GRID_STYLE
FALSE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

Breaking News:

latest

Το ένοχο κι αντεθνικό παρελθόν του ΚΚΕ - Α΄ Μέρος

Τα πρώιμα χρόνια της ελληνικής Αριστεράς και η Φεντερασιόν του Αβραάμ Μπεναρόγια Μέχρι τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα η ελ...






Τα πρώιμα χρόνια της ελληνικής Αριστεράς και η Φεντερασιόν του Αβραάμ Μπεναρόγια
Μέχρι τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα η ελληνική Αριστερά διέπονταν από την ιδεολογία της κοινωνικής απελευθέρωσης, σε συνδυασμό με το αίτημα για την απελευθέρωση των λαών που ήταν υπόδουλοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Με κεντρικές μορφές, όπως ο σημαντικότερος Έλληνας σοσιαλιστής της εποχής, ο Σταύρος Καλλέργης, ο Μαρίνος Αντύπας, ο Νίκος Γιαννιός, ο Γεώργιος Σκληρός κ.ά., το σοσιαλιστικό κίνημα που κινούνταν στα όρια του ελλαδικού χώρου, θα ερχόταν αντιμέτωπο με νέα δεδομένα, όταν θα πραγματοποιούνταν η ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας:
Στην Βόρεια Ελλάδα, το εβραιοβουλγαρικό σοσιαλιστικό κίνημα είχε πολύ μεγαλύτερη επιρροή, σε μια βάση διαφόρων εθνοτήτων που αποτελούσαν την περίφημη «μακεδονική σαλάτα».

Όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη από τον ελληνικό στρατό τον Οκτώβριο του 1912, οι μόνοι που αισθάνθηκαν απελευθερωμένοι, ήταν οι Έλληνες, οι οποίοι όμως μειοψηφούσαν σε πληθυσμό εκείνη την εποχή στην πόλη (σε σύνολο 150.000, οι Έλληνες ήταν 40.000, οι Εβραίοι 60.000, οι Τούρκοι 45.000 και οι λοιπές εθνότητες 5.000).
Η μεγαλύτερη κοινότητα της Θεσσαλονίκης, η εβραϊκή, δεν είδε με καθόλου καλό μάτι την αλλαγή του καθεστώτος.
Οι Εβραίοι, στα πλαίσια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την οποία θεωρούσαν ως πατρίδα τους, έλεγχαν κάθε οικονομική δραστηριότητα.
Τα νέα δεδομένα, προκαλούσαν γι’ αυτούς οικονομικές απώλειες, καθώς η αποχώρηση των ηττημένων αποτελούσε και απώλεια χρεών.
Επιπλέον, τα όρια της ελληνικής επικράτειας, ήταν σαφώς πιο στενά απ’ αυτά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στα οποία δρούσαν πριν εμπορικά και αυτή τη φορά έβλεπαν στα πρόσωπα των Ελλήνων τον κίνδυνο του ανταγωνισμού, τον οποίον δεν είχαν με τους μουσουλμάνους και τους Βούλγαρους, οι οποίοι περιορίζονταν στις αγροτικές ασχολίες και στο «χαμαλίκι».
Εκτός όμως των οικονομικών λόγων, υπήρχε και ο φόβος των αντιποίνων, καθώς η εβραϊκή κοινότητα, όχι μόνο είχαν ενισχύσει οικονομικά τον πόλεμο των Τούρκων εναντίον των Ελλήνων, πραγματοποιώντας έρανο, με το τεράστιο ποσό των 650.000 χρυσών λιρών, αλλά μέλη της είχαν δημιουργήσει στρατιωτικό σώμα εθελοντών, για να πολεμήσουν στο πλευρό των Τούρκων κι εναντίον των Ελλήνων (δημοσίευμα εφημερίδας «Εστία», 9 Οκτωβρίου 1912).
Εξ άλλου, ήταν ακόμη νωπές οι μνήμες από τον λιθοβολισμό Ελλήνων αιχμαλώτων, από Εβραίους στην Θεσσαλονίκη.
Υπό αυτές τις συνθήκες και παρ’ ότι ο Βενιζέλος είχε φροντίσει να καθησυχάσει την εβραϊκή κοινότητα παραχωρώντας τους και ιδιαίτερα προνόμια (π.χ. εξαγορά στρατιωτικής θητείας, διατήρηση της αργίας του Σαββάτου, διατήρηση της ισπανοεβραϊκής γλώσσας στις οικονομικές συναλλαγές κ.ά.), οι Εβραίοι ξεκίνησαν προσπάθειες «διεθνοποίησης» της πόλης στέλνοντας εκκλήσεις, πότε στους Βούλγαρους για να προστατέψουν με περιπολίες τις εβραϊκές συνοικίες, πότε στους Αυστριακούς, με αίτημα αυτή τη φορά, να προσαρτήσουν την Θεσσαλονίκη και την Μακεδονία, στην Αυστρουγγαρία, και πότε αποστέλλοντας επιτροπή στο Λονδίνο με αίτημα την αυτονόμηση της Μακεδονίας.


Ένα από τα κινήματα αυτονόμησης της Μακεδονίας και της Θράκης, ήταν το εργατικό σωματείο «Εργατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία Θεσσαλονίκης» πιο γνωστό με τον ισπανοεβραϊκό τίτλο «Φεντερασιόν», το οποίο είχε ιδρυθεί το 1909 από τον Εβραίο τυπογράφο, βουλγαρικής καταγωγής, Αβραάμ Μπεναρόγια και τον επίσης Εβραίο Κουν Βεντούρα.
Η Φεντερασιόν, που αποτελούνταν κυρίως από Εβραίους και Βούλγαρους, αρχικά ήταν ανοιχτά υπέρ των Νεότουρκων και κατά του διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η οργάνωση εκπροσωπούνταν μάλιστα από το 1910 στο οθωμανικό κοινοβούλιο, με τον Βούλγαρο Ντίμιταρ Βλάχοφ.
Προσγειωμένος όμως στην ωμή πραγματικότητα της προσάρτησης της Μακεδονίας στην Ελλάδα και κάτω από την διεθνή αντίληψη που υπήρχε για το μέλλον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Μπεναρόγια αναπροσάρμοσε την τακτική του και κάτω από τον σοσιαλιστικό μανδύα, προπαγάνδιζε μέσα από την εφημερίδα της οργάνωσης «Αβάντι», την αυτόνομη ομοσπονδία της Μακεδονίας, ως τμήμα μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας.

Γράφει για την Φεντερασιόν, ο διατελέσας προσωρινός Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ (1925-1926) και βουλευτής (1926-28), Ελευθέριος Σταυρίδης («Τα Παρασκήνια του ΚΚΕ»):

Αύτη ήτο η λεγόμενη «Σοσιαλιστική Φεντερασιόν», αποτελουμένη από υπέρ τας 2.000 μέλη, κατά 90% μορφωμένους Εβραίους, ταξιδεύσαντας εις την Ευρώπην και μορφωθέντας εκεί σοσιαλιστικώς.Αύτη ήτο πολιτική οργάνωσις των Εβραίων κυρίως, αλλά σοσιαλιστική, με σοβαράν πολιτικήν δράσιν, ακόμα από της εποχής της Τουρκοκρατίας.Ήτο συνδεδεμένη με το διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα και απετέλει επισήμως τμήμα της Β΄Σοσιαλιστικής Διεθνούς της Βέρνης, εις τα συνέδρια της οποίας απέστελλε τακτικά τους αντιπροσώπους της.Από το 1908 είχε συνεργαστεί με τους Νεοτούρκους, των οποίων το κέντρον ήτο η Θεσσαλονίκη, προς ανατροπήν του Σουλτάνου Χαμήτ, και πολλά μέλη αυτής, εν οις και ο γνωστός μετέπειτα Αβραάμ Μπεναρόγια, μετέσχον του αγώνος των Νεοτούρκων και εξεστράτευσαν εκ Θεσσαλονίκης κατά της Κωνσταντινουπόλεως και του Χαμήτ.Η σοσιαλιστική Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης επηρέαζε σοβαρά το εργατικό κίνημα της πόλεως και φυσικά προπαντός τους Εβραίους εργάτες, είχε δε και αρτιότατα λειτουργούντα δια τους εργάτας καταναλωτικόν συνεταιρισμόν, την «Λαϊκήν» με παντοπωλείον εις την εργατικήν συνοικία του Βαρδαρίου, από τον οποίον οι εργάται ηγόραζον ευθυνότερα τα καλυτέρας ποιότητος είδη, των κερδών κατανεμομένων, εις το τέλος του έτους, εις τους αγοραστάς καταναλωτάς, αναλόγως του ποσού της καταναλώσεώς των, κατά τρόπο σοσιαλιστικώτατον.

Όταν η ελληνική κυβέρνηση επιχείρησε να εφαρμόσει την φορολογία στις νεότερες περιοχές της Ελλάδος, η Φεντερασιόν που είχε μεγάλη επιρροή στην Βόρεια Ελλάδα, διοργάνωσε το 1914 απεργίες οι οποίες είχαν επιτυχία και δημιούργησαν αναταραχές.
Γι’ αυτές τις απεργίες, η Φεντερασιόν κατηγορήθηκε πως τις διοργάνωνε για λογαριασμό των Βούλγαρων και των Αυστριακών, με σκοπό να δημιουργηθεί κλίμα που θα οδηγούσε στην απόσχιση.
Με την λήξη της απεργίας, μετά από μερική ικανοποίηση των αιτημάτων των απεργών, ο Μπεναρόγια εκτοπίστηκε για περισσότερα από δυο χρόνια στην Νάξο, μαζί με τον επικεφαλή της απεργιακής επιτροπής, Σαμουέλ Γιονά.
Σύμφωνα με την κατάθεση του Ιωάννη Κούσκουρα, διευθυντή της εφημερίδας της Θεσσαλονίκης «Νέα Αλήθεια», η οποία πρωτοστάτησε με άρθρα της εναντίον του Μπεναρόγια και της Φεντερασιόν, «Ο Μπεναρόγια ουδέν επάγγελμα εξασκεί εν τη πόλει ταύτη, υπάρχει υπόνοια ότι μισθοδοτείται υπό της Βουλγαρικής Κυβερνήσεως διά να συντηρή το εν λόγω Κέντρον, όπερ κατά την αντίληψίν μου έχει μεταβληθή εις ανατρεπτικόν ως απέδειξεν η τελευταία απεργία των καπνεργατών την οποία απεπειράθη να χρησιμοποιήση προς διατάραξιν της δημοσίας τάξεως εν Θεσσαλονίκη, όπως αποδείξη ότι δεν υφίσταται ασφάλεια εν Θεσσαλονίκη.
Επίσης ο Μπεναρόγια αποδεικνύει διά της στάσεώς του ότι ουδένα τρέφει σεβασμόν προς την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, διότι καίτοι του έγινον σχετικαί προτάσεις όπως αναρτήση την ελληνικήν σημαίαν επί της θύρας του Κέντρου, απέρριψε τας προτάσεις ταύτας περιφρονητικώς ειπών ότι ο Σοσιαλισμός ουδεμία σχέσιν έχει με την Ελληνικήν Κυβέρνησιν. 
Όλαι αύται αι ενέργειαι γίνονται εν γνώσει και τη συνεργασία του Σαμουέλ Γιουνά.
Αλλο τι δεν έχω να προσθέσω και γράμματα γνωρίζω».

Παρ’ όλες αυτές τις διώξεις, η Φεντερασιόν θα κατορθώσει το 1915, να εκπροσωπηθεί στο ελληνικό κοινοβούλιο, χρησιμοποιώντας ως «δούρειο ίππο» τον συνδυασμό του Νίκου Γούναρη, εν μέσω και του κλίματος του Εθνικού Διχασμού.
Τον τρόπο τον περιγράφει ο Ελευθέριος Σταυρίδης:

Η σοσιαλιστική Φεντερασιόν επηρέαζε επίσης τον γαλλόφωνον και ισπανόφωνον εβραϊκόν τύπον της Θεσσαλονίκης διά των μορφωμένων μελών της, τινά των οποίων ήσαν και δημοσιογράφοι, έκαμνε συχνάς μορφωτικάς σοσιαλιστικάς διαλέξεις και εξέδιδε και σοσιαλιστικόν περιοδικόν, την «Ωρόρ».Κατά τας εκλογάς του 1915, ο πρωθυπουργός της Ελλάδος, Γούναρης, εζήτησε την συνεργασίαν της Φεντερασιόν, εις τας εκλογάς του Μαΐου του 1915, ίνα μετάσχη του συνδυασμού του Γούναρη, τον οποίον κατήρτιζε τότε η λεγομένη Μακεδονική Νεολαία, ήτις είχεν επί κεφαλής τον Μπούσιον, τον Δραγούμην, τον Σουλιώτην Νικολαΐδην και άλλους.Η Φεντεριασιόν εδέχθη την συνεργασίαν, αλλά εδήλωσεν ότι η συνεργασία αύτη θα είναι μόνον εκλογική και μετά την νίκην κατά του Βενιζελισμού θα διελύετο, όπερ και εγένετο δεκτόν από τον Γούναρην.Έτσι η Φεντερασιόν υπέδειξε δύο βουλευτάς εις το ψηφοδέλτιον του Γούναρη, τον Αριστοτέλην Σιδέρην, σημερινόν καθηγητήν της Ανωτάτης Σχολής Εμπορικών και Οικονομικών Επιστημών, και τον Ισραηλίτην έμπορον Αλμπέρτον Κουριέλ.Εις τας εκλογάς με πλειοψηφικόν και με σφαιρίδιον επεκράτησε το αντιβενιζελικόν ψηφοδέλτιον, χάρις εις τας ψήφους της σοσιαλιστικής Φεντερασιόν, και οι Σιδέρης και οι Κουριέλ εξελέγησαν βουλευταί, αποσπασθέντες αμέσως μετά τας εκλογάς από του Γούναρη και παραμείναντες εις την Βουλήν ως ανεξάρτητοι σοσιαλισταί βουλευταί, οι πρώτοι σοσιαλισταί εις το ελληνικόν κοινοβούλιον.

Η γέννηση του ΚΚΕ

Η Φεντερασιόν κατανοούσε ότι η εκπροσώπηση στη Βουλή, από μόνο της δεν ήταν αρκετή.
Η οργάνωση θα έπρεπε να έχει πανελλήνιο χαρακτήρα και όχι τοπικό και εβραιοβουλγαρικό, που είχε έως τότε.
Η αλλαγή αυτού του χαρακτήρα, επιχειρήθηκε με την ενσωμάτωση στην ηγετική ομάδα και κάποιων Ελλήνων σοσιαλιστών, των οποίων η δύναμη εκείνη την εποχή, στην Ελλάδα ήταν σχετικά ασήμαντη. Έτσι, και υπό τις συνθήκες κοινωνικού αναβρασμού που επικρατούσαν τότε, πραγματοποιήθηκε στον Πειραιά, στις 4 Νοεμβρίου 1918, στον Πειραιά, το πρώτο πανελλήνιο σοσιαλιστικό συνέδριο, απ’ το οποίο αναδείχθηκε ένας νέος σχηματισμός:
Το ΣΕΚΕ (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος), το οποίο, τον Απρίλιο του 1920 μετονομάστηκε σε ΣΕΚΚΕ (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος), για να μετονομαστεί και πάλι το 1924 σε ΚΚΕ-ΕΤΚΔ (Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας – Ελληνικό Τμήμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς). Έτσι γεννήθηκε το ΚΚΕ.

Το νέο κόμμα, με την δημιουργία του, βρέθηκε να έχει δύο εκπροσώπους στη Βουλή.
Ο λόγος, όπως εξηγεί και ο Ελευθέριος Σιδέρης, ήταν πως «Όταν το 1917 ο Ελευθέριος Βενιζέλος μετά την επικράτησιν του Κινήματος της Θεσσαλονίκης, ανέστησε την «Βουλήν των Λαζάρων» λεγομένην, δηλαδή την Βουλήν του Μαΐου 1915, οι Σιδέρης και Κουριέλ έγιναν και πάλιν βουλευταί, ως «αναστάντες».
Κατ’ αυτόν τον τρόπον, όταν τον Οκτώβριο του 1918 ιδρύθη το «Σοσιαλιστικόν Εργατικόν Κόμμα της Ελλάδος», ευρέθη και με δύο βουλευτάς, ανήκοντας εις την Φεντερασιόν, δηλαδή εις αυτό.
Αι τρεις αύται σοσιαλιστικαί ομάδες ίδρυσαν το πρώτον εν Ελλάδι «Σοσιαλιστικόν Εργατικόν Κόμμα». 
Τα γραφεία του κόμματος εγκατεστάθησαν εις την οδόν Ευριπίδου αρ. 14, εις το επάνω, από τα μαγαζιά, πάτωμα».

ΚΚΕ και Μικρασιατική Εκστρατεία

Όπως ήταν φυσικό, τα μικρότερα και ανίσχυρα ελληνικά σοσιαλιστικά τμήματα του ΣΕΚΕ απορροφήθηκαν και επισκιάστηκαν από την σαφώς μεγαλύτερη και ισχυρότερη Φεντερασιόν και οι φωνές των Ελλήνων σοσιαλιστών που μιλούσαν για τους «αλύτρωτους αδερφούς» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σκεπάστηκαν από την φωνή της κυρίαρχης Φεντερασιόν που μιλούσε για αυτόνομη Μακεδονία και Θράκη, κλείνοντας πονηρά το μάτι προς την Βουλγαρία.
Η πρώτη ανακοίνωση του ΣΕΚΕ, καλούσε, μεταξύ άλλων, την ελληνική κυβέρνηση, να απέχει από κάθε πόλεμο και κάθε συμμαχία.
Ήταν η στιγμή, που ο ελληνικός στρατός απελευθέρωνε, μετά την Ανατολική Μακεδονία, την Ιωνία, στην συνέχεια δε τη Δυτική και την Ανατολική Θράκη.
Για το ΣΕΚΕ, δεν υπάρχουν υπόδουλοι πληθυσμοί, ενώ απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στους υπόδουλους πληθυσμούς της Θράκης και της Μικράς Ασίας.
Καλούσε μάλιστα τους κομμουνιστές στρατιώτες της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, η οποία βρισκόταν υπό βουλγαρικό έλεγχο, να αντισταθούν στην ελληνική προέλαση.

Στις 10 Σεπτεμβρίου 1920, κι ενώ η Ελλάδα με την Συνθήκη των Σεβρών τριπλασίαζε τα εδάφη της, το ΣΕΚΚΕ (πλέον) εξέδιδε προκήρυξη, η οποία κατέληγε ως εξής:
«Κάτω οι πόλεμοι και η αλληλοσφαγή των λαών! 
Κάτω η επιστράτευσις και κάθε άλλος εκβιασμός τον λαού διά νέους πολέμους!
Ζήτω η ειρήνη μεταξύ όλων των λαών της Ανατολής και όλου του κόσμου!».

Κάτω απ’ αυτά τα δεδομένα, αρκετοί Έλληνες σοσιαλιστές αποχώρησαν από το ΣΕΚΕ, αρνούμενοι να συνταχθούν στις αντεθνικές θέσεις του.
Ο γνωστός για τα φιλοβενιζελικά του αισθήματα, σοσιαλιστής Νίκος Γιαννιός, σε επιστολή του προς την εφημερίδα «Έθνος», το 1951, αναφέρει χαρακτηριστικά:

Ιδρυταί του ΚΚΕ, τόσον εις τας Αθήνας όσον και εις την Θεσσαλονίκην, ήσαν Ισραηλίτες ή κρυπτοεβραίοι Έλληνες, το κίνημά των, παρ’ όλα τα σοσιαλιστικά φαινόμενα ή προσχήματα, ήτο εβραϊκόν εθνικιστικόν.Τούτο αποδεικνύεται και από την εκλογικήν των σύμπραξιν με τους Γούδα – Γούναρην και την αντίθεσίν των προς τον Βενιζελισμόν, ενώ ως γνωστόν, οι σοσιαλισταί πρέπει να συνεργάζωνται με τα πλέον προοδευτικά αστικά κόμματα εναντίον των παλαιοκομματικών και οπισθοδρομικών.Το υπό την ηγεσίαν μου τότε Σοσιαλιστικόν Κέντρον Αθηνών (έτος ιδρύσεως 1911) ουδέν μέρος έλαβεν εις την ίδρυσιν του ΚΚΕ. Τουναντίον προσπαθήσαμεν, μεταβάντες εις τα γραφεία του, οδός Ευριπίδου, να αποτρέψωμεν τους νεοφωτίστους κομμουνιστάς από το να προσχωρήσουν εις την Μόσχαν, προβλέψαντες ποία κρίσις και ποία δεινά επερίμεναν τον Σοσιαλισμόν της Ελλάδος και την Ελλάδα από την Σοβιετικήν παρερμηνείαν του Μαρξισμού. Δυστυχώς τα σοσιαλιστικά μας επιχειρήματα δεν εισακούστηκαν εφ’ όσον η εβραϊκή ηγεσία είχε τους ιδικούς της ανθελληνικούς σκοπούς, οι δε γύρω αυτής Έλληνες προλετάριοι ήσαν αγράμματοι και αφελείς.Προσήλθαμε εν τούτοις ως μειοψηφία εις το πρώτον Σοσιαλιστικόν Συνέδριον (1918), ηγωνίσθημεν και πάλιν, αλλ’ αποχωρήσαμεν εν τέλει δια να μη γίνωμεν όργανα της κομμουνιζούσης εβραϊκής πλειοψηφίας.Έκτοτε, οι παλιοί σοσιαλισταί, επολεμούσαμε και πολεμούμε φανερά και τίμια τον Μπολσεβικισμό, καθώς και τους κατοπινούς διφορουμένους «συναγωνιστάς» του.

Αργότερα, ο Ελευθέριος Σταυρίδης θα κάνει την διαπίστωση: «..οι Εβραίοι απεδείχθησαν περισσότερο Εβραίοι και ολιγώτερον κομμουνιστές ή μάλλον (…) απεδείχθη ότι οι Εβραίοι παραμένουν Εβραίοι και όταν ακόμη είναι κομμουνιστές…».

Το βάρος της προπαγάνδας της αντιπολεμικής εκστρατείας, σηκώνει το επίσημο έντυπο του ΣΕΚΚΕ, ο «Ριζοσπάστης», ο οποίος αρχικά, πριν προχωρήσει στο ΣΕΚΕ, υποστήριζε το κίνημα της «Εθνικής Άμυνας» του Ελευθερίου Βενιζέλου, στην Θεσσαλονίκη, όπου και πρωτοεκδόθηκε πριν μεταφερθεί στην Αθήνα.
Με προκήρυξή της, η Εκλογική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος καλούσε «όλους τους εργάτας, επαγγελματίας και βιοπαλαιστάς Αθηνών‐Πειραιώς να συνενώσουν την φωνή τους, να διακηρύξουν την θέλησί τους, να διατρανώσουν την απόφασί τους για τον μεγάλον Απελευθερωτικόν αγώνα εναντίον της Τυραννίας, εναντίον της Εκμεταλλεύσεως, εναντίον όλων των Πολέμων…» («Ριζοσπάστης», 19 Σεπτεμβρίου 1920).
Λίγες μέρες αργότερα, ένα άλλο έντυπο του ΣΕΚΚΕ, γράφει: «Τα λαγκάδια και τα βουνά της Μικρασίας γεμίσανε απ’ τα κορμιά των συναδέλφων μας.
Τα όρνια του ουρανού χορτάσανε με τις σάρκες μας. 
Μη μας μιλάτε άλλο για πατρίδες και για εθνικές επαναστάσεις» («Εργατικός Άγων», 29 Νοεμβρίου 1920).

Η προπαγάνδα του ΣΕΚΚΕ, άρχισε να πιάνει τόπο και χαρακτηριστικό είναι, πως ένα σύνταγμα στρατού αρνήθηκε να επιβιβαστεί στα πλοία και να μεταβεί στην Μικρά Ασία.
Οι κομμουνιστές, με επικεφαλή τον Παντελή Πουλιόπουλο, οι οποίοι είχαν διεισδύσει στις μονάδες του στρατού στο πολεμικό μέτωπο, έκαναν ότι μπορούσαν για να υπονομεύσουν τις πολεμικές προσπάθειες.
Κεντρικό σύνθημα, γίνεται το «Στα σπίτια σας!» 
(παρεμπιπτόντως, με αυτόν τον τίτλο [«Οίκαδε»], είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο κι ο εκδότης της «Καθημερινής», Γεώργιος Βλάχος, στις 14/27 Αυγούστου 1922, για το οποίο και κατηγορήθηκε).
Οι λιποταξίες αποτελούν καθημερινό φαινόμενο, τις οποίες διευκολύνουν με κάθε τρόπο οι κομμουνιστικοί πυρήνες του μετώπου.
Ο Σοβιετικός ιστορικός Νόβιτσεφ, αναφέρει χαρακτηριστικά («Turtsia: Kratkayia Istoria»):
«Χάρις στην εκτεταμένη προπαγάνδα του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος, που συνεργάστηκε με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Τουρκίας… 100.000 φυγόστρατοι ή λιποτάκτες απέφυγαν τον ελληνικό στρατό.
Ομάδες των κομμουνιστών παλαιμάχων της Μικράς Ασίας καυχώνταν ότι είχαν παίξει “οργανικό” ρόλο, διαδίδοντας τη σύγχυση και τον πανικό ανάμεσα στις ελληνικές μονάδες, τις κρίσιμες μέρες του Αυγούστου του 1922, όταν ο τουρκικός στρατός διέσπασε τις ελληνικές γραμμές…
Αν και η αποτελεσματικότητα των κομμουνιστών πρακτόρων την κρίσιμη στιγμή δεν πρέπει να υπερτιμηθεί, συνέβαλαν στην περαιτέρω διάσπαση του μετώπου, όταν η τουρκική επίθεση έφτασε στο αποκορύφωμά της».
Ο Αβραάμ Μπεναρόγια, περιγράφοντας την οργάνωση των κομμουνιστικών αντιπολεμικών πυρήνων στο μέτωπο, αναφέρει:
«Μια ευρεία αντιπολεμική προπαγάνδα εις το μέτωπον και τα μετόπισθεν αναπτύσσεται.
Οργανώνονται ενιαχού στρατιωτικοί κύκλοι προς μελέτη και συζήτηση.
Ένα κόμμα αντιπολεμικό δημιουργείται στο μέτωπο».

Το ΣΕΚΚΕ, παρ’ ότι για τους Σλάβους της Μακεδονίας, διεκδικούσε την αυτονόμηση της περιοχής, για τους υπόδουλους Έλληνες της Μικράς Ασίας, δεν έλεγε λέξη.
Για τους κομμουνιστές, ο πόλεμος των Ελλήνων ήταν «ιμπεριαλιστικός»,ενώ του Κεμάλ «απελευθερωτικός».
Όταν η Γερμανοεβραία θεωρητικός του Σοσιαλισμού, Ρόζα Λούξεμπουργκ διακήρυττε πως «…Η σημερινή μας θέση στο Ανατολικό Ζήτημα είναι να αποδεχτούμε τη διαδικασία διάλυσης της Τουρκίας ως μια υπαρκτή πραγματικότητα και να μην κάνουμε σκέψη ότι θα μπορούσε ή θα έπρεπε κανείς να τη σταματήσει και να εκδηλώσουμε στους αγώνες για αυτοδιάθεση των χριστιανικών εθνών την απεριόριστη συμπαράστασή μας», οι Έλληνες κομμουνιστές καλούσαν σε «Συναδέλφωση των Ελλήνων και Τούρκων στρατιωτών και κοινή πάλη με τις λαϊκές μάζες ανεξάρτητα από εθνικές, φυλετικές και θρησκευτικές διακρίσεις για τη δημοκρατία των εργατικών και αγροτικών συμβουλίων σ’ όλο το έδαφος της Μικράς Ασίας».
Για τους Έλληνες κομμουνιστές, οι συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί της Μικράς Ασίας, ήταν «ελληνικές παροικίες του εξωτερικού».
Τα αντιπολεμικά δημοσιεύματα των ελληνικών κομμουνιστικών εντύπων, αποτέλεσαν κι ένα απρόσμενο δώρο για τους Νεότουρκους του Κεμάλ, οι οποίοι τα ανατύπωναν και τα σκόρπιζαν στις γραμμές του ελληνικού στρατού, ενισχύοντας έτσι την πτώση του ηθικού.

Ενώ, ήταν γνωστό πως η Ρωσία του Λένιν, υποστήριζε και τροφοδοτούσε τον ηγέτη των Νεότουρκων, Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, κι ενώ η τύχη του Ελληνισμού βρίσκονταν στην κόψη του ξυραφιού, μ’ ένα δημοσίευμά του ο «Ριζοσπάστης», που υπέγραφε Κεντρική Επιτροπή του ΣΕΚΚΕ, τις 12 Απριλίου 1922 αποδοκιμάζει «την αισχροκέρδειαν, τον πόλεμον, την επιστράτευση», και καταλήγει με το «καταπληκτικό»: 
«Ζήτω η σοβιετική Ρωσία!
Ζήτω οι Έλληνες εργάτες!
Ζήτω το διεθνές προλεταριάτον!
Κάτω οι πόλεμοι!
Κάτω οι φόροι!
Ζήτω η ειρήνη!».
Διαφορετική γνώμη, φαίνεται να έχει όμως η «Ελληνική Κομμουνιστική Ομάς Οδησσού», που θεωρούσε αυτονόητα τα δικαιώματα των Ελλήνων στην περιοχή και με προκηρύξεις που μοίραζαν στον ελληνικό στρατό, καταγγέλλει τον τσαρισμό που «…ήθελε να πάρει την Τραπεζούντα, την Μικρασία και την Κωνσταντινούπολη ακόμα».

Στις 22 Μαΐου 1922, ο ιστορικός της Αριστεράς, Ιωάννης Κορδάτος, θα υπογράψει κείμενο της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΕΚΚΕ, που εστιάζει στην οικονομική πτυχή του πολέμου.

Το άρθρο, το οποίο δημοσιεύεται στον «Ριζοσπάστη» καταλήγει ως εξής:

«Να η αιωνία πληγή σου: Η εκστρατεία της Μικρασίας.
Να η ρίζα του κακού: Ο μικρασιατικός αγών.
Να η αιτία των φόρων, του απαίσιου δανείου, των υλικών και ηθικών συμφορών σου: Η διαιώνισις της μικρασιατικής περιπέτειας.
Το κράτος‐κυβέρνησις χρειάζεται καθημερινώς 3 εκατομμύρια διά την εκστρατείαν αυτήν Από που θα βγουν τα εκατομμύρια αυτά;
Από τη ράχη σου, δυστυχισμένε λαέ.
Εάν δεν παύση η μικρασιατική πληγή κάθε εξάμηνο το κράτος θα χρειάζεται εκατομμύρια, πολλά εκατομμύρια…».

Η Μικρασιατική Καταστροφή, η οποία θα επέλθει λίγο αργότερα και ο ξεριζωμός του Ελληνισμού από την Μικρά Ασία, δεν εμπόδισε τον «φυτευτό» από την Σοβιετική Ένωση αρχηγό του ΚΚΕ, Νίκο Ζαχαριάδη να γράψει λίγα χρόνια αργότερα:
«Αν δεν νικιόμασταν στη Μικρασία, η Τουρκία θα ‘τανε σήμερα πεθαμένη και μεις Μεγάλη Ελλάδα…
Γι’ αυτό, εμείς όχι μόνο δεν λυπηθήκαμε για την αστοτσιφλικάδικη ήττα στη Μικρασία, μα και την επιδιώξαμε» («Ριζοσπάστης», 12 Ιουλίου 1935), ενώ ο μάρτυρας Χρυσόστομος Σμύρνης που συγκλόνισε τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας -τον οποίο αρνήθηκε να εγκαταλείψει, παρ’ ότι του προσφέρθηκε η ευκαιρία- με τον μαρτυρικό του θάνατο, δεν ήταν παρά ένας «πράχτορας της ελληνικής μπουρζουαζίας» («Ριζοσπάστης», 26 Νοεμβρίου 1929).


Λίγες δεκαετίες αργότερα, το ΚΚΕ θα επαναλάβει ότι «Το κόμμα μας εκτέλεσε το διεθνιστικό χρέος του καταγγέλλοντας τον τυχοδιωκτικό χαρακτήρα αυτού του πολέμου.
Γιατί ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1919-1922 ήταν από την πλευρά της Ελλάδος, ένας άλικος, επιθετικός και αρπαχτικός πόλεμος» («Νέος Κόσμος», τεύχος Σεπτεμβρίου 1951) και δεν διστάζει να καυχηθεί για την δράση του:
«Το Κόμμα μας αψηφώντας την τρομοκρατία ανέπτυξε σοβαρή αντιπολεμική δράση στο μέτωπο και στα μετόπισθεν κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο…» 
(«Νέος Κόσμος», τεύχος Σεπτεμβρίου 1957).

Η «δράση» βέβαια αυτή των κομμουνιστών, που βοήθησε κι αυτή στον βαθμό που μπορούσε, για να περιέλθουν οι Έλληνες Μικρασιάτες στην κατάσταση που περιήλθαν, δεν τους εμπόδισε να ζητήσουν την ψήφο των εξαθλιωμένων προσφύγων, στις εκλογές του 1923, εκφράζοντας την «συμπόνοια» τους και μεταφέροντας όλες τις ευθύνες της «κατάντιας» τους στον «παράφρονα εθνικισμό»:

Αδέλφια πρόσφυγες!
Πεινασμένοι και μεις, κάτω στα υπόγεια, άρρωστοι και γυμνοί, στενάζοντας κάτω από τη σκληρή και απάνθρωπη εκμετάλλευση της ντόπιας πλουτοκρατίας, εμείς οι εργάτες και αγρότες της Ελλάδος, νοιώθουμε πολύ καλά πως κ’ εσείς στενάζετε κάτω από την πίεση και την εκμετάλλευση της ντόπιας κεφαλαιοκρατίας, ξεσπίτωτοι, δίχως γης, δίχως εργαλεία, δίχως γιατρούς και γιατρικά πεταμένοι σαν πρόβατα στους διάφορους σταθμούς, στους σακάτικους κάμπους της Μακεδονίας, στις διάφορες πόλεις της Ελλάδος δίχως δουλειά, δίχως τίποτα.
Πρόσφυγες!
Δεν θα έλθετε μόνον στην αγκαλιά της εργατικής τάξεως, η οποία μόνη μπορεί να νοιώση τον πόνο σας και ν’ ανακουφισθή αληθινά για την ανακούφισή σας, αλλά και θα παλαίψετε συγχρόνως μαζί μ’ αυτήνε στο πλευρό της ενάντια στον κοινό εχθρό -την κεφαλαιοκρατία- όταν θα σηκωθή για να γκρεμίση το καθεστώς αυτό της ιμπεριαλιστικής αχορτασιάς και του παράφρονος εθνικισμού ο όποιος σας οδήγησε στη σημερινή σας κατάντια.

Οι Μικρασιάτες, δεν φαίνεται όμως να συγκινήθηκαν απ’ αυτά τ’ «αδελφικά» λόγια και οι κομμουνιστές, βλέποντας πως δεν είχαν επιρροή στους πρόσφυγες εκδίδουν μια προκήρυξη με τίτλο «Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδος και τα αποτελέσματα των εκλογών», στην οποία τ’ «αδέρφια» οι πρόσφυγες, εξομοιώνονται πλέον με «χαφιέδες» και «αργόμισθους»:

Σύντροφοι,
Την προχθεσινή νύχτα (16 του Δεκεμβρίου 1923) ετελείωσαν αι υπό της Επαναστάσεως του Συνταγματάρχου Πλαστήρα προκηρυχθείσαι εκλογαί και εξ αυτής προήλθον 400 περίπου συνωμόται, οι οποίοι εντός ολίγων ημερών, χωρίς να τους έχετε εξουσιοδοτημένους, θα κανονίζουν την τύχην σας ως και μέχρι τώρα.
Μολονότι δεν τους εψήφισαν οι εργάται, οι χωρικοί, οι βιοπαλαισταί, οι έφεδροι και τα θύματα των πολέμων αυτοί εξελέγησαν. Εξελέγησαν υπό των προσφύγων, των γυναικών των προσφύγων, των παιδιών των προσφύγων, των χαφιέδων, των αργομίσθων.

Κι ενώ η Ελλάδα, ηττημένη, προσπαθούσε να περισώσει ότι μπορούσε στις διαπραγματεύσεις που θα οδηγήσουν στην Συνθήκη της Λοζάνης, και με την κατάσταση να εξακολουθεί να είναι έκρυθμη, το Κομμουνιστικό Κόμμα απαιτούσε:
«Κατάργηση της στρατιωτικής θητείας και εξοπλισμός του εργαζόμενου λαού για την υπεράσπισή του από εσωτερικάς ανατροπάς και εξωτερικάς επιθέσεις», όταν λίγο πριν, ο ιταλικός στόλος του Μουσολίνι, με προσχηματικό τρόπο και κάνοντας επίδειξη ισχύος, βομβάρδιζε την Κέρκυρα.

Λίγο αργότερα, το 1927, το ΚΚΕ θα κρατήσει ουδέτερη στάση στο θέμα της αποκατάστασης των προσφύγων, καθώς υπήρχε η άποψη ότι αυτό αποτελούσε απλά μια «μια κοινωνική πληγή της αστικής κοινωνίας» (κατά τον βουλευτή του ΚΚΕ, Σεραφείμ Μάξιμο), η οποία ήταν προς το συμφέρον του ΚΚΕ.
Με βάση αυτή τη λογική, οι πρόσφυγες δεν περιλαμβάνονταν στο προλεταριάτο, αλλά αποτελούσαν την παραφυάδα ενός προβλήματος εθνικιστικής φύσεως, στο οποίο το ΚΚΕ για λόγους αρχής, δεν θα μπορούσε να πάρει θετική θέση («Τα παρασκήνια του ΚΚΕ», Ελευθέριος Σταυρίδης).

Οι θέσεις του ΚΚΕ για την Μακεδονία και την Θράκη

Την στιγμή που ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να λύσει το προσφυγικό πρόβλημα με την εγκατάσταση μεγάλου αριθμού προσφύγων στην βόρεια Ελλάδα, το ΚΚΕ εργάζεται προς την εντελώς αντίθετη κατεύθυνση:
Καταγγέλλει την κυβέρνηση Μιχαλακοπούλου ότι «με τον βίαιο εποικισμό της Μακεδονίας εξοντώνουν τον μακεδονικό λαό».
Κι ενώ μέχρι τότε περιορίζονταν να προπαγανδίζει την ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη, μόνο μέσα απ’ τα έντυπά του, τον Δεκέμβριο του 1923 υιοθετεί και υπερψηφίζει εισήγηση του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος, στο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν) που πραγματοποιήθηκε στην Μόσχα, η οποία έκανε λόγο για αυτονόμηση της Μακεδονίας και της Θράκης.
Η εισήγηση των Βούλγαρων κομμουνιστών, δεν ήταν καινούργια.
Τον Ιούλιο του 1922, το θέμα αυτονομήσεως της Μακεδονίας και της Θράκης, είχε τεθεί και πάλι απ’ αυτούς στα πλαίσια της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας, στην οποία η Βουλγαρία είχε τον ηγετικό ρόλο ως το μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα, καθώς και μια προνομιακή σχέση με την Μόσχα.
Οι μόνοι που αντέδρασαν και τις δυο φορές τότε (την πρώτη φορά και οι Έλληνες κομμουνιστές, που ζήτησαν αναβολή της συζήτησης), ήταν οι Γιουγκοσλάβοι οι οποίοι διέκριναν πίσω απ’ αυτή την πρόταση τον βουλγαρικό εθνικισμό (που προφανώς έρχονταν σε αντίθεση με τις δικές του βλέψεις, στις οποίες έδωσε σάρκα και οστά, αργότερα ο Τίτο). 
Ούτως ή άλλως όμως, από την στιγμή που το ΚΚΕ είχε προσδεθεί στο άρμα της Σοβιετικής Ένωσης με την συμμετοχή του στην Κομιντέρν, θα ήταν υποχρεωμένο να υπακούσει, ακόμη και αν δεν είχε ψηφίσει την πρόταση.
Η συμμετοχή του σ’ αυτή, δεν έγινε χωρίς όρους.
Αντιθέτως, προϋπόθετε ότι αποδέχονταν τους περίφημους «21 όρους» της Κομιντέρν, σύμφωνα με τους οποίους, εκτός των άλλων, οι αποφάσεις ήταν νόμος για τα μέλη-κόμματα και κάθε διαφωνία μελών σε καθένα απ’ αυτά θα έπρεπε να οδηγεί σε αποκλεισμό και απομάκρυνση από το κόμμα.
Η τακτική αυτή θα εφαρμοστεί στο μέλλον, ουκ ολίγες φορές.
Κάθε διαφορετική φωνή, εντός του ΚΚΕ, που διαφωνούσε με την τακτική του κόμματος και ειδικά με τις θέσεις ως προς τα εθνικά θέματα, χαρακτηρίζονταν «χαφιές» και «προδότης του λαού» και με συνοπτικές διαδικασίες, είτε στην καλύτερη περίπτωση διαγράφονταν από το κόμμα, είτε στην χειρότερη εκτελούνταν ή δολοφονούνταν.

Η απόφαση της Κομιντέρν που αφορούσε την Μακεδονία και την Θράκη, δημοσιεύθηκε στην «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», το επίσημο έντυπο του ΚΚΕ, τον Οκτώβριο του 1924:

1. Τα ζητήματα της Μακεδονίας και Θράκης, είναι από δέκα χρόνια τώρα η αιτία ακαταπαύστων αιματηρών συγκρούσεων μεταξύ της Τουρκίας, της Βουλγαρίας, της Ελλάδος και της Γιουγκοσλαβίας και ένα μέσον ιμπεριαλιστικής πολιτικής μέσα στα Βαλκάνια.
Ο τελευταίος ιμπεριαλιστικός πόλεμος του 1914-1918 στα Βαλκάνια, που τέλειωσε με την οικονομική κατερείπωση, την πολιτική υποδούλωση και το μοίρασμα της Μακεδονίας και της Θράκης μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας, της Ελλάδος και της Βουλγαρίας, περιέπλεξε ακόμη περισσότερο το εθνικό ζήτημα και έκανε πιο βαθύ το μίσος μεταξύ των λαών.
Το μοίρασμα της Μακεδονίας μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας, της Ελλάδος και της Βουλγαρίας, ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τον πόθο των Μακεδόνων στα διάφορα κομμάτια της διαμελισμένης των πατρίδος προς την συνένωση και την αποκατάσταση μιας Μακεδονίας ενιαίας και ανεξάρτητης.
Ο ίδιος πόθος για μια ενιαία και ανεξάρτητη Θράκη συνενώνει τον θρακικό λαό, που έχει κατατεμαχισθή σε τρία μέρη, από την Ελλάδα, την Τουρκία και τη Βουλγαρία.

2. Η κατάσταση αυτή κάνει ώστε το Μακεδονικό και Θρακικό ζήτημα να αποτελούν ένα ενιαίο και σοβαρότατο πρόβλημα, το οποίον η Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία πρέπει να αγωνισθεί να το λύση με το πνεύμα της αναπτύξεως της προλεταριακής επαναστάσεως στα Βαλκάνια.
Το Συνέδριο διαπιστώνει με ικανοποίηση ότι η ΥΙ Βαλκανική Συνδιάσκεψη έδωσε για το ζήτημα αυτό μια ορθή στο σύνολο λύση, που έχει πρωτεύουσα σημασία.

3. Το Συνέδριο, παραδέχεται ότι τα συνθήματα που διατύπωσε η Βαλκανική Ομοσπονδία: «Ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία», «ενιαία και ανεξάρτητη Θράκη», είναι τελείως ορθά και αληθινά επαναστατικά.

Στο ίδιο έντυπο, στο τεύχος Φεβρουαρίου 1924, λίγο μετά δηλαδή από το συνέδριο της Κομιντέρν, μεταξύ άλλων, αναφέρονται και τα εξής:

Τα ιστορικά ντοκουμέντα δεν μπορούν για μας να παίζουν ρόλον σοβαρόν εις το ζήτημα λύσεως του προβλήματος των εθνικών μειονοτήτων…Υπό την έννοιαν απελευθερώσεως ομόαιμων αδελφών εκρύπτετο και κρύπτεται ακόμη η υποδούλωσις και εκμετάλλευσις του Μακεδόνικου και Θρακικού λαού.Από τον πόλεμο του 1912, ο Μακεδόνικος λαός έχασε την ενότητα του.Απελυτρώθη από τον Τούρκο αγά και βέη, διά να υποδουλωθή εις τους Έλληνας, Βουλγάρους και Σέρβους μεγαλέμπορους, βιομηχάνους και τσιφλικάδες, οι οποίοι εμοιράστηκαν μεταξύ τους τη Μακεδονία προς εκμετάλλευσιν. Σήμερα, εις την υπό της Ελλάδος κατεχομένην Μακεδονίαν, κατοικούν επίσης απ’ όλες τις προαναφερθείσες εθνικότητες, Έλληνες, Βούλγαροι, Τούρκοι, Σέρβοι, Κουτσοβλάχοι, Αλβανοί, Εβραίοι και Αρμένιοι.Οι Έλληνες είναι περισσότεροι από μια εκάστη εθνικότητα χωριστά, αλλά είναι ολιγώτεροι από όλους μαζί.Έτσι, από το 1913 μέχρι σήμερα, την Ελληνική Μακεδονία τη διοικούσε η Ελληνική μειοψηφία τρόπον τινά κυριαρχούσα επι των άλλων εθνικοτήτων.Με την ανταλλαγή των πληθυσμών, με την εδώ δηλαδή έλευση των προσφύγων της Θράκης και Μικράς Ασίας και την εκδίωξη των Τούρκων, καθώς και με την ανταλλαγήν των Βουλγάρων της Μακεδονίας με τους Έλληνες της Βουλγαρίας, καταβάλλεται προσπάθεια ώστε οι Έλληνες να είναι πραγματική πλειοψηφία στη Μακεδονία και απέναντι όλων των άλλων μειονοτήτων που μένουν.Πρόκειται δηλαδή περί βίαιου εξελληνισμού της Ελληνικής Μακεδονίας…Το ίδιο έγινε και στη Θράκη.

Στο Τρίτο Συνέδριο του ΚΚΕ (26 Νοεμβρίου-3 Δεκεμβρίου 1924) το σύνθημα της «ενιαίας και ανεξάρτητης Μακεδονίας και της ενιαίας και ανεξάρτητης Θράκης» γίνεται πλέον επίσημη θέση του κόμματος και το μανιφέστο που εκδίδεται, αφού τονίζει ότι «Η ντόπια μπουρζουαζία είναι εθνικός δυνάστης και καταπιεστής του μακεδονικού και θρακικού λαού και συγχρόνως ο κοινωνικός δυνάστης της εργατικής τάξεως και των φτωχών αγροτικών και προσφυγικών μαζών» και πως «Αν δεν συντρίψουμε τον εθνικό ζυγό της ντόπιας μπουρζουαζίας που βαρύνει στη Μακεδονία και στη Θράκη, δεν μπορούμε να τσακίσουμε τον κοινωνικό ζυγό της ίδιας μπουρζουαζίας που βαρύνει επάνω σε μάς», καταλήγει ως εξής:
«Ζήτω το ελληνικό προλεταριάτο!
Κάτω ο φασισμός! 
Κάτω οι προετοιμαζόμενοι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι! Ζήτω η εργατοαγροτική επανάσταση της Βουλγαρίας! 
Ζήτω η εργατοαγροτική κυβέρνηση!
Ζήτω η ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη!
Ζήτω η Ομοσπονδία των βαλκανικών εργατοαγροτικών δημοκρατιών! Ζήτω η παγκόσμιος προλεταριακή επανάσταση!» («Ριζοσπάστης», 14 Δεκεμβρίου 1924).
Ο Ιωάννης Κορδάτος που εκφράζει τις επιφυλάξεις του γι’ αυτές τις θέσεις, όσον αφορά την Μακεδονία και την Θράκη, αποβάλλεται από την ΒΚΟ και διαγράφεται οριστικά κι απ’ το κόμμα τον Μάρτιο του 1927.
Θα διαγραφεί επίσης και ο Μπεναρόγια ως υπερβολικά…μετριοπαθής (ο Μπεναρόγια, αφού επέστρεψε μετά από χρόνια στην Ελλάδα για ένα χρονικό διάστημα, στην συνέχεια εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Ισραήλ όπου και πέθανε το 1979).

Το ΚΚΕ θα τεθεί εκτός νόμου για 14 μήνες τον Ιούνιο του 1925 για την αυτονομιστική δράση του από την κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου και ο Παντελής Πουλιόπουλος, ο πρώτος γραμματέας του ΚΚΕ (εκλέχτηκε σε ηλικία 24 ετών), μαζί με 23 ακόμη συντρόφους του, κατηγορούνται για απόπειρα «απόσπασης της Μακεδονίας και Θράκης», και παρ’ ότι η δίκη διακόπτεται, εξορίζονται στην Ανάφη, την Αμοργό και την Φολέγανδρο.
Ο Πουλιόπουλος, που απομακρύνθηκε από το ΚΚΕ, τον Μάρτιο του 1927, επειδή κρατούσε αντιπολιτευτική στάση στην Κομιντέρν και τον σταλινισμό, σε μια κρίση ειλικρίνειας και με διάθεση αυτοκριτικής θα γράψει:
«Η πρώτη φορά που δινόταν στο ΚΚΕ η ευκαιρία να αναπτύξει το διεθνιστικό πνεύμα μέσα στην Ελλάδα, τα συνθήματά μας στάθηκαν τόσο άτυχα ώστε άφηναν να δημιουργείται η τρομερή παρεξήγηση ότι επαναστατικός διεθνισμός δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά συμμαχία με τους Βουλγάρους κομιτατζήδες.
Του κάκου προσπαθήσαμε στις δίκες να διαλύσουμε τη σύγχυση».
Παρ’ όλα αυτά, μέσα στο ίδιο κείμενο, δεν φαίνεται να εγκαταλείπει την ιδέα «της Βαλκανικής Ομοσπονδίας των Λαών, μέσα στην οποία θα καθορίσει ελεύθερα ο μακεδονικός λαός την τύχη του» («Ριζοσπάστης», 5 Φεβρουαρίου 1927).
Η έννοια του Πουλιόπουλου με λίγα λόγια, είναι να διώξει το «στίγμα» της συνεργασίας με τους Βούλγαρους κομιτατζήδες, αλλά επιμένει ότι υπάρχει μακεδονική εθνότητα (Περιοδικό «Σπάρτακος», τεύχος 30, [επανέκδοση 1991), η οποία «είναι συμπαγής σε ορισμένο μόνο τμήμα της γεωγραφικής ενότητας που λέγεται “Μακεδονία”:

1. Αυτοδιάθεση της μακεδονικής εθνότητας μέχρι και του αποχωρισμού της (του κρατικού δηλαδή).
2. Βαλκανική Ομοσπονδία Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών.

Αυτά πρέπει να είναι τα συνθήματά μας τα γενικά…

Και καταλήγει στα συμπεράσματά του:

1. Όποιος αρνείται την ύπαρξη, αλύτου ώς τώρα, ενός εθνικού μακεδονικού ζητήματος στην ελληνική, βουλγαρική, σερβική Μακεδονία είναι δίχως άλλο λακές της μπουρζουαζίας.
2. Όποιος αρνείται το ιστορικό απελευθερωτικό κίνημα των Μακεδόνων, αυτός ή είναι αμαθής και τότε πρέπει να μάθει την ιστορία του κινήματος αυτού και των εθνικών του ηρώων ή είναι πάλι λακές μιας από τις τρεις καταπιέζουσες μπουρζουαζίες.
3. Το κίνημα αυτό έχει πνιγεί ώς τώρα στο αίμα και στην προδοσία ή έχει πάθει μια καταστρεφτική για τα συμφέροντα των Μακεδόνων εργατών και χωρικών εκμετάλλευση από τη (βουλγαρική ιδίως) βαλκανική μπουρζουαζία.
4. Το κίνημα αυτό μπορεί να ξαναβρεί μια νέα ανάπτυξη κάτω από ευνοϊκές νέες ιστορικές συνθήκες -κοινωνικές, οικονομικές (εκμετάλλευση άγρια των εργαζομένων μακεδονικών μαζών από τις καταχτητικές εθνικές μπουρζουαζίες, ζητήματα αγροτικής ιδιοκτησίας κλπ.), πολιτικές (εσωτερικές κρίσεις στα βαλκανικά κράτη, πόλεμος) και πολιτιστικές συνθήκες.
5. Όποιος αρνείται αυτή τη δυνατότητα είναι τυφλός ή εθελοτυφλεί, αν δεν είναι λακές των εθνικιστών εξανδραποδιστών του πολυπαθούς μακεδονικού λαού.
6. Οι κομμουνιστές δεν αναλαμβάνουν να «δημιουργήσουν» εθνικά κινήματα εκεί όπου τέτοια δεν υπάρχουν, έργο χιμαιρικό. Υποστηρίζουν τέτοια κινήματα όπου εκδηλώνονται.
7. Οι κομμουνιστές μπροστά σ’ ένα νικημένο ή προδομένο εθνικο-απελευθερωτικό κίνημα ή μπροστά σε εξεθνιστικές, εξανδραποδιστικές ενέργειες της εθνικής τους μπουρζουαζίας δεν κλείνουν τα μάτια και δεν γίνονται λάτρεις του «τετελεσμένου γεγονότος».
Δεν θ’ αρνηθούνε την πραγματικότητα της εθνικής καταπίεσης μιας εθνότητας και τον πόθο της (που υπάρχει στην καρδιά και στο μυαλό κάθε Μακεδόνα εργαζομένου) ν’ αποτινάξει μια μέρα τον εθνικό ζυγό.
Οι κομμουνιστές κάνουν δικούς τους τους απελευθερωτικούς αυτούς πόθους του μακεδονικού λαού και διακηρύττουν δυνατά από τώρα το δικαίωμά του να αυτοδιατεθεί μέχρι και του κρατικού αποχωρισμού του, αν τέτοια είναι η θέλησή του.
Υπερασπίζουν κάθε μέρα κάθε άμεση εθνική του διεκδίκηση, οικονομική, πολιτική, πολιτιστική, και έτσι ετοιμάζουν από τώρα την αυριανή επαναστατική συμμαχία του κοινωνικού επαναστατικού κινήματος του προλεταριάτου με το εθνικό επαναστατικό κίνημα των Μακεδόνων κατά του κοινού εχθρού της βαλκανικής μπουρζουαζίας.

Παντελής Πουλιόπουλος
Ακροναυπλία, Μάης 1940

Δεκαετίες αργότερα, ο Τάκης Λαζαρίδης, γέννημα θρέμμα του ΚΚΕ και γιος ηγετικού στελέχους του κόμματος, θα αναρωτηθεί:
«Ο αμύητος, αλλά συχνά και ο μυημένος, είναι αδύνατον να βρει άκρη, να εξηγήσει λογικά, τις ακατανόητες μερικές φορές, θέσεις και αποφάσεις της εκάστοτε ηγεσίας του ΚΚΕ.
Ο σύγχρονος ερευνητής, έστω και βιαστικός, μένει εμβρόντητος μπροστά στις αλλοπρόσαλλες, ανεδαφικές και συχνά ανεξήγητες, με την κοινή λογική, αποφάσεις των ηγετών του ΚΚΕ σε κρίσιμες στιγμές, σε κρίσιμα προβλήματα.
Αναρωτιέται αν οι άνθρωποι αυτοί είχαν κοινό νου, αν διέθεταν στοιχειώδη λογική ή ήταν διανοητικά καθυστερημένοι….
Βγαίνουν αίφνης το 1924 στο 3ο έκτακτο συνέδριο του κόμματος και υιοθετούν το σύνθημα “ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη”, προσβάλλοντας βάναυσα το εθνικό αίσθημα των Ελλήνων.
Γιατί;
Για ποιον λόγο;
Δεν είχαν συναίσθηση της πράξης τους;
Δεν είχαν ίχνος πατριωτισμού;»
(«Ευτυχώς ηττηθήκαμε σύντροφοι»).

[Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως εδώ, πως οι κομμουνιστές δεν ήταν οι μόνοι που μιλούσαν για μακεδονική εθνότητα.
Την ίδια εποχή, οι ελληνικές κυβερνήσεις, με ολέθριες γκάφες, προκειμένου να αποφύγουν τον βουλγαρικό εθνικισμό, λίγο πολύ προσδιόρισαν τον σλαβόφωνο πληθυσμό ως «μακεδονική» μειονότητα και το σλαβικό ιδίωμα, ως «μακεδονική» γλώσσα, εκδίδοντας μάλιστα και το περίφημο αναγνωστικό «Abecedar»]

Στις δημοτικές εκλογές του 1929, το ΚΚΕ κατέβηκε με το σύνθημα «Ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία».
Το ίδιο έτος, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, θα δημιουργήσει, τον αντικομμουνιστικό νόμο 4229/1929 («Περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών»), πιο γνωστόν ως «Ιδιώνυμον», τον οποίο ουσιαστικά, είχε υποσχεθεί προεκλογικά.
Κατά την συζήτηση του νόμου στην Βουλή, ο Βενιζέλος θα δηλώσει χαρακτηριστικά:
«Το νομοσχέδιον δεν επιδιώκει να διώξη τον Κομμουνισμόν ως ιδέαν, αλλά τη Γ’ Διεθνή και τας μπολσεβικικάς αρχάς αυτής, αίτινες απέχουν πολύ του ιδεώδους Κομμουνισμού.
Το νομοσχέδιον επιδιώκει τη δίωξιν των οπαδών της Γ’ Διεθνούς.
Δε δυνάμεθα να διώξωμεν τον Κομμουνισμόν, διότι και ο Χριστός υπήρξε κήρυξ της ιδέας αυτής.
Ο Χριστός διεκήρυξε πρώτος τον Κομμουνισμόν, αλλά από την υψηλήν ιδεολογίαν του Κομμουνισμού μέχρι των ανατρεπτικών ενεργειών των ανθρώπων της Μόσχας, υπάρχει διαφορά».

Το πρώτο άρθρο του «Ιδιώνυμου», που έγινε δεκτό με αντιδράσεις και έστειλε στην εξορία κατά την επτάχρονη εφαρμογή του, πάνω από 15.000 άτομα, είχε ως εξής:

1. Όστις επιδιώκει την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος ή την απόσπασιν μέρους εκ του όλου της επικρατείας, ή ενεργεί υπέρ της εφαρμογής αυτών προσηλυτισμόν, τιμωρείται με φυλάκισιν τουλάχιστον εξ μηνών.Προς τούτοις επιβάλλεται δια της αποφάσεως και εκτοπισμός ενός μηνός μέχρι δύο ετών εις τόπον εν αυτή οριζόμενον.Με τας αυτάς ποινάς τιμωρείται και όστις, επωφελούμενος απεργίας ή λόκ-άουτ, προκαλεί ταραχάς ή συγκρούσεις.

2. Ως ιδιαίτερα επιβαρυντική περίπτωσις θεωρείται η εκτέλεσις της πράξεως εν δημοσίω τόπω παρόντων πολλών, ή δια του τύπου, ή εάν ο προσηλυτισμός ενεργείται δια χρημάτων, ή απευθύνεται προς ανηλίκους, στρατιωτικούς εν γένει, ή δημοσίους λειτουργούς.

Το ΚΚΕ θα συνεχίσει να μιλά για «Ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη» και «καταπιεσμένο μακεδονικό έθνος», μέχρι τον Ιανουάριο του 1930, όταν κάτω κι από την πίεση της κοινής γνώμης, θα επιχειρήσει μια σχετική αναδίπλωση: «Το εθνικό ζήτημα (Μακεδονία
και Θράκη) όντας κυρίως διαβαλκανικό ζήτημα, δεν παίζει σοβαρό ρόλο στην Ελλάδα λόγω του μικρού σχετικά ποσοστού των καταπιεζόμενων εθνικοτήτων» (3η Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ, Λάρισα).

Η αναδίπλωση αυτή, θα αποδειχθεί προσωρινή, καθώς λίγες εβδομάδες αργότερα (16 Μαρτίου 1930), με προκήρυξη, το ΚΚΕ θα επανέλθει στις γνωστές του θέσεις:

Ενιαίο επαναστατικό μέτωπο πάλης της εργατιάς και της φτωχής αγροτιάς για την εξουσία της εργατιάς και αγροτιάς με την ένοπλο εξέγερση, για την εργατοαγροτική κυβέρνηση στην Ελλάδα.

Κάτω ο εθνικός ζυγός!
Ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη! Κάτω η στρατιωτική δικτατορία στη Γιουγκοσλαβία, κάτω οι δήμιοι της Βαλκανικής!

Αδελφική πάλη των εργατοαγροτικών και των υπόδουλων μαζών της Βαλκανικής για την εργατοαγροτική επανάσταση στα Βαλκάνια, για την Ομοσπονδία των εργατοαγροτικών δημοκρατιών της Βαλκανικής.

Υπεράσπιση της προλεταριακής πατρίδας, της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών.

Ζήτω το Κομμουνιστικό κόμμα της Ελλάδας και η Βαλκανική κομμουνιστική Ομοσπονδία!

Ζήτω η Κομμουνιστική Διεθνής!

Τον Νοέμβριο του 1931, η Κομιντέρν (ουσιαστικά η Σοβιετική Ένωση), θα επέμβει ευθέως στα εσωτερικά του ΚΚΕ κι αφού καθαιρέσει την νόμιμη ηγεσία του, εντελώς «δημοκρατικά» θα διορίσει αρχηγό του κόμματος τον Νίκο Ζαχαριάδη και τους συνεργάτες του, μεταξύ άλλων, και τους Γιάννη Ιωαννίδη και Λεωνίδα Στρίγκο.
Οι οδηγίες που συνοδεύουν τον νέο αρχηγό, είναι σαφείς, και μεταξύ άλλων, αναφέρεται: «Το Κόμμα οφείλει χωρίς αναβολή να διεξάγει τον αγώνα για το δικαίωμα της ελεύθερης αυτοδιάθεσης των εθνών, φτάνοντας και μέχρις αποχωρισμού, κατά της εθνικής καταπίεσης και του εκδιωγμού των Μακεδόνων και Τούρκων».
Στο ίδιο μήκος κύματος θα κινηθεί (όπως πάντα) και η επίσημη εφημερίδα του ΚΚΕ, ο «Ριζοσπάστης».


Οι θέσεις του ΚΚΕ και οι αποφάσεις της 4ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος, περί ανεξαρτησίας της Μακεδονίας και της Θράκης, γίνονται για μία ακόμη φορά ξεκάθαρες, μέσα από τον «Ριζοσπάστη», στις 6 Μαρτίου 1932:

Η Ελλάδα είναι κράτος ιμπεριαλιστικό, που κατέκτησε διά της βίας ολόκληρες περιφέρειες κατοικημένες από άλλες εθνότητες (Μακεδονία, Θράκη) που τις καταπιέζει και τις υποβάλλει σε μια αποικιακή εκμετάλλευση, που καταδιώκει και εξοντώνει τις εθνικές μειονότητες (Εβραίοι).

Το ΚΚ της Ελλάδος διακηρύττει εν ονόματι των βασικών αρχών του μπολσεβικισμού, για την Μακεδονία και τη Θράκη το σύνθημα του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης μέχρι πλήρους αποχωρισμού από το Ελληνικό Κράτος, του δικαιώματος για μια ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη και υποστηρίζει δραστήρια την επαναστατική πάλη του πληθυσμού των περιφερειών αυτών για την εθνική τους απελευθέρωση.

Το Κόμμα και μαζί του ολόκληρο το προλεταριάτο της Ελλάδος πρέπει να διεξαγάγουν μια συνεχή πάλη ενάντια στο ματωμένο καθεστώς, στο οποίο υποβάλλεται ο πληθυσμός των περιφερειών αυτών από μέρους της κεφαλαιοκρατίας και του Ελληνικού Κράτους, ενάντια σε όλες τις εκδηλώσεις καταπίεσης και εθνικής υποδούλωσης, για την υπεράσπιση των αγωνιστών της εθνικής απελευθέρωσης που υποβάλλονται στις πιο άγριες καταδιώξεις.

Επίσης το Κόμμα πρέπει να διεξαγάγει μια ακατάπαυστη πάλη ενάντια στο εξαιρετικό καθεστώς εναντίον του Εβραϊκού πληθυσμού, ενάντια στις καταδιώξεις που φτάνουν μέχρι τα αιματηρά πογκρόμ και να πάρει δραστήριο μέρος στην οργάνωση της αυτοάμυνας του εργαζόμενου Εβραϊκού πληθυσμού.

Ο Ζαχαριάδης θα αποτελέσει τον αδιαμφισβήτητο ηγέτη του κόμματος και το «πιστό σκυλί» της Σοβιετικής Ένωσης, για περισσότερες από δυο δεκαετίες.
Ο ίδιος ο Ζαχαριάδης άλλωστε, δεν θα διστάσει να διατρανώσει την αφοσίωσή του στην Σοβιετική Ένωση, στην 7η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ: «Ό,τι λέει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης είναι νόμος για το ΚΚΕ.
Το Κόμμα μας είναι απόλυτα αφοσιωμένο στη μάνα μας την ΕΣΣΔ» («Νέος Κόσμος», Οκτώβριος 1952).

Η αφοσίωση αυτή του ΚΚΕ, προς την «μάνα Σοβιετική Ένωση», ήταν εμφανέστατη και μέσα από τα διάφορα δημοσιεύματα, τού επίσημου κομματικού οργάνου, τον «Ριζοσπάστη», όπου γινόταν ευθεία αναφορά σε «σοβιετική πατρίδα».


Λίγο πριν την δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 του Ιωάννη Μεταξά, το ΚΚΕ τίθεται και πάλι εκτός νόμου, την στιγμή που βρισκόταν στο απόγειο της δύναμής του.
Ο Ζαχαριάδης, η ηγετική ομάδα, καθώς και χιλιάδες μέλη του ΚΚΕ, συλλαμβάνονται και φυλακίζονται ή εξορίζονται.
Θα ακολουθήσει ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και η Κατοχή.
Η Ελλάδα θα δεχθεί τριπλή επίθεση από Ιταλία, Γερμανία και Βουλγαρία.
Παρ’ ότι η Βουλγαρία εισβάλλει στο πλευρό του Άξονα στην Μακεδονία, και βουλγαροποιεί ότι μπορεί (ονόματα πόλεων, επιγραφές καταστημάτων, διορισμό Βούλγαρων δημάρχων κ.ά.), ο ΕΛΑΣ ενσωματώνει στις τάξεις του το ΣΝΟΦ (Slavjano-Мakedonski Narodno Osloboditelen Front – Σλαβομακεδονικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο), ένα στρατιωτικό σώμα που αποτελούνταν από σλαβόφωνους της Μακεδονίας, ως αποτέλεσμα συνεννοήσεων του Τίτο με το ΚΚΕ, το καλοκαίρι του 1943, ενώ στο σώμα αυτό θα προσέλθουν σύντομα και Βούλγαροι κομμουνιστές, καθώς και σλαβόφωνοι της Μακεδονίας που ήταν επηρεασμένοι από την βουλγαρική προπαγάνδα. 
Σύντομα όμως, η συμμαχία ΕΛΑΣ-ΣΝΟΦ υπονομεύεται από τον Τίτο (που ο πραγματικός του στόχος ήταν ν’ απορροφήσει την ελληνική και βουλγαρική Μακεδονία), και αρκετοί «Μακεδόνες» καταφεύγουν στην περιοχή της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας όπου και καταγγέλουν την ελληνική «βαρβαρότητα» στον «μακεδονικό» πληθυσμό.
Ταυτόχρονα, άλλο τμήμα του ΣΝΟΦ «αλληθωρίζει» προς τον Βουλγαρία κι αρχίζει να συνεργάζεται με την βουλγαρική οργάνωση ΟΧΡΑΝΑ του αρχικομιτατζή Άντον Κάλτσεφ, που πολεμά για την προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία, και πότε μεμονωμένα, πότε από κοινού, στρέφονται εναντίον του ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας, καθώς και των «γραικομάνων», των σλαβόφωνων δηλαδή Ελλήνων.
Όπως αναφέρεται στο βιβλίου του Νικόλαου Μέρτζου «Τα 10 θανάσιμα αμαρτήματα του ΚΚΕ», οι κομιτατζήδες έφταναν στο σημείο να παίζουν ποδόσφαιρο με τα…κομμένα κεφάλια των θυμάτων τους:

Μόλις δόθηκε το σύνθημα της εξεγέρσεως με τουφεκιές των κομμουνιστικών ανταρτικών μικροομάδων, που είχαν φτάσει στην περιοχή, επέπεσε εναντίον του αμάχου πληθυσμού ολόκληρη η Α’ Βουλγαρική Στρατιά ενισχυμένη από την βουλγαρική Χωροφυλακή και την Οχράνα των κομιτατζήδων. Πάνω από τρεις χιλιάδες Μακεδόνες εσφάγησαν.
Στην Δράμα, μέσα σε δυο μέρες, εσφάγησαν 1.500 άτομα, ενώ οι Βούλγαροι στρατιώτες έπαιζαν ποδόσφαιρο με τα κομμένα ελληνικά κεφάλια κάτω από τους καγχασμούς του στρατιωτικού διοικητού Δράμας συνταγματάρχου Μιχαήλωφ και του Βουλγάρου Δημάρχου Πατσιβόρωφ.
Στο Δοξάτο εξετελέσθησαν 397, στα Κύργια 250, στη Χωριστή 150, στο Κάτω Νευροκόπι 59, στον Μεγαλόκαμπο 38, στην Προσωτσάνη και Αλιστράτη 67, στα Κοκκινόγεια 37, στο Νικηφόρι 31, στα Παλιάμπελα 28. Στον Στρυμόνα, που ήταν το σύνορο ανάμεσα στη βουλγαροκρατούμενη Ανατολική Μακεδονία και στην γερμανοκρατούμενη Κεντρική Μακεδονία, οι Βούλγαροι έστησαν τα πολυβόλα και θέρισαν αδιάκριτα το κύμα των προσφύγων που αλλόφρονες έτρεχαν με τα παιδιά στην αγκαλιά να περάσουν το ποτάμι.
Πάνω από πεντακόσια πτώματα έπλεαν στο Στρυμόνα. Τα νερά του κοκκίνισαν.
Και οι εκτελέσεις επεξετάθησαν στους νομούς Καβάλας και Σερρών, όπου, σημειωτέον, δεν έγινε καμμιά εξέγερση.
Εξετελέσθησαν στις Σέρρες 40, στον Προβατά 14, στην Αγγίστα 23, στον Λευκώνα 18, στην Κορμίστα 99, στο Μοναστηράκι 40, στα Σφελινά 50, στους Φιλίππους 28, στον Ακροπόταμο 20…

Εξ αντικειμένου τουλάχιστον το ΚΚΕ είχε συμμαχήσει με τους Βούλγαρους φασίστες κατακτητές για τον εκβουλγαρισμό της Ανατολικής Μακεδονίας, σύμφωνα άλλωστε και με την πάγια πολιτική του Κόμματος για αυτονόμηση της Μακεδονίας και της Θράκης!
Επί πλέον, με το αίμα χιλιάδων αθώων Ελλήνων, προσέφερε τις υπηρεσίες του στην Σοβιετική Ένωση!
Και, βέβαια, δεν είναι διόλου τυχαίο ότι Γραμματέας του ΚΚΕ εκείνην ακριβώς την περίοδο ήταν ο Σλαβομακεδόνας Α. Τσίπας, τον οποίο ειδικά οι Βούλγαροι κατακτητές είχαν απελευθερώσει από την Ακροναυπλία -και τους έδωσε πλουσιοπάροχα το αντάλλαγμά του.

Οι θηριωδίες τους ενεργοποιούν τα πατριωτικά ανακλαστικά αρκετών Ελασιτών, οι οποίοι βλέποντας πως το ΣΝΟΦ είναι υπέρ του «η Μακεδονία ανήκει στους Βουλγάρους» και συνεργάζεται με την ΟΧΡΑΝΑ που πολεμούσε για την προσάρτηση της Μακεδονίας στην Βουλγαρία, στρέφονται εναντίον τους, τους χτυπούν και τους εκδιώκουν από την Ελλάδα.
Τον Απρίλιο του 1944, Γιουγκοσλάβοι παρτιζάνοι με τις σημαίες τους εισέρχονται στην περιοχή Φλωρίνης, και προπαγανδίζοντας την «ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία» καλούν τον πληθυσμό να ενωθεί μαζί τους.
Παράλληλα, ο Βούλγαρος ηγέτης Δημητρόφ, καλούσε τον Στάλιν να διαμεσολαβήσει, έτσι ώστε το θέμα της Μακεδονίας να λυθεί «αδελφικά ανάμεσα στην Βουλγαρία και στην Γιουγκοσλαβία» όταν θα έληγε ο πόλεμος.
Λέξη για τους «αδερφούς» Έλληνες κομμουνιστές που ήταν «βασιλικότεροι του βασιλέως» στο μακεδονικό ζήτημα!
Με μια στρατηγική κίνηση όμως, ο Τίτο έφερε τους «συντρόφους» Έλληνες και Βούλγαρους προ τετελεσμένων γεγονότων, καθώς τον Αύγουστο του 1944 ιδρύει την Δημοκρατία της Μακεδονίας και καλεί τους υπόλοιπους να ενωθούν σ’ αυτήν.

Την δράση του ΣΝΟΦ θα καταγγείλει κι ο «Κόκκινος Συνταγματάρχης» του ΕΛΑΣ, Ευριπίδης Μπακιρτζής, σε λόγο που εκφώνησε στην Θεσσαλονίκη, τον Οκτώβριο του 1944, και μεταξύ άλλων θα αναφέρει:

Ενώ από την αρχή του εθνικοαπελευθερωτικού Κινήματος, πολλοί Σλαβομακεδόνες ενίσχυσαν ενεργά το ΕAM, κατατάχθηκαν στον ΕΛΑΣ, και πολέμησαν κατά των επιδρομέων, Γερμανών, Ιταλών, Βουλγάρων και των κομιτατζήδων, στην κρίσιμη στιγμή της γενικής επίθεσης του εθνικού στρατού, παρασύρθηκαν από την προπαγάνδα των Βουλγάρων φασιστών και των Σερβομακεδόνων, κι εστασίασαν με σύνθημα «Ελεύθερη Μακεδονία».
Πάρθηκαν γρήγορα πολιτικά και στρατιωτικά μέτρα, για τον περιορισμό, τη διάσπαση και την καταστολή της στάσης, οι πρωταίτιοι κατέφυγαν στη σερβική Μακεδονία, και μερικοί λόχοι αφοπλίσθηκαν.

Το «στραπάτσο» αυτό, δεν φαίνεται να πτόησε το ΚΚΕ, και στην 5η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ (30-31 Ιανουαρίου 1949) διακήρυξε ότι «σαν αποτέλεσμα της νίκης του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας και της λαϊκής επανάστασης, ο μακεδονικός λαός θα βρει την πλήρη αποκατάστασή του έτσι όπως τη θέλει ο ίδιος προσφέροντας τώρα το αίμα του για να την αποκτήσει.
Αυτή είναι η θέση του ΚΚΕ πάνω στο μακεδονικό ζήτημα.
Οι δύο λαοί, ελληνικός και μακεδονικός, παλεύουν από κοινού για τη λευτεριά τους…
Σαν αποτέλεσμα της νίκης, ο μακεδονικός λαός θ’ αποφασίσει μόνος του πώς θέλει να ζήσει και να κυβερνηθεί».
Δεν θα διστάσει μάλιστα να παρουσιάσει τον Παύλο Μελά ως Έλληνα…κομιτατζή που «έσφιγγε τη θηλειά στον λαιμό του μακεδονικού λαού», ο οποίος «στέναξε κάτω από τόσους ζυγούς σκλαβιάς» («Κομμουνιστική Επιθεώρηση», 1 Μαρτίου 1947).

Την διακήρυξη αυτή, σχολίασε στις 3 Δεκεμβρίου 2006 («Καθημερινή»), το ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς, Λεωνίδας Κύρκος:

Με εκείνη την περίεργη και κατάπτυστη 5η ολομέλεια του ΚΚΕ, στην οποία διακήρυξε ο Ζαχαριάδης το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού των Μακεδόνων, ο πατέρας μου διαφωνούσε μέχρι το τελευταίο του κύτταρο.
Και του λέγανε, πες μια λέξη εναντίον της μπαρμπα-Μιχάλη και έχεις το παιδί σου εντάξει, και αρνήθηκε.
Φίλοι του, όπως ο Στέφανος ο Στεφανόπουλος, του το μήνυσε στη φυλακή.
Μιχάλη, ξέρω ότι είσαι αντίθετος με την 5η ολομέλεια. Μια λέξη δικιά σου αρκεί, να βγεις να την καταδικάσεις.
Εδειξε σαν άνθρωπος ένα απίστευτο μεγαλείο. 
Αυτό βέβαια το καταλογίζω στον εαυτό μου.

Η Έλλη Παππά, δημοσιογράφος του παράνομου «Ριζοσπάστη», στέλεχος του ΚΚΕ και σύντροφος του Νίκου Μπελογιάννη, αναφέρει στο βιβλίο της «Μαρτυρίες μιας διαδρομής»:

Βράδυ, με καλά κλεισμένα τα πορτοπαράθυρα, ακούγαμε τον σταθμό.Μετέδιδε τις αποφάσεις της Ολομέλειας. Ήμασταν προσηλωμένοι στο άκουσμά τους και ξαφνικά ήρθαν και η απόφαση για το μακεδονικό και η θέση για τη σλαβομακεδονική μειονότητα και η υπόσχεση για την παροχή αυτονομίας.Κι εγώ δεν μπόρεσα να συγκρατήσω την αντίδρασή μου. «Αυτή η απόφαση είναι καρμανιόλα για τον αγώνα και για τους αγωνιστές», είπα…Ποιες ανάγκες επέβαλαν μιαν απόφαση τόσο επικίνδυνη, και μάλιστα στις πιο κρίσιμες στιγμές του εμφυλίου πολέμου, δεν εξηγήθηκε ποτέ ικανοποιητικά…Πώς και γιατί το Κόμμα υιοθέτησε αυτή την άποψη στη διάρκεια του εμφύλιου σηκώνει κάποιες εξηγήσεις, έστω και απαράδεκτες.Το πως τη διατηρούσε, και μάλιστα φανατικά, έως τη δεκαετία του ’60 είναι, για μένα τουλάχιστον, αίνιγμα που δεν μπόρεσα να λύσω. Το ερώτημα είναι αν και πότε εγκατέλειψε αυτή την αντίληψη.Κι όμως, η απόφαση εκείνης της Ολομέλειας έγινε αληθινή λαιμητόμος για αγωνιστές, αφού, είτε συμφωνούσαν είτε όχι μ’ αυτήν, ήταν υποχρεωμένοι να την υπερασπίζονται στα στρατοδικεία κι ήταν πολλοί εκείνοι που καταδικάστηκαν σε θάνατο και πήγαν στο εκτελεστικό μόνο και μόνο γιατί δεν δέχτηκαν να καταδικάσουν την 5η Ολομέλεια.Και πως να την καταδικάσουν, όταν αυτό θα σήμαινε δήλωση μετανοίας;

Ωστόσο, οι διακηρύξεις του ΚΚΕ για αυτοδιάθεση του «μακεδονικού λαού», δεν ήταν άσχετες με τις συγκυρίες της εποχής.
Ο συμμοριτοπολεμος είχε πάρει άσχημη τροπή για το ΚΚΕ και ο ΔΣΕ έπασχε από λειψανδρία.
Οι σλαβόφωνοι της Μακεδονίας, αποτέλεσαν μια ελπίδα ανάκαμψης, καθώς το 1949, έφτασαν ν’ αποτελούν μέχρι και το 40% του ΔΣΕ, παρ’ ότι ήταν γνωστές οι αποσχιστικές βλέψεις τους.

Οι αναφορές του ΚΚΕ και της Αριστεράς σε σλαβομακεδονική εθνότητα και μειονότητα, παρ’ ότι αργότερα η ιδέα της «ανεξάρτητης Μακεδονίας» εγκαταλείφθηκε ακόμη κι απ’ τον ίδιο τον Ζαχαριάδη, δεν σταμάτησαν, τόσο μέσα από κομμουνιστικά έντυπα (π.χ. «Αυγή», στις 11-1-1962:
«Η ύπαρξη σλαβομακεδονικής μειονότητος στην Ελλάδα είναι γεγονός!»), όσο κι από δηλώσεις πολιτικών (Ηλίας Ηλιού, σε ομιλία στην Βουλή, στις 2-8-1963: «Υπάρχει πραγματικά στην ελληνική Μακεδονία μια μειονότης, που δεν απολαμβάνει τα δικαιώματα, που πρέπει να απολαμβάνει»).

Πραγματικό σάλο όμως, είχε προκαλέσει ο βουλευτής της ΕΔΑ, Μανώλης Γλέζος, όταν στα πλαίσια της απονομής σ’ αυτόν του «Βραβείου Ειρήνης Λένιν», στις 30 Ιουλίου 1963 στην Μόσχα, και σύμφωνα με όσα μετέφερε το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, μέσω του ανταποκριτή του Ραφαέλι, «εξεφράσθη υπέρ της λύσεως του προβλήματος των μακεδονικών μειονοτήτων δια διαπραγματεύσεων, διετύπωσε δε την ελπίδα ότι τριμερείς βαλκανικοί διαπραγματεύσεις θα επέτρεπαν εις δεδομένην στιγμήν την ίδρυσιν μιας αυτονόμου Μακεδονίας».
Η απάντηση αυτή ήρθε, μετά από ερώτηση Καναδού δημοσιογράφου (αυτό δεν ήταν τυχαίο, καθώς οι «μακεδονικές» οργανώσεις στον Καναδά είχαν ιδιαίτερη δράση) και σύμφωνα με τις έρευνες του τότε πρωθυπουργού Παναγιώτη Πιπινέλη, το Γαλλικό Πρακτορείο επιβεβαίωσε τα λεχθέντα, ενώ δεν ήταν το μόνο που δημοσίευσε αυτή την δήλωση.



Ο Γλέζος διέψευσε την δήλωση αυτή, αλλά οι Γάλλοι ουδέποτε ανασκεύασαν την είδηση, αν και είναι άγνωστο αν τους ζητήθηκε κάτι τέτοιο, παρ’ ότι η ΕΔΑ απείλησε με μήνυση.

Σχεδόν 30 χρόνια αργότερα, στις 18 Φεβρουαρίου 1992, κι ενώ έχει ήδη προκύψει από την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας η «Δημοκρατία της Μακεδονίας», η αρχηγός του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, θα συνταχθεί με τους υπόλοιπους πολιτικούς αρχηγούς στην κοινή γραμμή που όριζε ότι δεν θα γίνονταν δεκτή απ’ την Ελλάδα, καμμία ονομασία του νεοσύστατου κράτους των Σκοπίων που θα περιέχει τη λέξη «Μακεδονία» ή παράγωγά της.
Είναι όμως αργά…
Ειδικά το ΚΚΕ, είχε προσφέρει ήδη άφθονο και «πολύτιμο» υλικό προς εκμετάλλευση στους Σκοπιανούς…

ΚΚΕ και Βόρεια Ήπειρος

Οι θέσεις του ΚΚΕ για το βορειοηπειρωτικό ζήτημα, θα μπορούσαν να συνοψισθούν σε μια φράση: «Βορειοηπειρωτικό ζήτημα δεν υπάρχει» (Ζήσης Ζωγράφος, «Νέος Κόσμος», Σεπτέμβριος 1950).
Ήδη από τον Νοέμβριο του 1934, η Δεύτερη Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ έχει καταγγείλει το ζήτημα ως «ιμπεριαλιστικό αλυτρωτισμό» και οποιαδήποτε αξίωση της Ελλάδος για την Βόρεια Ήπειρο χαρακτηρίζεται ως «καταχτητικές βλέψεις» (Νίκος Ζαχαριάδης, «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», 1 Ιουλίου 1936), που «θ’ απετέλει παράγοντα κινδύνου, διά την ειρήνη και τη σύμπραξι των βαλκανικών χωρών» (Νίκος Ζαχαριάδης, «Εμπρός», 26 Μαΐου 1945).

Απαντώντας στον Ζαχαριάδη και στις θέσεις αυτές, μέσα από την ίδια εφημερίδα («Εμπρός», 27 Μαΐου 1945), ο Γεώργιος Παπανδρέου, θα πει:

Οφείλομεν να ομολογήσωμεν ότι ο κ. Ζαχαριάδης ωμίλησε με ανεπιφύλακτον ειλικρίνειαν εις την οποίαν δεν μας έχουν συνηθίσει οι εδώ αναπληρωταί του.
Μέχρι τούδε το ΚΚΕ εζήτει δημοψήφισμα διά την Βόρειον Ήπειρον, ενώ ταυτοχρόνως συνειργάζετο με τους κομμουνιστάς της Αλβανίας διά την εξόντωσιν των Ελλήνων πατριωτών της Βορείου Ηπείρου. Εζήτει επίσης το ΚΚΕ «στρατηγικήν διαρρύθμισιν των ελληνοβουλγαρικών συνόρων» αλλά κατόπιν «φιλικής συνεννοήσεως των δύο χωρών», το οποίον σημαίνει ότι ενεπιστεύετο εις την καλήν θέλησιν των Βουλγάρων την παραχώρησιν συνόρων ασφαλείας εις την Ελλάδα.
Ο κ. Ζαχαριάδης με τας ωμάς δηλώσεις του καταργεί την μέθοδον αυτήν της απάτης και προτιμά να προκαλέση το έθνος.
Του εκφράζομεν τας ευχαριστίας μας και ευχόμεθα την αυτήν τακτικήν να συνέχιση και εις το μέλλον, διά να πεισθή επι τέλους ολόκληρος ο ελληνικός λαός και ιδίως οι θλιβεροί εαμικοί οπαδοί περί της «εθνικής» πολιτείας του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Η αναφορά του Παπανδρέου στην συνεργασία των Ελλήνων κομμουνιστών «με τους κομμουνιστάς της Αλβανίας διά την εξόντωσιν των Ελλήνων πατριωτών της Βορείου Ηπείρου», δεν ήταν τυχαία και αστήριχτη.
Στην Βόρεια Ήπειρο, δρούσε η αντιστασιακή και απελευθερωτική οργάνωση «Μέτωπον Απελευθερώσεως Βορείου Ηπείρου» (ΜΑΒΗ) με αρχηγό τον Βασίλειο Σαχίνη.
Το ΜΑΒΗ μέσω του γιατρού Ιωάννη Γκινάλη ήρθε σε επαφή με τον ΕΛΑΣ και τον ΕΔΕΣ, με σκοπό την από κοινού δράση.
Στο κάλεσμα ανταποκρίθηκε μόνο ο ΕΔΕΣ.
Ο ΕΛΑΣ συνέλαβε τον Γκινάλη τον Μάρτιο του 1943 κι αφού τον φυλάκισε για αρκετούς μήνες, τον έδιωξε στην Βόρεια Ήπειρο, με την προειδοποίηση να μην ξαναπατήσει το πόδι του στην Ελλάδα.
Παράλληλα, ο ΕΛΑΣ συγκροτούσε μικτά τάγματα Ελλήνων κομμουνιστών και Αλβανών στην ελληνική Ήπειρο, την οποία αποκαλούσε, όπως και οι Αλβανοί, «Τσαμουριά»:

Αριθ. 34
IX Μεραρχίαν δια Ορφέα
Επί κρυπτογραφήματος 10/1/44 5400
Εγκρίνομεν συγκρότησιν μικτού τάγματος περιφέρειαν Τσαμουργιάς.
Σ. Δ. Γεν. Στρατηγείου 13/1/44
κρυπτογραφήθηΏρα 11.10
ΚωστούλαςΥπολοχαγός
Όταν ο ΕΛΑΣ, έμαθε από τα κατασχεμένα έγγραφα του Γκινάλη, ότι το ΜΑΒΗ είχε έρθει σε επαφή με τον αντίπαλο ΕΔΕΣ του Ζέρβα, κινήθηκε προς την κατεύθυνση διάλυσης της οργάνωσης, ερχόμενος σε συμφωνίες με τους Αλβανούς κομμουνιστές τον Ενβέρ Χότζα, που επισημοποιήθηκαν και με την υπογραφή πρωτοκόλλου στρατιωτικής συνεργασίας στις 13 Δεκεμβρίου 1943.
Οι βασικοί στόχοι της συνεργασίας ήταν η εκδίωξη των δυνάμεων του ΕΔΕΣ από τα ελληνοαλβανικά σύνορα, η αποκοπή του ΜΑΒΗ απ’ τον ΕΔΕΣ και η υπαγωγή της οργάνωσης στην οργάνωση του Χότζα (ακόμη και με την βία), και η σύλληψη του Σαχίνη.
Τελικά ο Σαχίνης συνελήφθη από τους Αλβανούς κι αφού βασανίστηκε, εκτελέστηκε.
Το ηγετικό στέλεχος του αλβανικού ΕΑΜ, Σπαχίου, θα ομολογήσει πως «ότι έγινε με τον Σαχίνη δεν ήταν δικό μας έργο· απλά εκτελέσαμε μια σοφή απόφαση των Ελλήνων συντρόφων εφ’ όσον ο Σαχίνης ήταν εχθρός του λαού».
Η ανησυχία των τοπικών στελεχών του ΕΑΜ της Ηπείρου που διαπίστωσαν σύντομα ότι «η παμψηφία σχεδόν των αρβανιτάδων Τσάμηδων της περιοχής είχε ταχθή ανεπιφύλαχτα με το μέρος του κατακτητή και οργάνωνε δολοφονικές επιδρομές ενάντια στα ελληνικά χωριά» («Οι μουσουλμάνοι Τσάμηδες της Ηπείρου», Ελευθερία Μαντά), δεν φαίνεται να συγκινεί την ηγεσία του ΕΑΜ.

Την ίδια ώρα, τα ένοπλα γερμανοντυμένα τμήματα των Τσάμηδων, της οργάνωσης K.S.I.L.I.A. (Αλβανικό Σύστημα Πολιτικής Διοίκησης), με την προστασία και κάλυψη των Γερμανών και των Ιταλών, κατέστρεφαν και λεηλατούσαν τα χωριά της Ηπείρου, κλείνοντας έτσι και «παλιούς λογαριασμούς».
Αθώοι πολίτες εκτελούνταν απ’ τους Γερμανούς, γιατί καταγγέλλονταν απ’ τους Τσάμηδες ως συνεργάτες Ελλήνων ανταρτών.
Παράλληλα, στην διετία 1942-44, τα θύματα των Αλβανών ατάκτων στην Βόρεια Ήπειρο ανέρχονταν σε 2.500 Ελλήνων, σε πάνω από 200 κατεστραμμένα χωριά της ελληνικής μειονότητας.
Και παρ’ ότι ο πολιτικός καθοδηγητής του ΕΑΜ, Γεώργιος Σιάντος παραδέχθηκε πως «Είναι γεγονός ότι οι Αλβανοί κατέσφαξαν Έλληνες της Βορείου Ηπείρου» («Ριζοσπάστης», 2 Ιουνίου 1945), εξομοίωσε αυτές τις σφαγές με τις επιχειρήσεις του ΕΔΕΣ, του Ναπολέοντα Ζέρβα, που εκτόπισε στην Αλβανία την μάστιγα των Τσάμηδων.

Ο Εμβέρ Χότζα, αναφέρει στα απομνημονεύματά του («Με τον Στάλιν: Αναμνήσεις», 1979), μια σκηνή από τη «δίκη της Μόσχας» (ο Χότζα είχε σύρει τον Ζαχαριάδη ενώπιον του Στάλιν, για την επίλυση των διαφορών τους).
Ο Ζαχαριάδης αναγνώρισε ως σφάλμα και ζήτησε συγγνώμη από τον Χότζα, επειδή σε κάποια ομιλία του είχε δηλώσει πως εάν τα ελληνικά κόμματα ταχθούν υπέρ της αυτονόμησης της Βορείου Ηπείρου (βεβαίως, η Βόρειος Ήπειρος ήταν αυτόνομη, αλλά μόνο στα χαρτιά), θα συντασσόταν μαζί τους:

Σε μια μαζική συγκέντρωση που οργανώθηκε στο Στάδιο των Αθηνών στην οποία μίλησαν με την σειρά τους και οι αρχηγοί αστικών κομμάτων της Ελλάδος, ο σύντροφος Νίκος Ζαχαριάδης υπό την ιδιότητα του ως αρχηγού του ΚΚΕ, διακήρυξε μεταξύ άλλων:«Αν τα ελληνικά δημοκρατικά κόμματα διεκδικήσουν την αυτονομία της “Βορείου Ηπείρου”, το ΚΚΕ θα συνεργασθεί με αυτά».Έπειτα από το επεισόδιο αυτό, προσκαλέσαμε στην χώρα μας για συνάντηση τον σύντροφο Νίκο Ζαχαριάδη και τον επέκρινα αυστηρά θεωρώντας την διακήρυξή του σαν μια αντιμαρξιστική στάση, εχθρική προς την Αλβανία.Του είπα δυνατά και καθαρά ότι η “Βόρεια Ήπειρος” ήταν έδαφος αλβανικό και ότι ποτέ δεν θα γινόταν ελληνικό έδαφος.
Δράττομαι της ευκαιρίας να υπογραμμίσω ότι ο σύντροφος Ζαχαριάδης αναγνώρισε το λάθoς ταυ, ομολόγησε ότι έσφαλε βαριά στο σημείο αυτό και μου υποσχέθηκε να διορθώσει το λάθος του.Αμέσως το κόμμα μας διαμαρτυρήθηκε ανοικτά και προειδοποίησε ότι θα αντιταχθεί αποφασιστικά εναντίον τέτοιων απόψεων.

Ο Μήτσος Παρτσαλίδης, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, επιβεβαιώνει το γεγονός («Σβαρνούτ: Το προδομένο αντάρτικο», Νικόλαος Μέρτζος). Διαφωνεί στις λεπτομέρειες, αλλά συμφωνεί κατ’ ουσίαν με τον Χότζα:

Η αλήθεια είναι ότι ο Ζαχαριάδης δεν μίλησε για το ζήτημα αυτό σε λαϊκή συγκέντρωση.Μετά τον γυρισμό του στην Ελλάδα (το 1945) σε μια σύσκεψη του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ, έβαλε πραγματικά το θέμα της Βορείου Ηπείρου ο Ζαχαριάδης.Είπε ότι σε περίπτωση που θα γινόταν μια εισβολή στη Βόρειο Ήπειρο από την ελληνική πλευρά, εμείς το ΚΚΕ, θα διατυπώσουμε τη διαφωνία μας.Θα δηλώσουμε ότι δεν συμφωνούμε.Αλλά, αν εγκριθεί η αυτονομία της Βορείου Ηπείρου από την πλειοψηφία του ελληνικού πολιτικού κόσμου, εμείς θα πειθαρχήσουμε.Έτσι μπήκε το θέμα στο Πολιτικό Γραφείο.Που, δυστυχώς, άκριτα, αποδέχθηκε αυτή την άποψη. Φυσικά, η άποψη αυτή κάθε άλλο παρά σωστή είναι. Αργότερα, ο Ζαχαριάδης πραγματικά έκανε αυτοκριτική γι’ αυτό το πράγμα.Αλλά δεν πρόκειται για λόγο που εκφωνήθηκε σε συγκέντρωση.
Η συγκέντρωση που λέει ο Χότζα: Ήταν την Πρωτομαγιά μετά την Βάρκιζα.Οργανώθηκε από τον Εργατικό Συνασπισμό ΕΡΓΑΣ, μαζί με σοσιαλιστές και άλλες ομάδες.Ήταν η παράταξη που αργότερα, στις εκλογές στα εργατικά σωματεία κυριάρχησε.Και κυριάρχησε και στο Εργατικό Συνέδριο που συγκλήθηκε τότε.Ήταν μια συγκέντρωση που τρίβανε τα μάτια τους. Δεν περιμένανε, μετά τη Βάρκιζα, μετά την παράδοση των όπλων να έχει αριστερή συγκέντρωση τέτοια επιτυχία.

Όταν τελείωσε ο πόλεμος μάλιστα, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έκανε νύξη για επαναφορά των Τσάμηδων, αλλά συνάντησε την αντίδραση των κομμουνιστών της Θεσπρωτίας, που είχαν νιώσει από πρώτο χέρι τις φρικαλεότητες των Τσάμηδων.


Το ΚΚΕ, δεν θα διστάσει να χαρακτηρίσει τις ελληνικές θέσεις ως «παράλογες και ανεδαφικές αξιώσεις», σε χαιρετισμό του προς το αλβανικό κομμουνιστικό κόμμα (Κόμμα Εργασίας της Αλβανίας), κλείνοντας τα μάτια μπροστά στο καθεστώς υπό το οποίο διαβιούσε η ελληνική μειονότητα στην Αλβανία («Νέος Κόσμος», Δεκέμβριος 1959):

ΧΑΙΡΕΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Στην Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος Εργασίας της Αλβανίας
Τίρανα

Αγαπητοί σύντροφοι,

Στην 15η επέτειο της απελευθέρωσης της Αλβανίας η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας σας στέλνει τα πιο θερμά συγχαρητήρια και τις καλύτερες ευχές της.

Στα 15 χρόνια της ελεύθερης ανάπτυξης του, ο αλβανικός λαός, κάτω άπ’ τη δοκιμασμένη καθοδήγηση του Κόμματος Εργασίας της Αλβανίας και με την αμέριστη ανιδιοτελή βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών, σημείωσε λαμπρές επιτυχίες στην οικοδόμηση της νέας ζωής του, στη σοσιαλιστική εκβιομηχάνιση και το ανέβασμα της αγροτικής οικονομίας στη διαρκή άνοδο τον βιοτικού και πολιτιστικού επιπέδου του.

Ο ελληνικός λαός συμμερίζεται ολόψυχα τα αισθήματα περηφάνειας και χαράς, που νιώθει ο αδελφός γειτονικός λαός της Αλβανίας για τις επιτεύξεις του. Το παράδειγμα της Αλβανίας δείχνει χειροπιαστά σ’ όλους τί μπορεί να δημιουργήσει ένας λαός όταν πάρει τις τύχες του στα ίδια του τα χέρια.
Οι πατριώτες της χώρας μας παρακολουθούν με βαθειά ικανοποίηση τις ακούραστες προσπάθειες της αλβανικής κυβέρνησης για την αποκατάσταση των σχέσεων καλής γειτονίας και συνεργασίας ανάμεσα στις δύο χώρες.

Ο λαός μας αποκρούει τα μυθεύματα για δήθεν «εμπόλεμη κατάσταση» με την Αλβανία, τις παράλογες και ανεδαφικές αξιώσεις κατά της ακεραιότητας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Αλβανίας και όλη την ψυχροπολεμική πολιτική της κυβέρνησης Καραμανλή σαν ξένη προς τα συμφέροντα του, τα συμφέροντα της ειρήνης στα Βαλκάνια.
Ο λαός μας παλεύει για την εφαρμογή μιας πολιτικής ειρήνης, ειρηνικής συνεργασίας και φιλίας με όλους τους λαούς, για τη μετατροπή των Βαλκανίων σε ζώνη ειρήνης, για τη δημοκρατία και την κοινωνική πρόοδο.

Ζήτω η Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας!
Ζήτω η φιλία ανάμεσα στον Ελληνικό και τον Αλβανικό λαό!
Ζήτω η ειρήνη ατά Βαλκάνια και σ’ όλο τον κόσμο!

Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ


Συνεχίζεται -