια συγκεκριμένη πληροφορία:
«Ποίον το χρώμα των στρατιωτικών που κατέλαβαν την Αθήνα;»
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Εστία.