GRID_STYLE
FALSE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

Breaking News:

latest

«Η Ελλάδα του Καποδίστρια – Ο ΦΙΛΗΚΟΟΣ των ΞΕΝΩΝ είναι ΠΡΟΔΟΤΗΣ».

Τα ίχνη του Νεοελληνικού Κράτους κατά την περίοδο του Ιωάννη Καποδίστρια*  Γεώργιος Τσατήρης Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίο...





Τα ίχνη του Νεοελληνικού Κράτους
κατά την περίοδο του Ιωάννη Καποδίστρια* 
Γεώργιος Τσατήρης
Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου
του Δήμου Αίγινας, Δικηγόρος,
Υπεύθυνος

1. Οι προεργασίες και η συγκυρία για τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους

Η προσπάθεια και η διαδικασία συγκρότησης του νεοελληνικού κράτους διακρίνεται από τη σύγχρονη ιστοριογραφία μεθοδολογικά σε τέσσερις περιόδους. Την προεπαναστατική περίοδο 1770-1820, την
περίοδο του αγώνα για ανεξαρτησία 1821-1828, την καποδιστριακή περίοδο 1828-1831 και την πρώτη οθωνική περίοδο, την περίοδο της απολυταρχίας του Όθωνα 1833-1841.
Εννοείται ότι οι παραπάνω περίοδοι δεν έχουν στεγανά μεταξύ τους, έχουν άμεση ιστορική συνέχεια, όχι μόνο χρονική αλλά και ανάπτυξης νέων ιδεολογιών που συγκρούονται με ήδη παλιότερες υφιστάμενες στο διαμορφούμενο νεοελληνικό χωροχρόνο, δημιουργώντας έτσι νέα ιστορικά υποκείμενα και διακριτή ιστορική συνείδηση2.
Η άμεση συνέπεια της ιστορικής αυτής διαδικασίας ήταν η δημιουργία του νέου, ανεξάρτητου από την οθωμανική αυτκρατορία κράτους με ομοιογενή ελληνικό πληθυσμό, που επιδιώκει στο εξής την προαγωγή ελληνικών συμφερόντων3, ανατρέποντας την υπάρχουσα κατάσταση από το 1453-1821.



Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί, με όλες τις επιφυλάξεις των ιστορικών αντιφάσεων που η σύγχρονη ιστοριογραφία επισημαίνει, ότι οι έννοιες πατρίδα και γένος Ελληνικόν εκκολάπτονται ήδη από τον 13ο αιώνα και αναπτύσσονται ιδιαίτερα τον 15ο αιώνα, όταν η Άλωση της Κωνσταντινούπολης οριστικοποίησε την ήττα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όχι μόνον από τους Τούρκους, αλλά με μία πολιτική έννοια και από τους Δυτικούς4.
Επίσης είναι ενδιαφέρον να παρατηρηθεί ότι κατά την περίοδο που μας ενδιαφέρει εδώ, τέλος 18ουαι. και αρχών του 19ουαι., η διαδικασία συγκρότησης του νέου σύγχρονου ελληνικού κράτους ακολουθεί αντίστοιχες προσπάθειες, όπως στη Γαλλία, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία, ενώ η ελληνική περίπτωση μοιάζει με πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής και ιδίως της Αργεντινής5. 
Την ίδια περίπου περίοδο (1786), ο Βενεζολιάνος Στρατηγός Φρανσίσκο Ντε Μιράντα στο σπίτι του κάτω από την Ακρόπολη των Αθηνών, επεξεργάζεται το όραμα της Μεγάλης Κολομβίας από το Μεξικό ως και την Παταγονία6. 
Επιστρέφοντας δε στην πατρίδα του από τον ελλαδικό χώρο μάχεται πολιτικά και στρατιωτικά γι’ αυτό, στηριζόμενος στις ιδέες της αυτοδιάθεσης των αυτοχθόνων Λαών και των πενήτων εποίκων από τους Ισπανούς, γαιοκτήμονες αριστοκράτες.


Η έξοδος από τον αγώνα της ανεξαρτησίας μετά και τη ναυμαχία του Ναβαρίνου 8/20 Οκτωβρίου 1827 βρίσκει ένα υπό δημιουργία κράτος, όχι ως επιστέγασμα τελικής νίκης, αλλά ως προσπάθεια υπέρβασης της σύγχυσης και της διάλυσης που επικράτησε την τελευταία περίοδο του αγώνα7. 
Αυτή η ρευστή κατάσταση ήταν δυνατόν να προκαλέσει απρόβλεπτες μεταβολές, καθόσον οι Τούρκοι μετά τη ναυμαχία είχαν σκληρύνει διεθνώς τη στάση τους, έκλεισαν τα Στενά των Δαρδανελίων σε όλα τα πλοία, διακήρυξαν πως η ξένη επέμβαση αποτελεί προσβολή για το Ισλάμ και το Δεκέμβριο του 1827 κήρυξαν Τζιχάντ, Ιερό Πόλεμο8.
 Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις την ίδια περίοδο δεν έχουν ομοφωνία για το ελληνικό ζήτημα. 
Η γαλλική κυβέρνηση πρότεινε να στείλει δυνάμεις στην Πελοπόννησο να διώξουν τον Ιμπραήμ, πλην όμως η Αγγλία δεν ήθελε ν’ ακούσει τέτοιο πράγμα9, ενώ ο Τσάρος δεν μπορούσε λόγω της αντίδρασης της Αγγλίας να αποκλείσει τους Τούρκους και να συμπράξει με τη Γαλλία, γιατί στη συγκυρία αυτή η γαλλορωσική συμμαχία θα απέκλειε την Μεγάλη Βρετανία, γεγονός που δεν ήταν νοητό με το status quo της εποχής.


2. Πότε δημιουργείται κράτος. 

Η ελληνική περίπτωση
Στον ελλαδικό χώρο την ίδια εποχή κυοφορείται το νέο ελληνικό κράτος όχι λόγω των ανακατατάξεων της τότε διεθνούς πραγματικότητας, αλλά λόγω των άκαμπτων, συνεχών μέχρι τέλους ηρωικών αγώνων και θυσιών των Ελλήνων.
Άλλωστε χωρίς τους αγώνες αυτούς κράτος ελληνικό δεν θα ιδρύετο ποτέ10.
Παράλληλα με τους αιματηρούς αυτούς αγώνες μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα «επίσημη» νομική φιλολογία ανθεί την περίοδο 1821-1828.
Εθνικές Συνελεύσεις, Ψηφίσματα, Πράξεις, Θεσπίσματα, Υπομνήματα, Διακηρύξεις, έκδοση της Γενικής Εφημερίδας της Ελλάδος, όπου δημοσιεύονται τα παραπάνω.
Δημιουργούνται εκτελεστικά σώματα όπως προσωρινή κυβέρνηση, αντικυβερνητική επιτροπή, νομοθετικό σώμα, Βουλή κ.λ.π.
Όλα αυτά κυοφορούν τη συγκρότηση του νέου ελληνικού κράτους, που δημιουργείται σιγά-σιγά11.
Στο σημείο αυτό είναι ενδιαφέρον να εξετάσουμε πότε είναι δυνατόν να αποδεχτούμε τη γένεση και ύπαρξη ενός κράτους12.
Αντιπαρέρχομαι για τις ανάγκες της παρούσης εισηγήσεως τις θεωρίες περί κράτους και νομικής του φύσης ως «νομικής προσωπικότητας» ή ως «πλάσματος» δικαίου ή ως «πραγματικής κατάστασης», καθώς και το αν η κρατική εξουσία είναι υποκειμενικό δικαίωμα που κληρονομείται ή πηγάζει από το λαό που αναθέτει την ενάσκηση του στους κυβερνώντες13, καθόσον σε όλες τις θεωρίες η ύπαρξη κράτους προϋποθέτει14:

i) την ύπαρξη ενός συγκεκριμένου εδαφικού χώρου

ii) την ύπαρξη λαού , ήτοι συνόλου ατόμων που βιώνουν τα όρια του εδαφικού αυτού χώρου και έχουν κατά βάση ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά, ιδίως γλώσσα και ιστορία και στη συνέχεια δεσμούς θρησκείας, φυλής κ.λ.π. και

iii) την ύπαρξη κεντρικής εξουσίας που ασκεί κυριαρχία στον παραπάνω εδαφικό χώρο, η δε κυριαρχία αυτή ασκείται με προοπτική διάρκειας και αναγνωρίζεται από άλλες πολιτείες. 


Αυτή δε η αναγνώριση της κυριαρχίας ενός κράτους από άλλες πολιτείες λειτουργεί όχι μόνο ως τεκμήριο διάρκειας της κυριαρχίας, αλλά και ως αναγνώριση του κράτους αυτού, σαν υποκειμένου διεθνώς δικαιωμάτων και υποχρεώσεων15.
Ας δούμε τώρα τα αντίστοιχα βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής περίπτωσης και τον ιδιάζοντα ρόλο που παίζουν στη διαμόρφωση του νέου ελληνικού κράτους κατά την έλευση του Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια:

1.- Υφίσταται τότε για πρώτη φορά ελλαδικός εδαφικός χώρος με συγκεκριμένα όρια, που είναι μεν ένα μικρό κομμάτι με 750.000 περίπου κατοίκους στο σύνολο του ελληνικού πληθυσμού, ενώ τριπλάσιος αριθμός ελλήνων διαβιούσε ακόμα στην οθωμανική αυτοκρατορία16.

2.- Τα παραπάνω γεωγραφικά όρια διαμορφώνουν για πρώτη φορά τρεις εν δυνάμει ελληνόφωνους πληθυσμούς: τους Έλληνες πολίτες του νέου ελλαδικού κράτους, τους αλύτρωτους έλληνες της οθωμανικής
αυτοκρατορίας και τους έλληνες της διασποράς17. Αυτές οι τρεις οντότητες θα παίζουν για πάρα πολλά χρόνια σημαντικούς ρόλους στη διαμόρφωση της πολιτικής και των τυχών του νεοσύστατου κράτους.

3.- Κατά τη διάρκεια του αγώνα κάθε ενέργεια δημιουργίας κρατικής υπόστασης είχε την έννοια του προσωρινού, πλην όμως κατά την καποδιστριακή περίοδο υπάρχει ένα κυριαρχικό δεδομένο. 
Η ανεξαρτησία του νεοσύστατου κράτους, δεν ήταν πλέον δυνατόν να αμφισβητηθεί18 και κάθε προσπάθεια οικοδόμησης θεσμών και δομών έπρεπε να αποβλέπει στη διάρκεια.
Εν προκειμένω, η οριστική αναγνώριση των πρώτων συνόρων του νέου ελληνικού κράτους με το πρωτόκολλο της 22 Ιανουαρίου/3 Φεβρουαρίου 1830 και ανεξάρτητα από τη μείωση των ορίων τους με βάση τα ήδη απελευθερωμένα εδάφη δεν αναιρεί με κανέναν τρόπο την ύπαρξη από την άφιξη του Καποδίστρια συγκεκριμένου εδαφικού ελληνικού χώρου στον οποίο υπήρχε ελληνικός λαός και κεντρική εξουσία με διαρκή κυριαρχία. 
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής υποχρεώθηκαν και διεθνώς να αναγνωρίσουν το νέο ελληνικό κράτος με όλες τις επιφυλάξεις, που η Κυβέρνηση Καποδίστρια είχε για το τελικό κείμενο. Άλλωστε αυτές οι επιφυλάξεις για ευρύτερα σύνορα καταδεικνύουν την εσωτερική κυριαρχία και την αντιπροσώπευση του ελληνικού λαού, δηλαδή του νέου κράτους στις διαπραγματεύσεις και στην υπογραφή της Συνθήκης. 
Χωρίς την ύπαρξη ήδη κρατικής οντότητας με τα παραπάνω χαρακτηριστικά δεν θα ήταν δυνατή η υπογραφή του παρα-πάνω Πρωτοκόλλου του Λονδίνου.
Τα τρία παραπάνω συστατικά της νέας ελληνικής κρατικής οντότητας δίνουν την περίοδο αυτή και τη νέα διαμορφούμενη πολιτική πραγματικότητα. Συντελείται ένας εντυπωσιακός πολιτικός αναπροσανατολισμός. 
Η οθωμανική αυτοκρατορία με τους θεσμούς της και ο πολιτικός παρεμβατισμός της Υψηλής Πύλης αντικαθίσταται από το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα και τους τοπικούς εκπροσώπους των ευρωπαϊκών δυνάμεων. 
Με την έννοια αυτή αφενός επιβεβαιώνεται η επίδραση των ευρωπαϊκών ιδεών για ανεξαρτησία και εδραιώνονται οι διεθνείς σχέσεις του νέου κράτους19 στο πλαίσιο αυτό, αφετέρου από την αρχή του ελληνικού κράτους παίρνει υπόσταση ένα διαβρωμένο πολιτικό σύστημα20, με πολιτικές προερχόμενες όχι από τις ανάγκες του νέου κράτους, αλλά από πιθανά συμφέροντα έξω απ’ αυτό.

3. Η άφιξη του Κυβερνήτη στην Ελλάδα

Μετά τη ναυμαχία του Ναβαρίνου η Ελληνική Κυβέρνηση εξέδωσε ψήφισμα, που καλούσε τον Ι. Καποδίστρια να έρθει στην Ελλάδα το ταχύτερο21. Από το Τορίνο που βρισκόταν το Νοέμβριο του 1827, πήγε στην Αγκώνα, από όπου απέπλευσε στις 20/12/1827 ή 11/1/1828 με το πλοίο Γουλφ, το οποίο τον μετέφερε ανοιχτά της Κέρκυρας στο πολεμικό Γουώρσπαϊτ, που έφτασε στην Μάλτα στις 28/12 – 9/1/1828. 
Εκεί συνάντησε σε φιλική ατμόσφαιρα το ναύαρχο Κόδρινγκτον, που αποδέχτηκε το αίτημα του Καποδίστρια να τον συνοδέψουν στην Ελλάδα τρία συμμαχικά πλοία22. 
Ανεξάρτητα από την πολιτική συγκυρία της εποχής, που ήταν σχετικά αρνητική για την Ελλάδα και τον Κυβερνήτη, ο Κόδριγκτον λειτούργησε σύμφωνα με το πνεύμα της Συνθήκης του Λονδίνου (6-7-1827), και ο Καποδίστριας έφυγε από τη Μάλτα στις 2/14 Ιανουαρίου 1828 με κατεύθυνση την Αίγινα23, όπου και η έδρα τότε της Αντικυβερνητικής Επιτροπής. 
Το πλοίο «Γουώρσπαϊτ» όμως, που τον μετέφερε, εμποδίστηκε από αντίθετο άνεμο και στις 6/18 Ιανουαρίου 1828 κατέφυγε στον Αργολικό Κόλπο. Την επόμενη 7/19 Ιανουαρίου 1828 κατέβηκε στη πόλη του Ναυπλίου και παρακολούθησε τη θεία λειτουργία στο ναό του Αγ. Γεωργίου. 
Η υποδοχή ήταν αποθεωτική, αλλά και η συγκυρία κρίσιμη καθόσον η πόλη σπαράσσονταν από εμφύλια διαμάχη. 
Ο Γρίβας και Στράτος βομβάρδιζαν ο ένας τον άλλο από το Παλαμήδι και την Ακροναυπλία. 
Η πρώτη ενέργεια ως Κυβερνήτη ήταν να τους δώσει διαταγή να σταματήσουν, πράγμα το οποίο έκαναν, υποσχόμενοι ενώπιον του «να τηρήσουν την ησυχίαν και ευταξίαν εις τας φρουράς των και εις τον τόπον»24.
Ήδη από την αποβίβαση του στο Ναύπλιο ο Κυβερνήτης αντελήφθη ότι η χώρα έμοιαζε μ’ ένα σωρό ερείπια. 
Παραγωγή δεν υπήρχε ούτε χέρια να επιδοθούν στην καλλιέργεια της γης λόγω ανασφάλειας, αφού κάθε μεγαλοκαπετάνιος που κρατούσε ένα κάστρο τυραννούσε σαν κατακτητής το γυμνό και άστεγο πληθυσμό, που είχε καταφύγει στα βουνά και τις σπηλιές.
Στη συνέχεια αναχώρησε για την Αίγινα με το παραπάνω αγγλικό πλοίο «Γουώρ-σπαϊτ» συνοδευόμενος από το γαλλικό πολεμικό « Ήρα» και το ρωσικό «Ελένη». Στις 11/24 Ιανουαρίου 1828 αποβιβάστηκε στην Αίγινα, που ήταν η έδρα της Κυβέρνησης και παρακολούθησε στην Μεγάλη Εκκλησία, τον Μητροπολιτικό ναό, τη θεία λειτουργία. 
Εκεί με μια εμπνευσμένη ομιλία τον προσφώνησε ο Θεόφιλος Καΐρης, αλλά την εικόνα που συνάντησε περιγράφει ο ίδιος ο Κυβερνήτης στη συνομιλία του με το Γεωργάκη Μαυρομιχάλη, όπως μας την παρέδωσε ο Γ. Τερτσέτης στα «Απόλογα του Καποδίστρια»: 
«Είναι καιροί που πρέπει να φορούμε όλοι ζώνη δερματένια και να τρώμε ακρίδες και μέλι άγριο. 
Είδα πολλά εις την ζωήν μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφτασα εδώ εις την Αίγινα δεν είδα κάτι παρόμοιο ποτέ, και άλλος να μην το ιδεί… 
«Ζήτω ο Κυβερνήτης, ο σωτήρας μας, ο ελευθερωτής μας» εφώναζαν γυναίκες αναμαλλιάρες, άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά γδυτά, κατεβασμένα από τις σπηλιές. 
Δεν ήτον το συναπάντημα μου φωνή χαράς, αλλά θρήνος. 
Η γη εβρέχετο με δάκρυα. 
Εβρέχετο η μυρτιά και η δάφνη του στολισμένου δρόμου από τον γιαλό ως την εκκλησία. 
Ανατρίχιαζα μου έτρεμαν τα γόνατα, η φωνή του λαού μου έσχιζε την καρδιά μου….» και καταλήγει Ο Καποδίστριας λέγοντας «Κατεβαίνω ως πολεμιστής εις το στάδιον, θα πολεμήσω ως κυβέρνησις, δεν λαθεύομαι τον έρωτα των προνομίων που είναι φυτευμένος εις ψυχές πολλών, το ονειροπόλημα των λογιοτάτων, ξένων πρακτικών ζωής, το φιλύποπτο, κυριαρχικό και ανήμερο αλλοεθνών ανδρών. 
Η νίκη θα είναι δική μας αν βασιλεύση εις την καρδιάν μας μόνο το αίσθημα το ελληνικό.

Ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης».

Ο Ι. Καποδίστριας στην Αίγινα εγκαθίσταται στο Κυβερνείο25, μέχρι τότε οικία Μοίρα, όπου και η έδρα της κυβέρνησής του και του Πανελληνίου, διορισμένου αντιπροσωπευτικού σώματος, με το οποίο στην αρχή αντικατέστησε τη Βουλή26. 
Ο Κυβερνήτης από την πρώτη του επαφή με την ελληνική χώρα και το λαό της αντιλήφθηκε άμεσα ότι το κράτος και στην πιο υποτυπώδη του έννοια δεν υπήρχε. 
Αυτή την πραγματικότητα, που εντελώς περιληπτικά περιγράφεται παραπάνω προσπάθησε ο Κυβερνήτης να διαμορφώσει εφαρμόζοντας ένα συνεπή και καθορισμένο προγραμματισμό.
Στην προσπάθεια του αυτή έπρεπε να ανταποκριθεί σε δύο τουλάχιστον σχηματοποιημένες αντιλήψεις. Από τη μία οι λαϊκές προσδοκίες και ελπίδες για την πραγμάτωση των ιδανικών της δικαιοσύνης και της ισότητας, που τον ανήγαγαν σε θεόπεμπτο αρχηγό. Από την άλλη πλευρά οι προσδοκίες των ηγετικών ομάδων (προεστών, οπλαρχηγών, κοτζαμπάσηδων, φατριών), που περίμεναν το νέο ελληνικό κράτος να εξασφαλίσει την προνομιακή μεταχείριση που είχαν στο παλιό καθεστώς (οθωμανικό σύστημα27).
4. Οι συγκεκριμένες πράξεις του Ι. Καποδίστρια για τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους
Δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας εισήγησης η πολιτειακή διαμάχη του Καποδίστρια με την ιστορικά καταγραφείσα Αντιπολίτευση28, κατά τη διάρκεια των ετών 1828-1831, που κατέληξε στη δολοφονία του Κυβερνήτη στο Ναύπλιο την 27 Σεπτεμβρίου 1831. Επιγραμματικά σημειώνω ότι η Αντιπολίτευση κατά του Ι. Καποδίστρια δεν είχε ομοιογενή χαρακτήρα ούτε στηριζόταν σε ομοιογενή στοιχεία.
Είναι γεγονός ότι η πραγματική πολιτική του Κυβερνήτη για να τιθασεύσει την ανοργανωσιά και να αρχίσει εκ του μηδενός τη συγκρότηση κράτους29, με ιδεολογία τον μετριοπαθή φιλελευθερισμό και τη φωτισμένη δεσποτεία, ήρθε σε αντίθεση με τους ριζοσπάστες φιλελεύθερους, που εμφορούντο από τα ιδανικά του διαφωτισμού και της Γαλλικής επανάστασης30.
Πλην όμως πίσω από αυτούς που υποστήριζαν τις ιδέες αυτές συνωστίσθηκαν και όσοι έβλεπαν τα συμφέροντα που απέκτησαν στο παλιό καθεστώς (οθωμανικό σύστημα) να κλονίζονται31. 
Όπως έχει λεχθεί «αποτελεί τραγική χλεύη της ιστορίας, ότι οι αντιπολιτευόμενοι τον Κυβερνήτην εχρησιμοποίησαν εναντίον αυτού ως έμβλημα το Σύνταγμα»32. 
Έχει ενδιαφέρον να προσεγγίσουμε την περίοδο αυτή όχι μόνο μέσα από την οπτική των δικαιωμάτων, αλλά και από την οπτική οργάνωσης της εξουσίας στα σύγχρονα κράτη, όπως αυτά διαμορφώνονται μέσα από τις νοοτροπίες και τις ιδέες του τέλους του 18ου αι. και αρχές του 19ου αι. 
Κατά τη γνώμη μου πέραν όλων των άλλων αντιθέσεων στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος συγκρούεται αφενός η αντίληψη συγκρότησης κράτους με βάση τα «δικαιώματα», είτε αυτά αναφέρονται σε κεκτημένα κατά την οθωμανική κυριαρχία, είτε σε πολιτικά δικαιώματα των διανοουμένων εμπνευσμένα από τη γαλλική και αμερικάνικη επανάσταση και αφετέρου η αντίληψη συγκρότησης κράτους με οργανωμένη εξουσία σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας, εξουσία που θα μπορεί να διαχειρίζεται και να ελέγχει τη ζωή των πολιτών από τη γέννηση, την εκπαίδευση, την υγεία, την οικονομική ανάπτυξη μέχρι και το θάνατο33.
Ανεξάρτητα από την παραπάνω επισήμανση ο Κυβερνήτης Ι. Καποδίστριας τους 45 περίπου μήνες (ήτοι 3 χρόνια, 8 μήνες και 20 ημέρες), που ηγήθηκε του νεογέννητου ελληνικού κράτους, δημιούργησε όλους εκείνους τους θεσμούς και τις υπηρεσίες που είχε ανάγκη ένα σύγχρονο κράτος για την εσωτερική του λειτουργία, ασκώντας ταυτόχρονα εξαίρετη και αριστοτεχνική εξωτερική πολιτική, που είχε ως αποτέλεσμα την ολοκληρωτική διασφάλιση των πρώτων συνόρων της ελληνικής επικράτειας και την παγίωση της εθνικής ανεξαρτησίας σύμφωνα με το καταρχάς αμφίθυμο πρωτόκολλο του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου 1830. 
Μπορούμε ανεπιφύλακτα να συμφωνήσουμε στο ότι «η εξωτερική πολιτική του Καποδίστρια υπήρξε η λιγότερο δεκτική στις ξενικές επιταγές, πολιτική, που ασκήθηκε στα πρώτα εκατόν πενήντα χρόνια του ελληνικού κράτους»34.
Η εσωτερική οργάνωση του νέου ελληνικού κράτους την καποδιστριακή περίοδο επιγραμματικά είχε ως εξής:
Συγκροτείται Τακτικό Σώμα, δύναμη 3.500 περίπου ανδρών, που έπαιξε σαφή ρόλο την περίοδο αυτή, παράλληλα με τα ημιτακτικά σώματα, μολονότι οι ημιτακτικοί αξιωματικοί υποδαυλίζονταν από την πολιτική αντιπολίτευση.
Η καταπολέμηση της πειρατείας αποτέλεσε προτεραιότητα για την καποδιστριακή κυβέρνηση, καθόσον η πειρατεία επηρέαζε το εμπόριο, την οικονομία γενικότερα και την εικόνα της χώρας στους Ευρωπαίους συμμάχους. 
Ο ελληνικός στόλος πέτυχε τη σχεδόν απάλειψη του φαινομένου.
Η δημιουργία οικονομικών πόρων επικεντρώθηκε κυρίως από τον εξωτερικό δανεισμό αφού η φορολογία σε μία κατεστραμμένη χώρα δεν είχε νόημα. 
Ο Κυβερνήτης προσπάθησε να λάβει δάνειο 60.000.000 γαλλικών φράγκων για να οργανώσει την εσωτερική διοικητική μηχανή και να αποκαταστήσει την εσωτερική τάξη35, αφού ως γνωστόν σύμφωνα με τον Υπουργό Οικονομικών Παναγιώτη Λιδωρίκη «όχι μόνον χρήματα δεν έχουμε, αλλά δεν υπάρχει καν ταμείο…»36. 
Η μη καταβολή του δανείου ήταν καθοριστική για την μη επίτευξη των στόχων του. 
Παρ’ όλα αυτά με τους επιδέξιους χειρισμούς του κατόρθωσε τους πρώτους μήνες να λάβει εκ μέρους της Γαλλίας και Ρωσίας μηνιαία βοήθεια 500.000 φράγκων και ρουβλίων αντίστοιχα, ενώ συνέχισε να ζητά προσωρινά βοηθήματα από φιλελληνικούς κύκλους. 
Ταυτόχρονα προσπάθησε να εκμεταλλευτεί τα εσωτερικά κεφάλαια, ιδρύοντας για το λόγο αυτό την «Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα» στην Αίγινα με ψήφισμα την 2 Φεβρoυαρίου 182837. 
Παράλληλα στην Αίγινα ιδρύθηκε Νομισματοκοπείο και για λόγους κύρους και διεθνούς πίστης για τη χώρα, ο Κυβερνήτης έκοψε το πρώτο εθνικό νόμισμα, το φοίνικα38.
Προσπάθησε να αναπτύξει τη γεωργία με επιστημονικά μέσα και εισαγωγή νέων προϊόντων όπως π.χ. πατάτα, με τη χρήση σύγχρονων γεωργικών εργαλείων και νέων καλλιεργητικών μεθόδων. 
Επίσης πήρε μέτρα για την προίκιση των ακτημόνων από τις εθνικές γαίες.
Η προσπάθεια του αυτή στο γεωργικό τομέα, όπως και τα μέτρα που πήρε για την δημιουργία κεντρικής και απρόσωπης πολιτικής εξουσίας, εναντίον του κοινοτικού οθωμανικού συστήματος, προσέκρουσαν στους γαιοκτήμονες και στην πολιτική δύναμη των κοτζαμπάσηδων.
 Παρ’ όλα αυτά με το ψήφισμα της 13 Απριλίου 1828 «περί διοικητικής διαιρέσεως» οργάνωσε την περιφερειακή διοίκηση με βάση το «τμήμα» που αποτελείτο από ένα σύνολο «επαρχιών», επιχειρώντας να υποβαθμίσει την αυτόνομη τοπική πολιτειακή υπόσταση εντάσσοντας την στον εν γένει κρατικό μηχανισμό39.
Στον τομέα της Δικαιοσύνης με το από Δεκεμβρίου 1828 ψήφισμα «Περί Διοργανισμού των Δικαστηρίων» αντιμετωπίστηκε για πρώτη φορά υπεύθυνα το νομοθετικό πρόβλημα του κράτους. Για την ισχύ του επίσημου δικαίου (ήτοι του Βυζαντινορωμαϊκού) ορίστηκε η Εξάβιβλος του Αρμενόπουλου ή «Πρόχειρον», ως πηγή για την εφαρμογή του40, παράλληλα με το λαϊκό Εθιμικό Δίκαιο, ενώ για τα εμπορικά ζητήματα θα ίσχυε ο γαλλικός Εμπορικός Κώδικας. 
Συγκροτήθηκαν επίσης Ειρηνοδικεία σε χωριά και πόλεις, Πρωτόκλητα δικαστήρια στους νομούς και Ανέκλητα Δικαστηρια καθώς και ένα εμποροδικείο στη Σύρο41.
Η δράση του στην Παιδεία για τα μέσα που διέθετε το ισχνό νεοελληνικό κράτος αποτελεί ιστορικό παράδειγμα42. 
Μέσα σε δύο μόλις χρόνια από την άφιξη του Κυβερνήτη η Αίγινα μεταβλήθηκε σε μια σχολειούπολη43, εκπονήθηκαν εκπαιδευτική νομοθεσία, κανονισμός λειτουργίας σχολείων, τρόπος διορισμού επιτροπών και δασκάλων, έγινε η διάκριση των βαθμίδων της εκπαίδευσης, δημιουργήθηκαν αναλυτικά διδακτικά προγράμματα, ο θεσμός της μετεκπαίδευσης των δασκάλων και άλλων εκπαιδευτικών θεσμών και λειτουργών. 
Στις 8 Οκτωβρίου 1828 σε οικόπεδο της Δημογεροντίας της Αίγινας θεμελιώθηκε το Ορφανοτροφείο για τα ορφανά και τα απροστάτευτα αγόρια των νεκρών αγωνιστών. 


Το Ορφανοτροφείο (4.000τ.μ.) εγκαινιάστηκε στις 9 Απριλίου 1829 δηλαδή μόνο μέσα σε 6 μήνες από την άφιξη του Κυβερνήτη. 
Στο κτίριο αυτό λειτούργησε αλληλοδιδακτικό σχολείο και πολλά επαγγελματικά εργαστήρια. Στον περίβολο δημιουργήθηκε από δωρεές αξιόλογη βιβλιοθήκη, η πρώτη Εθνική Βιβλιοθήκη, βιβλιοδετείο, λιθογραφείο και τυπογραφείο. 
Επίσης το 1829 μέσα στο Ορφανοτροφείο στεγάστηκε η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και το Πρότυπον Σχολείον τριετούς εκπαίδευσης για τους απόφοιτους των αλληλοδιδακτικών σχολείων. 
Στη συνέχεια στον ίδιο χώρο λειτούργησε το Κεντρικόν Σχολείον για όσους μαθητές επιθυμούσαν ανώτερες σπουδές. 
Το Κεντρικόν Σχολείον μεταφέρθηκε στη συνέχεια σε νέο κτίριο το Εϋνάρδειο, δίπλα από τη Μητρόπολη που έγινε με δωρεά του Ελβετού φιλέλληνα Εϋνάρδου σε σχέδια των αρχιτεκτόνων της Κυβέρνησης Κλεάνθη και Σάουμπερτ44. 
Οργανώθηκε επίσης το 1829 από τον συμπατριώτη του Κυβερνήτη Ανδρέα Μουστοξύδη, το Εθνικό Μουσείο με την πρώτη συστηματική αρχαιολογική συλλογή του Κράτους, που στεγάστηκε και αυτό στο Ορφανοτροφείο της Αίγινας. 
Στην Αίγινα λειτούργησε επίσης «Σχολείον δια κοράσια» από τον Ιανουάριο του 1830 μετά από πρόταση του Μουστοξύδη και έγκριση του Καποδίστρια. 
Αυτό το πρώτο δημόσιο σχολείο θηλέων καταργήθηκε τον Απρίλιο του 1833 από τον τότε Υπουργό Παιδείας Σπυρίδωνα Τρικούπη με την αιτιολογία ότι δεν ήταν δυνατόν η κυβέρνηση να συντηρεί ένα σχολείο για κορίτσια στην Αίγινα, αφού στις άλλες περιοχές της Ελλάδας, οι γονείς φρόντιζαν για την εκπαίδευση των κοριτσιών τους45.
Επίσης ο Καποδίστριας πρώτος αντιμετωπίζει το ζήτημα της πολεοδομικής ανασυγκρότησης46. Πρόκειται για άμεσο ενδιαφέρον στην ανοικοδόμηση των ελληνικών πόλεων με βάση τον ορθολογικό σχεδιασμό, όπως τότε αυτός ήταν αποδεκτός στην πράξη47. 
Θεμελιώνει τη σύγχρονη πόλη της Πάτρας, που αποτελεί την πρώτη κρατική πολεοδομική παρέμβαση, που έγινε κατ’ εντολή του, με βάση τα σχέδια του φίλου του και λοχαγού του γαλλικού στρατού κερκυραίου πολεοδόμου Σταματίου Βούλγαρη48. Επίσης ζητά από τον ίδιο την ανασυγκρότηση της πόλης του Ναυπλίου49 .
5. Επίμετρον
Ανεξάρτητα από τις απόψεις που επικρατούν για τον κυβερνήτη και την πολιτική του, η σύγχρονη ιστοριογραφία οποιασδήποτε σχολής50 συμφωνεί ότι από πλευράς οργάνωσης του κράτους την καποδιστριακή περίοδο «είναι θαυμαστά όσα επιτυγχάνονται.
Συγκεντρώνει την εξουσία και μεθοδεύει τη νομιμοποίηση της. Αποσπά τον έλεγχο των επαρχιών από τους προύχοντες, αναδιοργανώνει το στρατό, προσπαθεί να εισπράξει φόρους, για το δημόσιο ταμείο, να ιδρύσει σχολεία, να περιθάλψει τους φτωχούς και τα ορφανά.
Δουλεύει ακατάπαυστα και είναι άπειρα τα έγγραφα που συντάσσει ή υπαγορεύει για μεγάλα ή μικρά πράγματα. Προείχε γι’ αυτόν η κατοχύρωση ευρύτερων συνόρων και η διασφάλιση της ανεξαρτησίας, καθώς και η σύναψη ενός μεγάλου δανείου για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους της Επανάστασης και για τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των πολλών, γεωργών και κτηνοτρόφων»51.
Είναι φανερό απ’ όλα τα παραπάνω ότι με την εργώδη αυτή προσπάθεια έχουν τεθεί οι βάσεις του νεοσύστατου ελληνικού κράτους με κτίρια, νόμους, θεσμούς εσωτερικής διοίκησης, πολιτικές αντιπαραθέσεις, εφημερίδες, κ.λ.π. σε ένα σύνθετο όλον από κυβερνητικούς και αντιπολιτευόμενους, που ο καθένας από την πλευρά του απέβλεπε στο κοινό όραμα μιας χώρας ελεύθερης και ευημερούσας.
Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Αντωνίου Καποδίστριας έζησε και κυβέρνησε στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος 45 μήνες. 
Απ’ αυτούς από τον Ιανουάριο του 1828 μέχρι τον Οκτώβριο του 1829 στην Αίγινα και από τότε μέχρι την 27η Σεπτεμβρίου 1831 στο Ναύπλιο.
Τα ίχνη του ανδρός και των χώρων στους οποίους άσκησε τη διοίκηση και την πολιτική του, εμείς οι πολίτες των δύο ιστορικών Δήμων Αίγινας και Ναυπλίου τους ζούμε μέχρι σήμερα καθημερινά.
Έχω πλήρη πεποίθηση ότι οι δύο δήμοι είμαστε σε ευρωπαϊκό επίπεδο το ιστορικό παράδειγμα της ανάδυσης ενός νέου κράτους, οι δύο μήτρες μέσα από τις οποίες γεννήθηκε, αυτό που σήμερα ονομάζεται Ελληνικό Κράτος.

*Ο υπομνηματισμός αυτής της εισήγησης δεν μπορεί παρά να είναι ενδεικτικός, με μόνο στόχο την επιστημονική τεκμηρίωση όσων ζητημάτων θίγονται από τον τίτλο.

Ήδη το 1996 είχαν καταγραφεί 714 συνολικά δημοσιεύματα για τον Καποδίστρια, βλ. Χρ. Κουλούρη-Χρ. Λούκος, «Τα πρόσωπα του Καποδίστρια. 
Ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας και η νεοελληνική ιδεολογία (1831-1996)», εκδ. Πορεία, 1996, σ. 197 επ. Έκτοτε η αρθρογραφία, βιβλιογραφία και τα πρακτικά συνεδρίων αυξάνονται συνέχεια.
____________________________________
1. Νικηφόρος Διαμαντούρος, «Οι απαρχές της συγκρότησης του σύγχρονου κράτους στην Ελλάδα 1821-1828», εκδ. ΜΙΕΤ, 2006, εισαγωγή στην ελληνική έκδοση, σ. xi επ. και εισαγωγή σ. 10 επ. Για την συγκρότηση κράτους από τον Καποδίστρια, βλ. ίδιον όπ. παρ. σ. xxviii, Ι.Α. Πετρόπουλο – Αικ. Κουμαριανού, «Η θεμελίωση του ελληνικού κράτους, εκδ. Παπαζήση, 1982, όπου στη σ. 13 αναφέρεται ότι «…στην περίοδο του Καποδίστρια η ανεξαρτησία δεν ήταν δυνατόν να αμφισβητηθεί», επίσης στη σ. 23 για την διαμόρφωση του πολιτεύματος διαπιστώνεται ότι: 
«Ο Όθων, όπως άλλωστε και ο Καποδίστριας νωρίτερα, θεώρησε όλες αυτές τις προσπάθειες (υποκατάστασης των παραδοσιακών θεσμών που αναπτύχθηκαν την οθωμανική περίοδο) ως το θεσμικό εγχείρημα που θα διασφάλιζε τα συμφέροντα των κοινών ανθρώπων, τα οποία μπορεί να κινδύνευαν από καταχρήσεις των προνομιούχων ομάδων», Π. Πετρίδης, «Σύγχρονη Ελληνική Πολιτική Ιστορία 1821-1862», εκδ. Γκοβόστη, 1994, σ. 10-13, Ν. Πανταζόπουλος, «Ο Καποδίστριας και ο πολιτικοκοινωνικός πλουραλισμός της εποχής του», στο συλλογικό έργο, «Ιωάννης Καποδίστριας, ο κορυφαίος Έλληνας Ευρωπαίος», εκδ. Γκοβόστης, 1992, σ. 155 επ., πρβλ. επίσης Χρ. Λούκος, «Η αντιπολίτευση κατά του Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια 1828-1831, εκδ. Θεμέλιο, 1988, όπου με αφορμή την ανάδειξη της αντιπολίτευσης και του έργου της περιγράφεται με εξαιρετικό τρόπο η προσπάθεια συγκρότησης του νεοελληνικού κράτους την περίοδο αυτή. Φρειδερίκου Τιρς, «Η Ελλάδα του Καποδίστρια. Η παρούσα κατάσταση (1828-1833) και τα μέσα για να επιτευχθεί η ανοικοδόμησή της», εκδ. Τολίδη, 1988, όπου λεπτομερής εξιστόρηση από τη βαυαρική πλευρά του έργου του Κυβερνήτη. Τρύφωνος Ευαγγελίδη, «Ιστορία του Ι. Καποδίστρια 1828-1831», ανατύπωση πρωτοτύπου 1893, εκδ. Ελεύθερη σκέψις, 2005, όπου εξιστόρηση της προσπάθειας συγκρότησης κράτους από τον Κυβερνήτη.
2. Ο Νικηφόρος Διαμαντούρος όπ. παρ. σ. 11 γράφει για την επιλογή του έτους 1828 ως τέρματος της μελέτης του για τις απαρχές της συγκρότησης του κράτους, «…η ίδρυση του καποδιστριακού κράτους επιλέγεται ως ενδεδειγμένη και παραδεκτή διαχωριστική γραμμή με το σκεπτικό ότι οι επαναστατικές κυβερνήσεις από τη μία και ο Καποδίστριας από την άλλη είχαν ριζικά διαφορετικές προσεγγίσεις στα θέματα της συγκρότησης του κράτους και των θεσμών». Έχει ιστορικό ενδιαφέρον το απόφθεγμα, που στη συνέχεια προσπαθεί με ιστορικά στοιχεία να αναλύσει, του Α.Μ. Ιδρωμένου, «Ιωάννης Καποδίστριας – Κυβερνήτης της Ελλάδος», 1900, σε φωτοτυπική ανατύπωση από τις εκδόσεις Καραβία, σ. 1 «Η ιστορία του Νέου Ελληνικού βασιλείου, μετά την επανάστασιν, άρχεται από της πολιτείας του Ιωάννου Καποδιστρίου…».
3. Ι.Α. Πετρόπουλος – Αικ. Κουμαριανού, «Η θεμελίωση του ελληνικού κράτους»,εκδ. Παπαζήση, 1982, σ. 10. Το ζήτημα του ομοιογενούς ελληνικού πληθυσμού, αλλά και της σύνθεσης των πληθυσμών, που διαβιούσαν εντός και εκτός των πρώτων συνόρων, αποτελεί θέμα για περαιτέρω διευρεύνηση, καθόσον στην ιστοριογραφία μας δεν υπάρχει μέχρι σήμερα ολοκληρωμένη μελέτη.
4. Βλ. αντί όλων Τόνια Κιουσοπούλου, «Βασιλεύς ή Οικονόμος, Πολιτική εξουσία και ιδεολογία πριν την Άλωση, εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, 2007, σ. 204 επ. και 217 επ., πρβλ. Νίκος Σβορώνος, «Το ελληνικό έθνος. Γένεση και διαμόρφωση του νέου ελληνισμού», εκδ. Πόλις, 2004, σ. 64 επ., Ν. Πανταζόπουλου, «Ο ελληνικός κοινοτισμός και η νεοελληνική κοινοτική παράδοση» εκδ. Παρουσία, 1993, σ. 36, Γιώργος Βελούδης, «Ο Jakob Philipp Falmerayer και η γένεση του ελληνικού ιστορισμού», εκδ. Μνήμων, 1982, σ. 78, όπου η ενδιαφέρουσα διαπίστωση για το πέρασμα στην κυρίως ελληνική ιστοριογραφία το 19ο αι., με βάση τις αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν για τη θεωρία του Falmerayer και Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, «Η γένεση της ιστορίας του νέου ελληνισμού», εκδ. Εστία, 2006.
5. Νικηφόρος Διαμαντούρος, όπ. παρ. Εισαγωγή, σ. 1.
6. Ο Μιράντα στην Ελλάδα, εκδ. ΚΨΜ, Αθήνα 2009.
7. Ι.Α. Πετρόπουλος – Αικ. Κουμαριανού, όπ. παρ. σ. 11.
8. Douglas Dakin, «Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833», ΜΙΕΤ, 1999, σ. 297.
9. Douglas Dakin, όπ. παρ. σ. 297.
10. Νίκος Σβορώνος, «Ανάλεκτα νεοελληνικής ιστορίας και ιστοριογραφίας», εκδ. Θεμέλιο, 1982, όπου στο άρθρο «Για την επανάσταση του 1821», σ. 235 τονίζεται ότι «Ωστόσο η επανάσταση, που έβαλε τα πρώτα θεμέλια για ένα ελληνικό κράτος, είναι ακόμα και σήμερα ένα από τα σημαντικότερα σημεία της ιστορίας του ελληνικού λαού», Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, «Η απόφαση για τη σύσταση του ελληνικού κράτους» στο «Κατακτώντας την ανεξαρτησία – Δέκα δοκίμια για την επανάσταση του 1821», εκδ. Πατάκη, Μάϊος 2010, σ. 249 επ.
11. Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, «Η γένεση της ιστορίας του νέου ελληνισμού», εκδ. Εστία, 2006, σ. 23 «Η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε γεγονός με πολυεπίπεδες επιπτώσεις:…να αναδείξει το δικαίωμα των Ελλήνων να συστήσουσι έθνος ελεύθερον και ανεξάρτητον».
12. Α. Μάνεσης, «Συνταγματική Θεωρία και Πράξη», σ. 12, 1980, εκδ. Σάκκουλα, σύμφωνα με τον οποίον «κράτος είναι οργάνωσις εξουσίας αυτοδύναμης επιβαλλόμενης δια κανόνων δικαίου, δια των οποίων καθιδρύεται «η τάξις ταις πόλεσιν», όπου και παραπέμπει στη σημ. 2 Αριστοτέλους Πολιτικά Δ. 1. 1289a, 15 επ. Α. Μανιτάκης, «Τι είναι Κράτος», σ. 19 επ., 2007, εκδ. Σαβάλλας, Δημητρίου Βεζάνη, «Θεωρία του Κράτους», σ. 1 επ. ανατύπωση της έκδοσης του 1932 από εκδ. Ελεύθερη Σκέψις, 2003, Ν. Πανταζόπουλος, όπ. παρ. σ. 142 επ. Για την έννοια του «κράτους δικαίου» βλ. Αντί όλων Αντώνης Μανιτάκης «κράτος δικαίου και δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας», σελ. 45 επ., σελ. 59, σελ. 81 επ.
13. Δημητρίου Βεζάνη, όπ. παρ. σ. 12 επ., Δημήτρη Παπακωνσταντίνου, «Ποιά η πρώτη πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους», στο περιοδικό «Αιγιναία», τ. 3, 2001, Αφιέρωμα Καποδίστριας και Αίγινα, σ. 69.
14. Α. Μανιτάκης, «Τι είναι κράτος» σ. 34 επ., Δ. Παπακωνσταντίνου, όπ. παρ. σ. 70, Γρηγορίου Δαφνή, «Ιωάννης Καποδίστριας – Η γένεση του ελληνικού κράτους», εκδ. Ίκαρος, 1976, σ. 555 και τις εκεί παραπομπές στους συνταγματολόγους Σαρίπολο, Σβώλο, Σγουρίτσα, Αραβαντινό και George Burdeau, όπου αναφέρεται ότι: «Για να υπάρξει όμως κράτος χρειάζεται μόνιμος λαός σε ορισμένη χώρα, οργανωμένος σε νομικό πρόσωπο που έχει πολιτική εξουσία πρωτογενή, ή σύμφωνα με άλλο ορισμό, χρειάζεται να ενσαρκωθεί η εξουσία σε ορισμένο θεσμό, να πάψει δηλαδή να βρίσκεται έξω από συγκεκριμένα πλαίσια δικαίου». 
Το αυτό εννοεί και ο καθηγητής Η. Κρίσπης, «Ιδιωτικόν Διεθνές Δίκαιον», εκδοτικός οίκος «Π. ΚΛΕΙΣΙΟΥΝΗ Ο.Ε.», Αθήναι, 1970, σ. 22, όπου αναλύοντας την έννοια και φύση του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου και την μέθοδο εξεύρεσης του εφαρμοστέου κανόνα δικαιου αναφέρει ότι το κράτος αφορά εις τον δεδομένον τόπον, όπου ασκείται συγκεκριμένη εξουσία εκ δεδομένης πηγής προερχομένη, προς τον οποίον τόπον συνδέεται η σχέσις των προσώπων που είναι ανάγκη να ρυθμιστεί.
15. Δ. Παπακωνσταντίνου, όπ. παρ. σ. 71. Έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί εδώ ότι έχει αναπτυχθεί στους κόλπους της θεωρίας του δικαίου η κριτική αντιμετώπιση της κρατούσας παραπάνω περί κράτους θεωρίας. Βλ. Michel Miaille, “L’ État du droit”, εκδ. P.U.G., σ. 172 επ. Η άποψη αυτή επιχειρεί την κριτική των τριών προϋποθέσεων δημιουργίας του Κράτους έθνος-έδαφος-οργάνωση της δημόσιας διοίκησης θέτοντας για προβληματισμό τις έννοιες λαός-χώρος με αυθαίρετη δημιουργία συνόρων-νομιμοποίηση της κρατούσας εξουσίας, επιχειρώντας να διευκρινίσει την έννοια του Κράτους ως εξουσία που υπάρχει πάνω αλλά και μέσα στην κοινωνία, αποδεχομένη την εξαιρετική ιδέα του Michel Foucault ότι «η εξουσία προέρχεται από παντού και βρίσκεται παντού». Σε κάθε περίπτωση και η οπτική αυτή επιβεβαιώνει τη δημιουργία νέας εξουσίας στον επαναστατημένο ελλαδικό χώρο με λαό τους υπάρχοντες σ’ αυτόν κατοίκους.
16. Ι.Α. Πετρόπουλος – Αικ. Κουμαριανού, όπ. παρ. σ. 12.
17. Πρβλ. Φρειδερίκου Τιρς, όπ. παρ. σ. 234 που αναφέρει «εκτός απ’ αυτούς τους πληθυσμούς, που είναι από παλιά εγκαταστημένοι στους τόπους που αποτελούν το σημερινό βασίλειο της Ελλάδος (Πελοπόννησος, Ρούμελη, Κυκλάδες), υπάρχουν και άλλες κατηγορίες και τάξεις κατοίκων, οι οποίες, λόγω του πολέμου απωθήθηκαν εδώ από περιοχές που έμειναν κάτω από την κυριαρχία των Τούρκων. Εννοούμε τους Σουλιώτες, τους ορεινούς Θεσσαλούς (Ολυμπίσιους), τους Κρητικούς, τους Φαναριώτες, τους Επτανήσιους ή Νησιώτες και τους κατοίκους της πεδινής Θεσσαλίας, της Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Θράκης, της Μικράς Ασίας και άλλων τόπων, όπου είχε επεκταθεί το ελληνικό έθνος».
18. Ι.Α. Πετρόπουλος – Αικ. Κουμαριανού, όπ. παρ. σ. 13, Π. Πετρίδης, όπ. παρ. σ. 83-141, ο οποίος σε ιδιαίτερο κεφάλαιο με τον τίτλο «Η συγκρότηση της Ελληνικής Πολιτείας (1828-1832)» εξιστορεί τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους από τον Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια, επίσης Π. Πετρίδης (επιμέλεια), συλλογικό έργο «Ιωάννης Καποδίστριας. O κορυφαίος Έλληνας Ευρωπαίος», εκδ. Γκοβόστη, 1992, όπου αναλυτική εξιστόρηση της «Καποδιστριακής Πολιτείας», σ. 137 επ. Νικ. Παπαντωνίου, «Οι μορφές ελεύθερου κράτους που οραματίζονταν οι αγωνιστές του ’21,» εκδ.Νεφέλη, 1988, σ. 40.
19. Π. Πετρίδης, όπ. παρ. σ. 105 επ., Π. Πετρίδης, «Η εξωτερική πολιτική του Κυβερνήτη και η συμβολή στην κατοχύρωση της εθνικής ανεξαρτησίας 1828-1831», στο συλλογικό έργο «Ιωάννης Καποδίστριας.
O κορυφαίος Έλληνας Ευρωπαίος», εκδ. Γκοβόστη, 1992, σ. 215 επ., Στέφανος Παπαγεωργίου, «Η καποδιστριακή περίοδος. Κρατικός εκσυγχρονισμός και κοινωνικοπολιτικές αδράνειες», στο περιοδικό «Αιγιναία», τ. 3, 2001, Αφιέρωμα Καποδίστριας και Αίγινα, σ. 42.
20. Ι.Α. Πετρόπουλος – Αικ. Κουμαριανού, όπ. παρ. σ. 12.
21. Douglas Dakin, όπ. παρ. σ. 297.
22. Douglas Dakin, όπ. παρ. σ. 298, Χρ. Λούκος, όπ. παρ. σ. 28, Ελένη Κούκου,«Ιωάννης Καποδίστριας». Ο άνθρωπος – ο διπλωμάτης 1800-1828», Αθήνα 1984, β΄έκδοση, σ. 330.
23. Γρηγορίου Δαφνή, οπ. παρ. σ. 553.
24. Τα της διαδρομής του Καποδίστρια από την Αγκώνα στην Αίγινα μέσω Μάλτας και Ναυπλίου εξιστορούνται από πολλούς, σύγχρονους του Κυβερνήτη αλλά και νεότερους.
Τελείως ενδεικτικά αναφέρονται εδώ: Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος της 14-1-1828, εκδοθείσα εν Αιγίνη, Ν. Κοσομούλης, «Ενθυμήματα Στρατιωτικά της επαναστάσεως των Ελλήνων από τα 1821 μέχρι των 1833», τ. Β΄, 1940, σ. 680 επ., Γ. Τερτσέτης, «Απόλογα του Καποδίστρια», στο Άπαντα Γ. Τερτσέτη, Τ. 3, σ. 214, Αθήνα 1953, Ελένη Κούκκου, «Ιωάννης Καποδίστριας.
Ο άνθρωπος – ο διπλωμάτης 1800-1828», Αθήνα 1984, β΄ έκδοση, σ. 326-338, Αλεξ. Δεσποτόπουλος, «Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας και η απελευθέρωσις της Ελλάδος», εκδ. ΜΙΕΤ, 1996, σ. 71 επ., Σοφία Σφυρόερα, «Αίγινα πρώτη πρωτεύουσα της νεώτερης Ελλάδας», εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2002, σ. 105.
25. Βλ. Βασίλης Δωροβίνης, «Ο σχεδιασμός του Ναυπλίου κατά την Καποδιστρική περίοδο (1828-33)», στα πρακτικά Διεθνούς συμποσίου ιστορίας «Νεοελληνική πόλη.
Οθωμανικές κληρονομιές και ελληνικό κράτος», όπου στη σελ. 289 αναφέρει: «Πρωτεύουσα με την έννοια της πόλης-έδρας της Διοίκησης γίνεται στην πράξη η Αίγινα».
26. Βλ. ενδεικτικά Π. Πετρίδης, «Σύγχρονη Ελληνική Πολιτική Ιστορία», εκδ. Γκοβόστης, 1995, σ. 87, Χρ. Λούκος, όπ. παρ. σ. 33, Douglas Dakin, όπ. παρ. σ. 302-303.
27. Πρβλ. Ι.Α. Πετρόπουλος – Αικ. Κουμαριανού, όπ. παρ. σ. 20-21.
28. Χρ. Λούκος, «Η αντιπολίτευση κατά του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια 1828-1831», εκδ. Θεμέλιο, 1988.
29. Στεφ. Παπαγεωργίου, όπ. παρ. σ. 46 και Douglas Dakin όπ. παρ. σ. 304
30. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Σβωλόπουλο, «Το ιδεολογικό στίγμα του Ιωάννη Καποδίστρια» στο «Κατακτώντας την ανεξαρτησία – Δέκα δοκίμια για την επανάσταση του 1821», εκδ. Πατάκη, Μάϊος 2010, σ. 248 «Ο Ιωάννης Καποδίστριας από τη νεότητα έως το θάνατό του υπήρξε φορέας της συντηρητικής ιδεολογίας».
31. Βλ. αντί όλων Χρ. Λούκος, «Αντιτιθέμενες απόψεις για το κυβερνητικό έργο του Ιωάννη Καποδίστρια», περιοδικό «Αιγιναία», Αφιέρωμα στο επιστημονικό συνέδριο για τον Καποδίστρια (9/2008) από το Καποδιστριακό Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αίγινας, τ. 15, 2008, σ. 15, όπου χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι:
«…Αποτέλεσμα ήταν να βρεθούν στο αντικαποδιστριακό στρατόπεδο άτομα και ομάδες, που δεν είχαν κοινά συμφέροντα ούτε παρόμοια κοινωνική προέλευση…».
32. Α. Ι. Δεσποτόπουλος, «Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας», ΜΙΕΤ, 1996, σ. 258.
33. Για την οπτική συγκρότησης της κρατικής εξουσίας ως «βιοεξουσίας» και της άσκησης «βιοπολιτικής» στους λαούς της Ευρώπης, ήδη από τα τέλη του 18ου αι., βλ. Michel Foucault, “Histoire de la sexualité”, t. 1, “La volonté de savoir”, editions Gallimard, 1976, σ. 183 επ.
34. Π. Πετρίδης, όπ. παρ. σ. 117.
35. Δημήτρης Λουλές, «Κατευθύνσεις και προοπτικές της οικονομικής πολιτικής του Ι. Καποδίστρια (1828-1831)», στο συλλογικό έργο «Ιωάννης Καποδίστριας. Ο κορυφαίος Έλληνας Ευρωπαίος», όπ. παρ. σ. 266.
36.
Ο Παναγιώτης Λιδωρίκης όπως και οι άλλοι υπουργοί αμέσως μετά την άφιξη του Καποδίστρια στην Αίγινα συνέταξαν εκθέσεις για «την θέσιν των πραγμάτων».
Όπως ο Α.Μ. Ιδρωμένος, όπ. παρ. σ. 68, εξιστορεί, ο Υπουργός Οικονομικών ανέφερε ότι: «όχι μόνον χρήματα δεν υπάρχουσιν εν τω ταμείω, αλλ’ ούτε ταμείον υπάρχει, διότι δεν υπήρξε ποτέ.
Η οικονομική διαχείρισις δεν συνίσταται ή εις κονδύλια απλά. Μη θαυμάσει η Υψηλότης σας εάν εν τοις βιβλίοις μου δεν είναι όλα γεγραμμένα.
Πολλά πράγματα έγιναν καλή τη πίστει· άλλως, και αι περιστάσεις ημπόδισαν να τακτοποιήση τις τα κατάστιχα.
Πρέπει να προσθέσω ότι ηνηγκάσθημεν να προπωλήσωμεν την δεκάτην εις το Αιγαίον προ του έτους.
Τα μέλη του νομοθετικού σώματος ήθελον τους μισθούς των, αλλά δεν είχομεν άλλο μεσον να τους πληρώσωμεν. 
Επί τέλους, το λέγω με εντροπήν, δεν ήμην εις θέσιν να πληρώσω εις τους κτίστας και ξυλουργούς τα έξοδα των επισκευών αίτινες έγιναν εις το οίκημα το οποίον κατέχει η Υψηλότης σας, και παρακαλώ αυτήν να ευσπλαγχνισθή αυτούς τους ανθρώπους οίτινες παραπονούνται δια την μη πληρωμήν των».
37. Επ. Στασινοπούλου, «Η ιστορία της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος», Αθήνα 1966, σ. 20 επ.
Η διεύθυνση της τράπεζας ανατίθεται σε τριμελή επιτροπή, ένα μέλος της οποίας ήταν ο Γεώργιος Σταύρος που αποτέλεσε τη ψυχή της Χρηματιστικής και στη συνέχεια ίδρυσε την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος.
38. Δημήτρης Λουλές, «Κατευθύνσεις και προοπτικές της οικονομικής πολιτικής του Ι. Καποδίστρια (1828-1831)», στο συλλογικό έργο «Ιωάννης Καποδίστριας. O κορυφαίος Έλληνας Ευρωπαίος», όπ. παρ. σ. 270.
39. Π. Πετρίδης, όπ. παρ. σ. 94.
40. Ψήφισμα ΙΘ΄/15-12-1828 «Περί διοργανισμού των δικαστηρίων» και ψήφισμα 152 της 15/27-8-1830 «Περί δικαστηριακού οργανισμού». Βλ. Κωνσταντίνου Αρμενόπουλου, «Πρόχειρον νόμων ή Εξάβιβλος», εκδ. Δωδώνη, 1971, με επιμέλεια Κων/νου Πιτσάκη, που σημειώνει στην εξαίρετη εισαγωγή του σ. ργ΄υποσημείωση 72.
«Η διάκριση, άλλωστε, μεταξύ ισχύοντος δικαίου και μόνου προσιτού κειμένου, που περιλαμβάνει το ισχύον δίκαιο, είναι πολύ λεπτή και χωρίς ουσιαστική σημασία για την εποχή αυτή του νομικού χάους.
Τα δικαστήρια αδυνατούν πολλές φορές να βρουν, παρά τις επανειλημμένες εκδόσεις της, και αυτήν την μετάφραση του Σπανού (της Εξάβιβλου)…».
41. Π. Πετρίδης, όπ. παρ. σ. 95.
42. Βασίλης Σφυρόερας, «Οι στόχοι της εκπαιδευτικής πολιτικής του Καποδίστρια», στο συλλογικό έργο «Ιωάννης Καποδίστριας.
Ο κορυφαίος Έλληνας Ευρωπαίος», όπ. παρ. σ. 205 επ. Ειδικά σ. 210 αναφέρεται:
«…Όλοι οι συνεργάτες του Καποδίστρια, παρά τις κάποιες αποκλίσεις ορισμένων από το μαχητικό διαφωτισμό, βρίσκονταν στην πρωτοπορία των πνευματικών αγώνων του Ελληνισμού… 
Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η παιδεία του λαού ήταν για τον Καποδίστρια ο μόνος δρόμος που θα οδηγούσε στη δημιουργία ελεύθερων πολιτών, λυτρωμένων από την «πλουτιστικήν και απαίσιαν δύναμιν των κοτζαμπάσηδων». 
Σ’ αυτόν το στόχο απέβλεπε ο Κυβερνήτης «καίτοι έχων πολλά αντιστατούντα», όπως έγραφε ο ίδιος και η πραγμάτωση του στόχου αυτού ήταν φυσικό να προκαλέσει αντιδράσεις…»
43. Σοφία Σφυρόερα, «Αίγινα η πρώτη πρωτεύουσα της Ελληνικής Πολιτείας και ο Ιωάννης Καποδίστριας», περιοδικό «Αιγιναία», όπ. παρ. τ. 3, 2001, σ. 55.
44. Η εκπαιδευτική πολιτική και το έργο του Ιωάννη Καποδίστρια, ως θεμελιωτή της διοικητικής οργάνωσης και εκπαιδευτικής λειτουργίας στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, έχουν εξιστορηθεί από πολλούς συγγραφείς. 
Εδώ ενδεικτικά αναφέρονται: Χάρη Μπαμπούνη, «Η εκπαίδευση κατά την Καποδιστριακή Περίοδο», 1999, εκδ. «Συλλόγου προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων», σ. 527, Ελένης Κούκκου, «Ο Καποδίστριας και η Παιδεία (1827-1832)», τ. Β΄.
«Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Αιγίνης», Αθήναι, 1972.
45. Σοφία Σφυρόερα, «Αίγινα η πρώτη πρωτεύουσα της Ελληνικής Πολιτείας και ο Ιωάννης Καποδίστριας», εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2002, σ. 127-129.
46. Αγγελική Κόκκου, «Η πολεοδομική ανασυγκρότηση στην περίοδο 1828-1843. 
Κρατική και πολιτική πραγματικότητα», στα Πρακτικά Διεθνούς συμποσίου ιστορίας «Νεοελληνική πόλη. 
Οθωμανικές κληρονομιές και ελληνικό κράτος», σ. 359.
47. Βασίλης Δωροβίνης, «Ο σχεδιασμός του Ναυπλίου κατά την Καποδιστριακή περίοδο» οπ. παρ. στα πρακτικά Διεθνούς συμποσίου ιστορίας «Νεοελληνική πόλη. Οθωμανικές κληρονομιές και ελληνικό κράτος», σ. 287.
48. Βασίλης Λάζαρης, «Καποδιστριακή Πάτρα», εκδ. «περί τεχνών», Πάτρα, 2002, βλ. ειδικά σ. 208-209 όπου αναφέρεται: «…το σχέδιο του Βούλγαρη είχε στηριχθεί στη μορφή των ρωμαϊκών στρατοπέδων, όπως αυτά περιγράφονται από τον Πολύβιο τον Μεγαλοπολίτη……. η εφαρμογή ωστόσο του σχεδίου του Βούλγαρη προχώρησε με αρκετές τροποποιήσεις, τις οποίες υποχρεώθηκε να δεχθεί ο Καποδίστριας, υποκύπτοντας σε αξιώσεις μερικών ιδιοκτητών οικοπέδων της Πάτρας…» και στη συνέχεια σ. 223-224 «…οι τροποποιήσεις άλλαξαν το σχέδιο του Βούλγαρη στην ουσία του. 
Για την εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων κοινωνικών ομάδων, λιγόστεψε ο αριθμός των προβλεπόμενων πλατειών και οι ζώνες του πράσινου, μειώθηκαν οι στοές και αρκετές εσωτερικές αυλές μετατράπηκαν σε ενδιάμεσους δρόμους», βλ.Επίσης Ν. Τζανάκος, «Πάτρα: πόλη φυλακισμένη», εκδ. «το δόντι», Γ΄έκδοση, 2009, σ. 32.
49. Βασίλης Δωροβίνης, οπ. παρ. σ. 290 επ.
 Όσον αφορά την πόλη του Ναυπλίου ο Βούλγαρης στις 30 Απριλίου 1828 είχε ολοκληρώσει το σχέδιο, αλλά από την Καποδιστριακή διοίκηση ομολογείται ότι υπήρχε μεγάλη δυσχέρεια να εφαρμοστεί σχέδιο πόλης στο Ναύπλιο, λόγω διχογνωμιών και αντιδράσεων των ιδιοκτητών βλ. Βασίλης Δωροβίνης, οπ. παρ. σ. 294. Ο ίδιος συγγραφέας μέσα από τη μελέτη της πολεοδομικής ανασυγκρότησης επί Καποδίστρια κάνει την εξής εξαιρετική και απόκαλυπτική ιστορική διαπίστωση για το κυβερνητικό έργο του Ι. Καποδίστρια την περίοδο 1828-1831, βλ. οπ. παρ. σ. 296 «Και στο θέμα αυτό επανεμφανίζεται η σύγκρουση καθυστερημένων στρωμάτων του ελληνικού πληθυσμού, κατόχων μέχρι τον Καποδίστρια της πραγματικότητας της εξουσίας στον τότε ελλαδικό χώρο, με μια Διοίκηση που εξέφραζε, στη θέληση και με την πράξη, την τάση του εκσυγχρονισμού. 
Το περίεργο είναι ότι, στη σύγκρουση αυτή, επώνυμα μέλη του πλέον αστικοποιημενου στρώματος του πληθυσμού βρέθηκαν με το μέρος των πρώτων, για δικούς τους λόγους, βέβαια.
Αλλά ήδη περνάμε σ’ ένα άλλο πεδίο έρευνας…».
50. Είναι αλήθεια ότι το ιστορικό πρόσωπο Ιωάννης Καποδίστριας, που η δράση του εγγράφεται στην κρίσιμη περίοδο της ανεξαρτησίας και συγκρότησης του νέου ελληνικού κράτους, έχει δημιουργήσει πολλές αντικρουόμενες απόψεις και διαφοροποιήσεις στην ανάλυση και ερμηνεία.
Πολλές φορές γίνεται ιδεολογική χρήση της ιστορίας από τη μια ή την άλλη πλευρά θεώρησης της δράσης, της προσωπικότητας και του έργου του.
Στην παρούσα εισήγηση το έργο και η δράση του στον μέχρι τότε διαμορφωθέντα ελλαδικό χώρο, θεωρώ ότι αποδεικνύουν τη γένεση και συγκρότηση του νέου ελληνικού κράτους, ανεξαρτήτως επιφυλάξεων, από την άφιξη και δράση του στην Αίγινα και στη συνέχεια στο Ναύπλιο μέχρι τη δολοφονία του.
51. Χρ. Λούκος, «Αντιτιθέμενες απόψεις για το κυβερνητικό έργο του Ιω. Καποδίστρια», στο περιοδικό «Αιγιναία», τ. 15, 2008, σ. 20, όπου αφιέρωμα στο επιστημονικό συνέδριο για τον Καποδίστρια, που οργάνωσε το Καποδιστριακό Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αίγινας από τις 26-28 Σεπτεμβρίου 2008.
Πηγή: Διημερίδα “Διεθνείς Σχέσεις, Ιστορία και Εξωτερική Πολιτική της Ελλάδος, στην εποχή του Κυβερνήτου Ιωάννη Καποδίστρια” ΝΑΥΠΛΙΟ 25 και 26 Ιουνίου 2010′